Οι αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας ευνοούν τη χώρα

Οι αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας ευνοούν τη χώρα

Θετικές για την αξιολόγηση της Ελλάδας χαρακτηρίζονται από τους οίκους οι προτάσεις της Κομισιόν για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, καθώς στέλνουν ένα σήμα «ασφάλειας» σε αγορές και επενδυτές, με τους οικονομολόγους να υπογραμμίζουν πως οι νέοι κανόνες που προτείνονται είναι λιγότερο περιοριστικοί και πιο ρεαλιστικοί από τους προηγούμενους

4' 45" χρόνος ανάγνωσης

Θετικές για την αξιολόγηση της Ελλάδας χαρακτηρίζονται από τους οίκους οι προτάσεις της Κομισιόν για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, καθώς στέλνουν ένα σήμα «ασφάλειας» σε αγορές και επενδυτές, με τους οικονομολόγους να υπογραμμίζουν πως οι νέοι κανόνες που προτείνονται είναι λιγότερο περιοριστικοί και πιο ρεαλιστικοί από τους προηγούμενους, λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές για την ενίσχυση της ανάπτυξης και δίνοντας χώρο για επενδύσεις, έστω και αν συνδυάζονται με το «μαστίγιο» αυστηρότερων κυρώσεων σε περίπτωση μη τήρησης των δεσμεύσεων.

Οι τρεις λόγοι

Ειδικοί της αγοράς μιλούν μάλιστα για εξαιρετικά σημαντικές αποφάσεις για την Ελλάδα, για τρεις κυρίως λόγους:

• Πρώτον, δίνεται πλέον η δυνατότητα στην Ελλάδα να παρουσιάζει συγκεκριμένο πλαίσιο ελέγχου της χώρας στους επενδυτές ώστε να μην ανησυχούν για την πιθανότητα εκτροχιασμού των δημοσιονομικών μετά το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας, ειδικά κατά την περίοδο που δεν έχει ακόμη επιτευχθεί η επενδυτική βαθμίδα.

• Δεύτερον, το ενιαίο αυτό πλαίσιο στηρίζεται σε γενικές αρχές και δεν αποτελεί πλέον στίγμα για συγκεκριμένες χώρες, αφού θα είναι κοινής εφαρμογής.

• Τρίτον, η Ελλάδα έχει εξοικειωθεί με την εφαρμογή προγραμμάτων προσαρμογής, και πολύ αυστηρών μάλιστα, και έτσι αναμένεται να αναδειχθούν τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα σε αυτή τη διαδικασία. Η Ελλάδα έχει άλλωστε ήδη τη βασική υποχρέωση για πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με τους τόκους, άρα εάν αυτό πρέπει να επιβεβαιώνεται κάθε τέσσερα χρόνια, δεν αποτελεί πρόβλημα για τη χώρα.

Αν και οι προτάσεις της Κομισιόν αποτελούν μόνο μια βάση και ένα σημείο εκκίνησης στον μακρύ δρόμο των συζητήσεων που θα ακολουθήσουν μέχρι την τελική απόφαση για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης που θα ισχύσει το 2024, χαρακτηρίζονται από τους αναλυτές ως ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο στέλνει ένα σήμα «ασφάλειας» σε αγορές και επενδυτές, εκτιμούν οι οίκοι.

Ουσιαστικά, το νέο πλαίσιο της Επιτροπής διατηρεί αμετάβλητους τους στόχους του ελλείμματος του 3% και του χρέους 60%, αλλά εισάγει μεγαλύτερη ευελιξία και περισσότερες προσαρμογές ανάλογα με την «ειδική κατάσταση» κάθε χώρας. Οι χώρες της Ε.Ε. θα πρέπει να παρουσιάσουν τετραετή σχέδια για τον τρόπο μείωσης του χρέους, ενώ μπορεί να δοθεί παράταση τριών ετών εάν ζητηθεί. Αυτά τα σχέδια θα πρέπει στη συνέχεια να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στη συνέχεια να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αυτό μοιάζει πολύ με τα εθνικά προγράμματα μεταρρυθμίσεων που έπρεπε να παρουσιάσουν οι κυβερνήσεις προκειμένου να πληρούν τις προϋποθέσεις για τις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης.

«Καρότο και μαστίγιο»

Ο ρυθμός μείωσης του χρέους δεν θα ακολουθεί πλέον τον κανόνα του 1/20 της υποχρεωτικής ετήσιας μείωσης του χρέους που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ, αλλά θα αντικατασταθεί από ειδική προσέγγιση ανά χώρα, ανάλογα με τις ανάγκες και δυνατότητές της, η οποία θα περιλαμβάνει επίσης ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους.

Σύμφωνα με την πρόταση της Κομισιόν, θα υπάρξει μια σαφής εστίαση στις κρατικές δαπάνες ως δείκτη δημοσιονομικής πολιτικής και διασφάλισης της πτωτικής πορείας του χρέους. Από αυτή την άποψη, οι πληρωμές τόκων και οι δαπάνες σχετικά με την ανεργία αναμένεται να εξαιρεθούν από τη μέτρηση μιας διαδρομής δαπανών. Πάντως, αντίθετα με τις προσδοκίες, η Κομισιόν δεν πρότεινε έναν νέο «χρυσό κανόνα», αποκλείοντας δηλαδή ορισμένες δημόσιες δαπάνες από τον υπολογισμό του ελλείμματος και του χρέους. Αντιθέτως, επέλεξε μια πιο έμμεση προσέγγιση, δίνοντας στις χώρες περισσότερο χρόνο για να μειώσουν το δημόσιο χρέος εάν δεσμευθούν για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις φιλικές προς την ανάπτυξη. Δίνοντας περισσότερο χρόνο για τη μείωση του δημόσιου χρέους και ανοίγοντας την πόρτα για περισσότερη ευελιξία και επενδύσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει σαφώς προσφέρει ένα «καρότο» στα δημοσιονομικά «περιστέρια».

Ταυτόχρονα, ωστόσο, αναμένεται να χρησιμοποιήσει ένα πολύ ισχυρό «μαστίγιο»: τη λεγόμενη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος, η οποία γίνεται αυστηρότερη όσον αφορά τις δεσμεύσεις για το χρέος. Μέχρι στιγμής, επιβάλλονταν κυρώσεις μόνο σε όσες χώρες είχαν ελλείμματα του προϋπολογισμού υψηλότερα από 3% του ΑΕΠ, και όχι για την υπέρβαση του χρέους άνω του 60% του. Πλέον, αν ένα κράτος παρεκκλίνει από τον στόχο των δαπανών, ενεργοποιείται η διαδικασία, με πρόστιμα τα οποία αφορούν την αναστολή χρηματοδότησης από τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Ανάκαμψης σε περίπτωση που δεν λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα, ενώ κυρώσεις θα επιβάλλονται ακόμη και σε μη τήρηση των συμφωνηθέντων.

Πάντως, από την πλευρά των οίκων αξιολόγησης, η πρόταση αυτή της Κομισιόν είναι πιστωτικά θετική, κάτι που είναι σημαντικό για την Ελλάδα. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, διευθυντής του οίκου αξιολόγησης Scope Ratings, το γεγονός ότι βασικά στοιχεία του δημοσιονομικού πλαισίου θα εισαχθούν εκ νέου είναι πιστωτικά θετικό, καθώς δίνει στους οίκους αξιολόγησης μεγαλύτερη εμπιστοσύνη ότι η ευρωπαϊκή εποπτεία της μακροοικονομικής και δημοσιονομικής διαχείρισης των κρατών-μελών της Ε.Ε. θα διασφαλίσει ότι το χρέος θα μειώνεται βιώσιμα σε μακροπρόθεσμη βάση και ότι τα ελλείμματα είναι επίσης βιώσιμα. Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, υποστηρίζουν και διασφαλίζουν ότι το χρέος τίθεται σε σταθερή πτωτική τροχιά, με τις εκτιμήσεις της Scope να το τοποθετούν στο 146,5% του ΑΕΠ έως το 2027, από 193,3% το 2021.

Οι νέοι κανόνες που προτείνει η Κομισιόν είναι πολύ λιγότερο περιοριστικοί από τους προηγούμενους και λαμβάνουν υπόψη πολιτικές για την αύξηση της μεσομακροπρόθεσμης ανάπτυξης, με τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις να παίζουν σημαντικό ρόλο, σημειώνει και ο Φιλίπ Γκουντίν, επικεφαλής οικονομολόγος της Barclays. «Επομένως», όπως τονίζει μιλώντας στην «Κ», «είναι καλά νέα για χώρες με υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα. Τώρα πρέπει να δούμε αν η Γερμανία και οι “σκληροί” (frugals) της Ε.Ε. θα τους δεχθούν».

Θετική για την Ελλάδα χαρακτηρίζει και ο Κάρστεν Μπρζέσκι, επικεφαλής οικονομολόγος της ING, την πρόταση της Κομισιόν, καθώς «δίνει περισσότερο χρόνο για τη ρεαλιστική μείωση των επιπέδων χρέους, διατηρώντας παράλληλα χώρο για επενδύσεις». Αυτό, όπως επισημαίνει στην «Κ», σηματοδοτεί σίγουρα ένα τέλος στη συνταγή σκληρής λιτότητας από την κρίση του ευρώ. Ταυτόχρονα, θα μπορούσε επίσης να σημαίνει ότι η σταθεροποίηση και μόνο του χρέους σε υψηλά επίπεδα δεν αρκεί πλέον, αλλά ότι οι χώρες πρέπει να μειώσουν το χρέος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT