Η απόφαση του πρωθυπουργού να ξεκινήσουν σεισμογραφικές έρευνες αποκλειστικού χαρακτήρα στα δύο θαλάσσια τεμάχια νοτιοδυτικώς της Κρήτης και νοτίως της Πελοποννήσου συνιστά ένα πολύ θετικό ορόσημο για τη μεσοπρόθεσμη διασφάλιση της ενεργειακής αυτάρκειας και ασφάλειας της χώρας. Η προσπάθεια αναβίωσης της εξερεύνησης και παραγωγής (Ε&Π) υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, που ανακινείται με τον νόμο 4001/2011 όταν και οριοθετήθηκαν οι ελληνικές νόμιμες αξιώσεις με βάση τη μέση γραμμή έναντι της Λιβύης, έχει περάσει από σαράντα κύματα.
Παρά το γεγονός ότι τα γεωπολιτικά οφέλη της αξιοποίησης της διαδικασίας Ε&Π ήταν προφανή, με σαφέστατο το παράδειγμα της Κύπρου, υπήρξαν πισωγυρίσματα, καθυστερήσεις και δαιδαλώδεις αδειοδοτικές διαδικασίες που σε συνδυασμό με την κινητοποίηση οργανωμένων μειοψηφιών κατέληξαν να διώξουν από τη χώρα επενδυτές. Παράλληλα, καλλιεργήθηκε η εσφαλμένη αντίληψη είτε ότι το κόστος της Ε&Π θα επιβαρύνει το Δημόσιο είτε ότι τα έσοδα θα είναι πολύ χαμηλά συγκριτικά με το περιβαλλοντικό ρίσκο και το κλιματικό κόστος της ανεύρεσης και εξόρυξης υδρογονανθράκων.
Στην πραγματικότητα, το κόστος των επενδύσεων βαραίνει αποκλειστικά τις εταιρείες υδρογονανθράκων που θα κληθούν να μοιραστούν το όποιο δυνητικό κέρδος με τις τοπικές κοινωνίες και το κράτος. Από τις εκατομμύρια θαλάσσιες γεωτρήσεις που έχουν γίνει παγκοσμίως, μόνο μία έχει προκαλέσει σοβαρό περιβαλλοντικό ατύχημα στον Κόλπο του Μεξικού το 2010, χωρίς ωστόσο αυτό να υποβαθμίσει ή να αναστρέψει τη σημασία της περιοχής ως μιας από τις σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγικές επαρχίες των ΗΠΑ.
Ολοι οι Αμερικανοί πρόεδροι μετά το 2010, ασχέτως των διαμετρικά αντίθετων απόψεών τους επί του κλιματικού ζητήματος, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κρατήσουν τις πετρελαϊκές εταιρείες στον Κόλπου του Μεξικού και όχι να τις διώξουν, αυστηροποιώντας προφανώς το περιβαλλοντικό πλαίσιο αδειοδοτήσεων που εφαρμόζεται πλέον παντού στον ανεπτυγμένο κόσμο συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Στη χώρα μας υπάρχει πόλη και περιοχή (Πρίνος) όπου παράγεται εδώ και δεκαετίες πετρέλαιο υποθαλάσσια και σε μικρή απόσταση από την ακτή χωρίς να έχει προκύψει κανένα περιβαλλοντικό ζήτημα και χωρίς να έχει παρεμποδιστεί η οικονομική και τουριστική άνθηση της Καβάλας.
Σε ό,τι αφορά το κλιματικό κόστος των εξορύξεων, πρέπει να καταστεί σαφές ότι η συντομότερη οδός για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου είναι η αντικατάσταση πετρελαίου και λιγνίτη με τη χρήση φυσικού αερίου. Το φυσικό αέριο αποτελεί το καύσιμο-γέφυρα που θα καταστήσει την πολυδεκαετή ενεργειακή μετάβαση προς ένα εξηλεκτρισμένο σύστημα μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος, και ασφαλέστερη και λιγότερο κοστοβόρα.
Εάν υπάρχει ένα μάθημα που πρέπει να κρατήσουμε από την ενεργειακή κρίση που προκάλεσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είναι ότι δεν υπάρχει στιγμιαία παραγωγή φυσικού αερίου και ότι η πλήρης αποεπένδυση από τους υδρογονάνθρακες είναι και πρόωρη και εξαιρετικά επικίνδυνη από άποψη ενεργειακής ασφάλειας.
Οι παρούσες συνθήκες κρίσης επιτάχυναν και την απόφαση του πρωθυπουργού τον Απρίλιο του 2022 να επισπεύσει τις διαδικασίες εξερεύνησης για τον εντοπισμό δυνητικών γεωτρητικών στόχων σε 5 θαλάσσια τεμάχια προτεραιότητας, ενώ μέσα στο 2023 αναμένεται να γίνει η πρώτη γεώτρηση στην Ελλάδα έπειτα από σχεδόν 25 έτη στην περιοχή των Ιωαννίνων. Μέσα σε λίγους μήνες το 2022 έχουμε κάνει περισσότερα σεισμικά από ό,τι έχουν γίνει στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες (με εξαίρεση τα σεισμικά της PGS το 2014).
Σε ό,τι αφορά δε την Κρήτη και τις νότιες θαλάσσιες ζώνες που έχουν οριοθετηθεί ως τμήματα της διεκδικούμενης ελληνικής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ από το 2011, η διενέργεια των σεισμογραφικών ερευνών από την κοινοπραξία Exxon/HELLENiQ ENERGY αποτελεί την πρώτη ενάσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε θαλάσσιες ζώνες όπου αμφισβητούνται τα κυριαρχικά μας δικαιώματα μέσω του τουρκολιβυκού μνημονίου.
Η ενάσκηση αυτών των δικαιωμάτων εδραιώνει τις ελληνικές θέσεις ενόψει μιας πιθανής διαπραγμάτευσης για την οριστική οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της συγκεκριμένης περιοχής μαζί με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, όταν η Λιβύη θα αποκτήσει μια κυβέρνηση που θα έχει και την εσωτερική αλλά και τη διεθνή νομιμοποίηση να μπει σε μια τέτοια διαπραγμάτευση με την Ελλάδα και μόνο με αυτή.
Οταν δε γίνει αυτή η διαπραγμάτευση, θα γίνει με βάση όχι το τερατούργημα του μνημονίου που υπέγραψε η τότε –υπό πολιορκία– κυβέρνηση της Τρίπολης με την Τουρκία αλλά με βάση το κεκτημένο της ελληνοαιγυπτιακής οριοθέτησης του 2020 και την UNCLOS που έχει υπογράψει (αλλά όχι επικυρώσει) η Λιβύη ήδη από το 1984. Εως ότου προκύψει μια τέτοια κυβέρνηση η Ελλάδα δεν μπορεί να παρακολουθεί την επέλαση των τουρκικών διεκδικήσεων και να μην ενασκεί τα δικαιώματά της σε οριοθετημένη ζώνη έννομων διεκδικήσεων εδώ και 11 χρόνια και πολύ περισσότερο σε οριοθετημένη ΑΟΖ μετά το 2020.
* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής και Ενεργειακής Πολιτικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.