«Πολλοί επενδυτές που ενδιαφέρονται να εκδώσουν άδεια παραμονής μέσω του προγράμματος “χρυσή βίζα”, είναι άνθρωποι που έχουν περιουσίες σε περιοχές και χώρες που διανύουν έντονη γεωπολιτική και οικονομική κρίση, όπως π.χ. ο Λίβανος, η Τουρκία, η Λιβύη κ.λπ. Ως εκ τούτου, δεν ενδιαφέρονται τόσο για το ακίνητο που θα αγοράσουν, καθώς αυτό είναι το μέσο για τον απώτερο στόχο τους, που δεν είναι άλλος από την άδεια παραμονής για τους ίδιους και τα μέλη της οικογένειάς τους, αλλά και την προστασία της περιουσίας τους, που σε πολλές περιπτώσεις απειλείται με εξαΰλωση», εξηγεί στην «Κ» εκπρόσωπος νομικού γραφείου που ειδικεύεται σε προγράμματα επενδυτικής μετανάστευσης.
Κάπως έτσι εξηγείται και το φαινόμενο αγοράς ακινήτων, ιδίως στο κέντρο της Αθήνας, αντί ποσών της τάξεως των 250.000 ευρώ, όσο δηλαδή είναι το ελάχιστο όριο για την εξασφάλιση της «χρυσής βίζας», δηλαδή αρκετά παραπάνω από την τιμή ζώνης που ισχύει στις περιοχές αυτές. Οι επενδυτές ενδιαφέρονται να αποκτήσουν κατοικίες που να μπορούν να αξιοποιηθούν μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων, προκειμένου να αποφέρουν κάποια έσοδα, ή να μισθωθούν με μακροχρόνια συμβόλαια. Για τον λόγο αυτό επιλέγουν κυρίως το κέντρο της Αθήνας, όπου η ζήτηση είναι σταθερά υψηλή, είτε από τουρίστες είτε από φοιτητές ή και οικογένειες.
Αυτήν την περίοδο μάλιστα, λόγω και της πρωθυπουργικής εξαγγελίας για τον διπλασιασμό του ελάχιστου ορίου που απαιτείται για την εξασφάλιση της άδειας παραμονής, στις 500.000 ευρώ, παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα στην αγορά. Πάντως, όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς ακινήτων, το ελληνικό πρόγραμμα έχει αυστηρές προδιαγραφές, ώστε να διασφαλίζεται η νομιμότητα και να αποφεύγεται η διακίνηση «μαύρου» χρήματος. Για παράδειγμα, δεν είναι εφικτό να αποκτηθεί ακίνητο με μετρητά, παρά μόνο μέσω μεταφοράς εμβάσματος από την τράπεζα του επενδυτή στην τράπεζα του πωλητή.
Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες ζητούν από την τράπεζα του πωλητή τη χορήγηση βεβαίωσης ότι τα χρήματα που τηρεί στον λογαριασμό του είναι νόμιμα, όπως επίσης και αντίγραφο των συναλλαγών του τελευταίου τριμήνου. Ουσιαστικά, όπως σημειώνουν φορείς της αγοράς, αν τα κεφάλαια προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες, θα πρέπει η όποια «νομιμοποίησή» τους να έχει γίνει στη χώρα προέλευσης του επενδυτή, προτού εξέλθουν αυτής για να γίνουν π.χ. άδεια παραμονής και ακίνητο σε κάποια χώρα που έχει σε εφαρμογή τέτοιο πρόγραμμα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπ. Μεταναστευτικής Πολιτικής, από την αρχή του προγράμματος και μέχρι το τέλος του φετινού Αυγούστου είχαν χορηγηθεί 9.178 άδειες, ενώ είχαν ανανεωθεί επιπλέον 1.321. Επίσης, αυτήν την περίοδο εκκρεμούν αιτήσεις για την έκδοση 2.009 νέων αδειών και την ανανέωση 838.
Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr