Άρθρο των Η. Πεντάζου, Δ. Γρίσπου στην «Κ»: Ποιος χρειάζεται (ακόμη) το ΤΧΣ

Άρθρο των Η. Πεντάζου, Δ. Γρίσπου στην «Κ»: Ποιος χρειάζεται (ακόμη) το ΤΧΣ

Η επί μήνες συνεχιζόμενη «διελκυστίνδα» μεταξύ ΤΧΣ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και σχήματος επενδυτών για την ιδιωτικοποίηση της Τράπεζας Αττικής μας δίνει κίνητρο για να ξαναδούμε τη χρησιμότητα αυτού του θεσμού

3' 19" χρόνος ανάγνωσης

Η επί μήνες συνεχιζόμενη «διελκυστίνδα» μεταξύ ΤΧΣ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας) και σχήματος επενδυτών για την ιδιωτικοποίηση της Τράπεζας Αττικής μας δίνει κίνητρο για να ξαναδούμε τη χρησιμότητα αυτού του θεσμού και τις υπερεκτιμημένες ή και υποτιμημένες δυνατότητές του να παρέμβει και να επηρεάσει αποτελεσματικά τη λειτουργία της τραπεζικής αγοράς.

Για να συνδεθούμε με το χθες, το Ταμείο ιδρύθηκε ως ΝΠΙΔ (Ν.3864/10) με αρχικό σκοπό τη διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος. Με άλλα λόγια ένα «μαξιλάρι» μεταξύ κράτους και τραπεζών, που να εξασφαλίζει ότι η όποια κεφαλαιακή ενίσχυση θα είναι σύννομη με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, θα περιορίζει τον έλεγχο του κράτους επί των τραπεζών και επιπλέον θα εξασφαλίζει τα συμφέροντα των θεσμικών οργάνων που λειτουργούν ως δανειστές.

Από το 2015 ο σκοπός επεκτάθηκε όχι μόνο στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος αλλά και στην προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος. Με αλλεπάλληλες, δε, προσθήκες μέχρι και το 2022, το Ταμείο επέκτεινε τα «δικαιώματά» του στα τραπεζικά ιδρύματα (εννοείται σε όσα έχει συμμετοχή) και ασκεί ισχυρή επιρροή στις εξελίξεις τους (λεπτομέρειες στις κατά καιρούς τροποποιητικές αποφάσεις του αρχικού νόμου). Το Ταμείο κατέχει σήμερα στην Τράπεζα Αττικής 62,9%, στην ΕΤΕ 40,4%, στην Πειραιώς 27,0%, στην Alpha 9,0% και στη Eurobank 1,4%.

Το Ταμείο είναι μεν μέτοχος στις τράπεζες (για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου), αλλά διαθέτει σχετική αυτονομία, αφού παράλληλα λειτουργεί και ως εγγυητής υπέρ του ESM, αποτρέποντας βλαπτικές ενέργειες του ελληνικού Δημοσίου εναντίον του. Επίσης, λόγω αρμοδιοτήτων, μπορεί περιοδικά να υπάρχει και διαφοροποίηση με το υπουργείο Οικονομικών ή την Τράπεζα της Ελλάδος λόγω διαφορετικής οπτικής ή ιεράρχησης σε επίκαιρα θέματα, όπως η διαδικασία ΑΜΚ ή τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ή η εταιρική διακυβέρνηση.

Γενικά το ΤΧΣ έχει δεχθεί αρκετή κριτική ως ένας αρκετά αμφιλεγόμενος οργανισμός. Ο εκ γενετής πολλαπλός χαρακτήρας του ως μέτοχος και επόπτης και ρυθμιστής, η προσπάθεια ισορροπίας μεταξύ Δημοσίου, τραπεζών και θεσμών, αλλά και η ασάφεια κάποιων αρμοδιοτήτων του δημιούργησαν κλίμα δυσπιστίας και αντιπαλότητας, το οποίο τελικά επιβράδυνε την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης και συγκεκριμένης στρατηγικής, με επίπτωση στην αποτελεσματικότητά του.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην τροποποίηση του 2015 ο υπερβάλλων ζήλος των θεσμών επέβαλε στο ΤΧΣ αλλά και στις τράπεζες ένα πολύ αυστηρό πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης, που κατ’ αυτούς είχε ανάγκη το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Πλην όμως το πλαίσιο ήταν μακράν από τις διεθνώς, ισχύουσες πρακτικές, αγνόησε τις εγχώριες τραπεζικές ιδιαιτερότητες, με αποτέλεσμα την απώλεια της «ελληνικότητας» του τραπεζικού συστήματος συν την επιβολή προσώπων και «στρατηγικών», όπου συμφέροντα και φιλοδοξίες βρήκαν πρόσφορο έδαφος και οδήγησαν σε φαινόμενα αλαζονείας ή και κακοδιαχείρισης.

Είναι κοινό μυστικό, χωρίς να παραγνωρίζεται η σημαντική τεχνογνωσία του (η αξιοποίηση της οποίας παραμένει ζητούμενο), ότι το Ταμείο είναι πλέον ένας δύσκαμπτος, γραφειοκρατικός και κοστοβόρος οργανισμός (σε αμοιβές και υπηρεσίες), όπου το ισοζύγιο κόστους – οφέλους δεν φαίνεται να είναι θετικό.

Εχοντας υπόψη τα παραπάνω, αβίαστα προκύπτουν ερωτήματα όπως «τι προσφέρει η ύπαρξη του ΤΧΣ στη σημερινή του μορφή», «τι μέλλον έχει στις συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα στην τραπεζική αγορά», «θέλει άραγε το Δημόσιο να συμμετάσχει ως μέτοχος ή επενδυτής στις τράπεζες»; Αν η απάντηση στο τελευταίο είναι «όχι», η οριστική λήξη του ΤΧΣ στο τέλος του 2025 είναι δεδομένη. Αν η απάντηση όμως είναι «ναι», τι ρόλο θα έχει ο φορέας αυτός; Διευρυμένος ή περιορισμένος; Το κράτος οφείλει να αποφασίσει οριστικά αν έχει τη διάθεση να συμμετάσχει στο τραπεζικό γίγνεσθαι όχι απλά και μόνο με όρους κεφαλαιακής συμμετοχής αλλά και με τη χάραξη μιας μακροπρόθεσμης χρηματοπιστωτικής πολιτικής, με συγκεκριμένους αναπτυξιακούς στόχους (αφού μελετήσει και αποφύγει τις στρεβλώσεις του παρελθόντος).

Περάσαμε πλέον στη μεταμνημονιακή εποχή και ερμαφρόδιτα σχήματα που δημιουργήθηκαν στις τότε συνθήκες έχουν ελάχιστη προστιθέμενη αξία σήμερα. Η ρεαλιστική λύση θα ήταν η υποκατάστασή του από το ίδιο το Δημόσιο μέσω ΥΠΟΙΚ ή έναν άλλον σύγχρονο φορέα, τύπου ΟΔΔΗΧ, με σαφώς προσδιορισμένους στόχους και αρμοδιότητες, που θα αξιολογούνται συνεχώς από το αρμόδιο υπουργείο και γιατί όχι και από τη Βουλή (αυτονόητο, με νομοθετική ρύθμιση και προηγούμενη ενημέρωση των θεσμών).

* Ο κ. Ηλίας Πεντάζος είναι χρηματοοικονομικός σύμβουλος, τ. γ.γ. Δημοσιονομικής Πολιτικής, τ. πρόεδρος ΟΔΔΗΧ.

** Ο κ. Δημήτρης Γρίσπος είναι χρηματοοικονομικός σύμβουλος, ACCA, MBA.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT