Το ενδεχόμενο δραστικής μείωσης της παραγωγής ή ακόμη και πλήρους αναστολής της λειτουργίας των μονάδων τους εξετάζουν ενεργοβόρες βιομηχανίες της χώρας λόγω του υψηλού ενεργειακού κόστους. Η κυβέρνηση αντιλαμβανόμενη ότι δεν πρόκειται για απειλές χωρίς περιεχόμενο αλλά για κίνδυνο πραγματικό, εξετάζει μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και των ενισχυμένων επιδοτήσεων που για την πλευρά της βιομηχανίας αποτελεί το μοναδικό μέτρο άμεσης εφαρμογής. «Είναι αυτονόητο ότι θα εξαντλήσουμε κάθε δημοσιονομική δυνατότητα προκειμένου να στηρίξουμε με πρόσθετα μέτρα τη βιομηχανία στη δύσκολη αυτή συγκυρία», δηλώνει στην «Κ» ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
«Κατανοούμε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει πολλά πράγματα, αλλά θα πρέπει να μας κρατήσει ανοιχτούς. Να παραμείνουμε ζωντανοί. Η ενέργεια δεν είναι για εμάς το 1% του κόστους. Δεν είμαστε ψιλικατζίδικο. Στα ενεργοβόρα εργοστάσια το ρεύμα είναι 40%, 50% και 55% του κόστους. Εάν δεν βρεθεί μια λύση εμείς 1η Ιανουαρίου κλείνουμε…», δηλώνει στην «Κ» ο διευθύνων σύμβουλος της χαρτοβιομηχανίας ΜΕΛ, Δημήτρης Θεοχάρης. «Με την αβεβαιότητα που υπάρχει, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Εχουμε κάνει τους προϋπολογισμούς μας αλλά πρακτικά πάμε μέρα με τη μέρα, βλέπουμε τι γίνεται και αποφασίζουμε», δηλώνει ο γενικός διευθυντής Εξαγωγών και Εφοδιαστικής Αλυσίδας της ΑΓΕΤ-Ηρακλής, Νίκος Μπόζος. «Δεν αντέχουμε άλλο με τιμές ρεύματος έξι φορές πάνω. Δεν μπορείς να υπογράψεις συμβόλαια με τιμές ρεύματος που αλλάζουν ανά μήνα. Εχουμε περιορίσει σταδιακά την παραγωγή εδώ και 1,5 χρόνο και πλέον την ερχόμενη εβδομάδα θα προχωρήσουμε σε ολική αναστολή της λειτουργίας και των τεσσάρων εργοστασίων μας στα Φάρσαλα», δηλώνει ο επικεφαλής της κλωστοϋφαντουργίας Επίλεκτος, Ευριπίδης Δοντάς.
«Θα εξαντλήσουμε κάθε δημοσιονομική δυνατότητα προκειμένου να στηρίξουμε με πρόσθετα μέτρα τη βιομηχανία», λέει στην «Κ» ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
Η βαριά βιομηχανία της χώρας που άντεξε τα χρόνια της κρίσης, διευρύνοντας τα μερίδιά της στη διεθνή αγορά και σήμερα είναι κατά βάση εξαγωγική, από 1ης Ιανουαρίου του νέου έτους θα πρέπει να πληρώνει το ρεύμα σε τιμή αγοράς, που σημαίνει ίσως και πάνω από 300 ευρώ τη μεγαβατώρα τους επόμενους μήνες, βάσει των σημερινών προβλέψεων. Οι συμβάσεις με τη ΔΕΗ για τις βιομηχανίες υψηλής τάσης (περίπου 10 εργοστάσια από τους κλάδους χαλκού, αλουμινίου, τσιμέντου και χάρτου) λήγουν στις 31 Δεκεμβρίου. Η ΔΕΗ έχει ενημερώσει με επιστολές ότι με τη λήξη της τρέχουσας σύμβασης, δηλαδή από 1.1.2023 και εξής, η τιμολόγηση για τις ποσότητες κατανάλωσης ενέργειας θα είναι αποκλειστικά μεταβλητή (Indexed), επισημαίνοντας μάλιστα επικαλούμενη τον Κώδικα Προμήθειας, ότι η κατάρτιση μη σύμβασης «πέραν ενός εύλογου χρονικού διαστήματος διαπραγμάτευσης, έχει ως συνέπεια την εξάλειψη οποιασδήποτε υποχρέωσης του προμηθευτή για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας». Με απλά λόγια, η ΔΕΗ ενημέρωσε τους μεγάλους πελάτες της ότι εάν δεν τα βρουν σε μια τιμολόγηση που θα βασίζεται στη μεταβαλλόμενη ανά μήνα χρηματιστηριακή τιμή, δεν είναι υποχρεωμένη να συνεχίσει να τους παρέχει ρεύμα. Η βιομηχανία βρίσκεται κυριολεκτικά σε αναμμένα κάρβουνα καθώς απομένουν μόλις 15 ημέρες για να βρεθεί μια λύση, κοινοποιώντας το πρόβλημα με σειρά επισήμων και μη συναντήσεων τον τελευταίο μήνα, τόσο στους συναρμόδιους υπουργούς όσο και στο Μαξίμου. Το αίτημα, όπως μεταφέρεται από στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου, είναι κοινό: Να δημιουργηθεί ένα σχήμα ενίσχυσης, αντίστοιχο με αυτά άλλων χωρών της Ευρώπης, που θα κρατάει την τιμή του ρεύματος σε ένα επίπεδο κοντά στα 140 ευρώ/MWh. «Δεν μπορεί η τιμή του ρεύματος να αλλάζει κάθε μήνα. Δεν μπορείς να προγραμματίσεις την παραγωγή σου και να κάνεις μακροπρόθεσμα συμβόλαια χωρίς τιμολόγια με κάποιο χρονικό ορίζοντα. Η βαριά βιομηχανία της χώρας είναι ξεκάθαρα εξαγωγική και θα πρέπει η τιμή που πληρώνουμε να είναι συγκρίσιμη με αυτή που πληρώνουν οι ανταγωνιστές μας», δηλώνει στην «Κ» ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων.
Η βιομηχανία υπολογίζει ότι η ανταγωνιστική αυτή τιμή μπορεί να επιτευχθεί με ένα κόστος επιδότησης της τάξης των 120-180 εκατ. ευρώ το 2023 (ανάλογα με την οριακή τιμή συστήματος). Οι συμβάσεις με τη ΔΕΗ που λήγουν το 2022 αφορούν περίπου κατανάλωση 3 ΤWh. Με μια πρόβλεψη για τη μέση ΟΤΣ το 2023 στα 250-275 ευρώ/MWh, υπολογίζεται ότι θα πρέπει να δοθεί μια συνολική συνδρομή από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης της τάξης των 450-600 εκατ. ευρώ. Το 70% αυτού του κόστους η βιομηχανία θα το πάρει ούτως ή άλλως από το ΤΕΜ εάν πάει σε μεταβαλλόμενα τιμολόγια, όπως το παίρνουν σήμερα όλες οι επιχειρήσεις (μέση και χαμηλή τάση). Επομένως, μόνο το 30% αποτελεί επιπλέον κόστος επιδότησης που για το 2023 καταλήγει σε ένα ποσό της τάξης των 120-180 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της βιομηχανίας.
«Το ποσό είναι υποπολλαπλάσιο από αυτό που δίνεται στα νοικοκυριά. Να δώσουν 100 εκατ. ευρώ για να σωθούν κάποια εργοστάσια της χώρας που είναι εξαγωγικά. Νομίζω ότι η κυβέρνηση θα καταλάβει το πρόβλημα και θα το κάνει», δηλώνει ο διευθύνων σύμβουλος της ΜΕΛ, Δ. Θεοχάρης.
Μειώσεις και πλαφόν στη Γερμανία, επιδοτήσεις σε Γαλλία και Ιταλία
Κατά μια ατυχή σύμπτωση, οι συμβάσεις της ενεργοβόρου εγχώριας βιομηχανίας με τη ΔΕΗ, που διασφάλιζαν σταθερά τιμολόγια χαμηλού κόστους, συμβαίνει να λήγουν ακριβώς την περίοδο που οι ανταγωνιστές τους στην Ευρώπη θα επωφεληθούν με μέτρα μείωσης του κόστους που λαμβάνονται σε κυβερνητικό επίπεδο, σε μια προσπάθεια να κρατήσουν ζωντανή και εντός συνόρων την παραγωγή τους. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη έκλεισαν οι μισές χαλυβουργίες και τα μισά αλουμινάδικα πρωτόχυτου αλουμινίου, ψευδαργύρου και χαλκού.
Στην Ελλάδα οι έστω περιορισμένες επιδοτήσεις στις ενεργοβόρες βιομηχανίες μέσης τάσης και τα σταθερά συμβόλαια με τη ΔΕΗ των επιχειρήσεων υψηλής τάσης περιόρισαν τις επιπτώσεις σε μια μικρή συρρίκνωση της παραγωγής. Με τη λήξη των συμβάσεων με τη ΔΕΗ, από 1ης Ιανουαρίου το κόστος ρεύματος για τις βιομηχανίες υψηλής τάσης θα εκτοξευθεί, την ίδια στιγμή που σε άλλες χώρες της Ευρώπης θα αρχίσει να μειώνεται δραστικά.
Η Γερμανία προωθεί οριζόντια τιμή ρεύματος για τη βιομηχανία στα 130 ευρώ/MWh και παράλληλα πλαφόν τιμής στα 70 ευρώ/MWh στην τιμή του φυσικού αερίου για βιομηχανική χρήση. Τα μέτρα αναμένεται να νομοθετηθούν πριν από τις γιορτές και να εφαρμοστούν από 1.1.2023.
Στη Γαλλία, η κυβέρνηση πέραν των μέτρων Exeltium και Arenh, που διασφαλίζουν σταθερές τιμές και πρόσβαση στη χαμηλή παραγωγή των πυρηνικών σταθμών της EDF, προχωράει σε γενναίες επιδοτήσεις για επενδύσεις στην απανθρακοποίηση.
Η Ιταλία, παράλληλα με μια αποδοτική διακοψιμότητα ενέκρινε τριετή συμβόλαια για έργα ΑΠΕ, για μια συνολική ποσότητα ενέργειας 16-18 TWh και προτεραιότητα στη βιομηχανία.
Aλλα κράτη-μέλη, όπως η Βουλγαρία, για τον μήνα Νοέμβριο εξασφάλισαν τιμή φυσικού αερίου 63 ευρώ/MWh για τις βιομηχανίες της χώρας.
Δεν είναι όμως μόνο οι ανταγωνιστές από την Ευρώπη που επωφελούνται από νέα μέτρα στήριξης που παίρνουν οι κυβερνήσεις τους. Είναι και ο αθέμιτος ανταγωνισμός από χώρες εκτός Ε.Ε. «Η Τουρκία και οι χώρες της Β. Αφρικής έχουν χαμηλές τιμές καυσίμων και ρεύματος και μπορούν να χτυπάνε τις τιμές στη διεθνή αγορά. Εμείς έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα να συγκρατήσουμε τους όγκους μας εις βάρος των αποτελεσμάτων μας, γιατί δεν έχουμε περάσει όλη την πληθωριστική επιβάρυνση», τονίζει ο κ. Μπέζος από την ΑΓΕΤ Ηρακλής.
«Ερχονται προϊόντα από χώρες που δεν συμμετέχουν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, με πολύ φθηνή ενέργεια και μας παίρνουν τους πελάτες. Αυτό θα μπορούσε να το λύσει η Ευρώπη. Πρέπει να δοθεί μια μικρή βοήθεια να λυθεί ένα πρόβλημα που δεν το δημιουργήσαμε, είναι πολιτικό», τονίζει ο κ. Θεοχάρης από τη ΜΕΛ. «Η βιομηχανία τραβάει χειρόφρενο. Σταματάει όλα τα προγράμματα επενδύσεων, αυξάνουμε τις τιμές των προϊόντων για να μη βρεθούμε στο κενό, εάν πολύ γρήγορα δεν σταθεί αρωγός η πολιτεία δίπλα μας» τονίζει ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων.
Επιτίθεται μάλιστα στη ΔΕΗ τονίζοντας ότι έχει «τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας». Είναι υποχρέωσή της να έρθει σε ειλικρινή και εποικοδομητική διαπραγμάτευση και διάλογο με βάση το μέσο κόστος της. Η πολιτεία τής έχει παραχωρήσει την αποκλειστική διαχείριση του εθνικού πλούτου, δηλαδή τα νερά και τους λιγνίτες. Εχει έρθει η ώρα να στηρίξει τον παραγωγικό ιστό της χώρας», συμπληρώνει.