Deal στην Κίνα από την BASF για επένδυση 10 δισ. ευρώ

Deal στην Κίνα από την BASF για επένδυση 10 δισ. ευρώ

Ανησυχία του Βερολίνου για την κίνηση του γερμανικού κολοσσού χημικών

3' 36" χρόνος ανάγνωσης

Παρά την ανησυχία που έχει προκαλέσει στις αγορές και στον επιχειρηματικό κόσμο εντός και εκτός Κίνας η ενίσχυση του Κινέζου προέδρου, Σι Τζινπίνγκ, υπερμάχου του κρατισμού και των παρεμβάσεων στην οικονομία, οι δυτικές επιχειρήσεις δεν δείχνουν να πτοούνται και δεν ακυρώνουν τα επενδυτικά τους σχέδια στη δεύτερη οικονομία του κόσμου.

Είναι ενδεικτική η περίπτωση του γερμανικού κολοσσού των χημικών BASF, που σχεδιάζει επένδυση ύψους 10 δισ. ευρώ στην Κίνα, καθώς προσβλέπει σε μεγάλη ανάπτυξη των ασιατικών αγορών ενώ επιδιώκει τη μείωση της έκθεσής του στην Ευρώπη. Η επένδυση αφορά την ανέγερση συγκροτήματος χημικών στην περιοχή Ζαντζιάνγκ, στο νότιο μέρος της χώρας. Η γερμανική βιομηχανία σχεδιάζει μάλιστα να λειτουργεί το εν λόγω συγκρότημα αποκλειστικά με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η κίνηση του γερμανικού βιομηχανικού κολοσσού τροφοδοτεί την ανησυχία του Βερολίνου για την αυξανόμενη οικονομική εξάρτηση της Γερμανίας από τον μείζονα εμπορικό της εταίρο, την Κίνα. Η ανησυχία οφείλεται στο ότι βλέπει τη δεύτερη οικονομία στον κόσμο να κάνει μια απροκάλυπτη στροφή προς τον απολυταρχισμό. Είναι ενδεικτικό της έκθεσης που έχει η Γερμανία στην Κίνα ότι οι γερμανικοί κολοσσοί της αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, BMW και Daimler σε συνδυασμό με την BASF αντιπροσωπεύουν από κοινού το ένα τρίτο του συνόλου των ευρωπαϊκών επενδύσεων στην Κίνα την περίοδο από το 2018 έως και το 2021.

Σύμφωνα μάλιστα με πρόσφατη έρευνα που δόθηκε στη δημοσιότητα στα τέλη του περασμένου μήνα, οι γερμανικές επενδύσεις στην Κίνα αυτό το χρονικό διάστημα αντιπροσωπεύουν το 43% του συνόλου των άμεσων ξένων επενδύσεων στη χώρα, όταν την προηγούμενη δεκαετία δεν υπερέβαιναν το 34%.

Στο μεταξύ, πάντως, παράγοντες της κινεζικής αγοράς που μίλησαν προσφάτως στο Reuters σκιαγράφησαν μιαν εντελώς διαφορετική εικόνα, τονίζοντας πως καμία ευρωπαϊκή επιχείρηση δεν έχει επενδύσει στην Κίνα από τη στιγμή που εκδηλώθηκε η πανδημία και μέχρι σήμερα. Προ μηνών, στην αρχή του καλοκαιριού, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις είχαν αρχίσει να αποφεύγουν την Κίνα και όσες είχαν ήδη μεγάλη έκθεση σε αυτήν είχαν αρχίσει να την εγκαταλείπουν. Από σχετική δημοσκόπηση του Bloomberg είχε προκύψει πως 23% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων προβληματίζονταν ότι ίσως έπρεπε να αναστείλουν τις επενδύσεις τους στην Κίνα ή και να φύγουν από τη χώρα. Οπως, πάντως, επισημαίνει σχετικό ρεπορτάζ του Reuters, η ειρωνεία της τύχης είναι ότι ισχυρότατοι γεωπολιτικοί παράγοντες εξωθούν τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην κινεζική αγορά και είναι αφενός το κόστος της ενέργειας και αφετέρου η ανάγκη να τοποθετήσουν προσωπικό στη δεύτερη οικονομία του κόσμου ώστε να διασφαλίσουν την προμηθευτική τους αλυσίδα.

Το 43% των άμεσων ξένων επενδύσεων στην Κίνα την περίοδο από το 2018 έως και το 2021 προέρχεται από τη Γερμανία.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την BASF, έχει προειδοποιήσει πως η προσπάθεια της Ευρώπης να απεξαρτηθεί ενεργειακά από τη Ρωσία, να υποκαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), συνεπάγεται διαρθρωτικό ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις ευρωπαϊκές οικονομίες έναντι των ανταγωνιστριών τους που θα προμηθεύονται φθηνότερη ενέργεια.

Στο πλαίσιο, άλλωστε, της έκτακτης δημοσίευσης προκαταρκτικών αποτελεσμάτων γ΄ τριμήνου, η BASF ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να μειώσει το λειτουργικό της κόστος στην Ευρώπη κατά 500 εκατ. ευρώ ετησίως έως το 2024. Το σχετικό πρόγραμμα προβλέπει μαζικές απολύσεις και ενδεχομένως και άλλες διαρθρωτικές μεταβολές στην παραγωγή της στη Γηραιά Ηπειρο. Καθοριστικός παράγοντας που υπαγορεύει αυτές τις κινήσεις στον κολοσσό των χημικών δεν είναι άλλος από την ακριβή ενέργεια. Τους πρώτους εννέα μήνες του 2022, το φυσικό αέριο κόστισε στις μονάδες της BASF εντός Ευρώπης περίπου 2,2 δισ. ευρώ περισσότερο από την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.

Οπως τονίζει, άλλωστε, θεωρεί αναγκαίο τον περιορισμό της παρουσίας της στην εγχώρια αγορά της Γερμανίας εξαιτίας αυτού του μείγματος αρνητικών παραγόντων, που είναι η αναιμική ανάπτυξη, το υψηλό κόστος της ενέργειας και οι υπερβολικές ρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, προειδοποιεί την Ευρώπη ότι οι τρεις αυτοί παράγοντες στοιχειοθετούν «ένα πλαίσιο συνθηκών που θέτουν σε κίνδυνο τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των Ευρωπαίων παραγωγών και τους αναγκάζουν να προσαρμόσουν αναλόγως το κόστος τους το τάχιστο δυνατόν, αλλά και σε μόνιμη βάση».

Στο μεταξύ, πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις τηρούν στάση αναμονής και δεν αποφασίζουν ούτε να προωθήσουν ούτε να αναστείλουν επενδυτικά τους σχέδια στην Κίνα μέχρις ότου αρχίσει να ξεκαθαρίζει το τοπίο και να καταστεί σαφές αν θα χαλαρώσει και πότε μπορεί να χαλαρώσει τουλάχιστον η πολιτική μηδενικής ανοχής στον κορωνοϊό. Πρόκειται για την πολιτική που έχει κυριολεκτικά γονατίσει πολλές ξένες βιομηχανίες στην Κίνα, με τα στοιχεία να καταδεικνύουν ότι ειδικότερα το α΄ τρίμηνο του έτους, όταν ήταν σε εξέλιξη τα πλέον εκτεταμένα lockdowns, οι ξένες επιχειρήσεις σημείωσαν πτώση κερδών 16,2%.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT