Οι τρεις αβεβαιότητες που μπορούν να μετατρέψουν το 2023 σε θρίλερ

Οι τρεις αβεβαιότητες που μπορούν να μετατρέψουν το 2023 σε θρίλερ

Ο δείκτης που μετράει τη μεταβολή των τιμών στα τρόφιμα δεν έχει λάβει υψηλότερη τιμή εδώ και 10ετίες. Ποτέ στο παρελθόν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είχε προχωρήσει σε τόσο γρήγορη αύξηση των επιτοκίων, ενώ είναι πιθανό ήδη από το πρώτο εξάμηνο του 2023 να καταγραφεί ιστορικό ρεκόρ και στα ευρωπαϊκά επιτόκια

4' 55" χρόνος ανάγνωσης

Ο δείκτης που μετράει τη μεταβολή των τιμών στα τρόφιμα δεν έχει λάβει υψηλότερη τιμή εδώ και 10ετίες. Ποτέ στο παρελθόν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είχε προχωρήσει σε τόσο γρήγορη αύξηση των επιτοκίων, ενώ είναι πιθανό ήδη από το πρώτο εξάμηνο του 2023 να καταγραφεί ιστορικό ρεκόρ και στα ευρωπαϊκά επιτόκια. Οσο για τις τιμές της ενέργειας, παραμένουν πηγή τεράστιας αβεβαιότητας καθώς αρκεί μια απότομη άνοδος για να «ροκανίσει» τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο και, φυσικά, για να επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τον οικογενειακό προϋπολογισμό.

Αν λοιπόν το 2022 η μεγάλη πρόκληση ήταν η απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας, το πρόβλημα του 2023 θα είναι ένα «κοκτέιλ» πηγών αβεβαιότητας: η πορεία των τιμών των τροφίμων, η πορεία των τιμών της ενέργειας και η ραγδαία αύξηση του κόστους του χρήματος. Ειδικά το πρώτο εξάμηνο, και οι τρεις πηγές θα ασκήσουν έντονες πιέσεις και μένει να φανεί στην πράξη αν τα δρομολογημένα μέτρα στήριξης, αλλά και η οικονομική δραστηριότητα, θα συγκρατήσουν το διαθέσιμο εισόδημα.

• Τα τρόφιμα: Ο δείκτης της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που παρακολουθεί τη μεταβολή των τιμών στα προϊόντα διατροφής έλαβε τον Νοέμβριο την υψηλότερη τιμή των τελευταίων τουλάχιστον 13 ετών. Αναρριχήθηκε στις 119,4 μονάδες, κάτι που σημαίνει ότι από το 2020 μέχρι σήμερα έχει καταγραφεί αύξηση τιμών της τάξεως του 19,4%. Η μεγάλη άνοδος, βέβαια, έχει καταγραφεί μέσα στο 2022 καθώς οι ανατιμήσεις τη φετινή χρονιά ξεπερνούν το 15% ενώ υπάρχουν σαφείς ενδείξεις –κυρίως από τον δείκτη τιμών εισαγωγών– ότι το πρόβλημα με τις ανατιμήσεις των τροφίμων δεν έχει κορυφωθεί ακόμη. Το «μέτωπο» των τροφίμων θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα της νέας χρονιάς. Οχι εξαιτίας των μεγάλων μεταβολών: σε άλλα προϊόντα, όπως είναι το ρεύμα και το φυσικό αέριο, οι ανατιμήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Το πρόβλημα εντοπίζεται στη συμμετοχή που έχει η δαπάνη διατροφής στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ειδικά στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, οικογένειες δηλαδή με μηνιαίο εισόδημα κάτω των 750-1000 ευρώ τον μήνα, θα απαιτείται να καταβληθεί άνω του 20% του εισοδήματος για να καλυφθούν οι διατροφικές ανάγκες όταν πριν από την έναρξη του πληθωριστικού ράλι, η αναλογία διαμορφωνόταν στο 15%. Το πρόβλημα του πληθωρισμού των τροφίμων είναι ότι «χτυπάει» κυρίως τα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια και λειτουργεί αντίστροφα αναδιανεμητικά. Γι’ αυτό και επιλέγεται να αντιμετωπίζεται με έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες είναι «στοχευμένες» και όχι «οριζόντιες», καθώς και άλλα μέτρα στην ίδια κατεύθυνση όπως είναι η μείωση του ΦΠΑ. Η συγκεκριμένη παρέμβαση μπορεί να συμπεριληφθεί μόνο σε πολυετές πλάνο προκειμένου να εξασφαλιστεί και ο απαιτούμενος δημοσιονομικός χώρος.

Τιμές τροφίμων, κόστος ενέργειας και αυξήσεις δόσεων δανείων ενδέχεται να φέρουν στα όριά τους χιλιάδες νοικοκυριά. 

• Το φυσικό αέριο: Ολόκληρος ο προϋπολογισμός έχει στηριχτεί στην παραδοχή ότι το φυσικό αέριο στο χρηματιστήριο του Αμστερνταμ δεν θα ξεπεράσει τα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Την Παρασκευή, η τιμή του αερίου βρισκόταν πολύ κοντά στο «σημείο μηδέν». Τι σημαίνει «σημείο μηδέν;». Οτι το ρεύμα θα συγκρατείται στα σημερινά επίπεδα (περίπου 16 λεπτά ανά κιλοβατώρα για τα νοικοκυριά) χωρίς να απαιτείται παρέμβαση του κρατικού προϋπολογισμού. Οι όποιες επιδοτήσεις θα χρηματοδοτούνται αποκλειστικά με τους πόρους του Ταμείου, οπότε και το ειδικό αποθεματικό του ενός δισ. ευρώ θα μένει στην άκρη για να χρηματοδοτήσει άλλες ανάγκες που θα προκύψουν. Το ζήτημα είναι ότι ουδείς μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η πορεία της τιμής του αερίου μέσα στο 2022. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η τιμή βρέθηκε από τα 95 στα 150 ευρώ για να επιστρέψει και κάτω από τα 120 ευρώ λίγο πριν από την ολοκλήρωση της συνεδρίασης της Παρασκευή. Τα σενάρια που έχουν φτιάξει στο οικονομικό επιτελείο, δείχνουν ότι για κάθε 10 ευρώ υπέρβασης πάνω από το «σημείο μηδέν» προκύπτει και δημοσιονομικό κόστος 300 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, αν η μέση τιμή του φυσικού αερίου για το 2023 ανέλθει στα 130 ευρώ αντί για τα 120 ευρώ, θα χρειαστούν 300 εκατ. ευρώ από τον ενεργειακό κουμπαρά, αν η τιμή φτάσει στα 140 ευρώ, 600 εκατ. ευρώ κ.ο.κ. Ολα θα εξαρτηθούν από τις θερμοκρασίες του χειμώνα. Προς το παρόν, τα πράγματα κυλούν ομαλά, αλλά είμαστε ακόμη στις αρχές της χειμερινής περιόδου.

• Το κόστος του χρήματος: Η επιθετική ρητορική της επικεφαλής της ΕΚΤ την Πέμπτη –ύστερα από την ανακοίνωση της 4ης διαδοχικής αύξησης των επιτοκίων– προϊδεάζει για ακόμη περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων μέσα στο 2023 από αυτές που ενδεχομένως θα περίμενε η αγορά. Από εκεί που οι προβλέψεις έκαναν λόγο για «κορύφωση» του φαινομένου, με το επιτόκιο της ΕΚΤ να «σκαρφαλώνει» στο 3%, τώρα, ουδείς μπορεί να γνωρίζει αν θα δούμε να καταρρίπτεται το ιστορικό ρεκόρ για την Ευρωζώνη, το οποίο καταγράφηκε στις αρχές του 2008, όταν το επιτόκιο «σκαρφάλωσε» στο 4,25% για να αντιμετωπιστεί πολύ χαμηλότερος πληθωρισμός από αυτόν που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη σήμερα. Ούτως ή άλλως, έχει ήδη καταρριφθεί ένα ιστορικό ρεκόρ: οι δανειολήπτες βιώνουν την ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων κατά 2,5 μονάδες (ή και 3 αν προεξοφληθεί η νέα αύξηση της 2ας Φεβρουαρίου) στην Ιστορία. Τρεις ποσοστιαίες μονάδες αύξησης από τις αρχές κιόλας του χρόνου μπορούν να δημιουργήσουν μεγάλο πρόβλημα στους δανειολήπτες και αυτή θα είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της νέας χρονιάς για νοικοκυριά αλλά και επιχειρήσεις. Πολύ απλά, δάνειο 100.000 ευρώ επιβαρύνεται με 3.000 ευρώ τον χρόνο μόνο από τόκους. Τα νοικοκυριά δεν έχουν πλέον πολλές επιλογές. Αρκετοί έσπευσαν να μετατρέψουν τα επιτόκια από κυμαινόμενα σε σταθερά αλλά πλέον και η επιτοκιακή ασφάλεια έχει ακριβύνει αρκετά. Το σταθερό επιτόκιο 5ετίας έχει ήδη φτάσει κοντά στο 4% και θα γίνει ακριβότερο καθώς κάθε φορά που ανεβαίνει το επιτόκιο της ΕΚΤ αυξάνεται και το σταθερό επιτόκιο (σ.σ. οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να αντισταθμίζουν τον κίνδυνο από το «κλείδωμα» του κόστους του χρήματος και αυτό γίνεται με ολοένα και υψηλότερο κόστος, το οποίο φυσικά μετακυλίεται). Οι ρυθμίσεις θα γίνονται από τις τράπεζες με φειδώ για να μη δημιουργείται νέα γενιά δανείων σε καθεστώς υψηλού κινδύνου. Ετσι, η μεγάλη πρόκληση για το νέο έτος είναι να φανεί αν θα υπάρξει νέα γενιά κόκκινων δανείων ή αν, κατά την προσπάθεια να εξυπηρετηθούν οι δανειακές υποχρεώσεις, θα υπάρξει επίπτωση στην κατανάλωση, άρα και στην ανάπτυξη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT