Άρθρο του Θ. Μπούρλου στην «Κ»: ΤΕΚΑ ή Επικουρικό του ΕΦΚΑ: μια δύσκολη απόφαση για χιλιάδες νέους έως 35 ετών

Άρθρο του Θ. Μπούρλου στην «Κ»: ΤΕΚΑ ή Επικουρικό του ΕΦΚΑ: μια δύσκολη απόφαση για χιλιάδες νέους έως 35 ετών

Tο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) κλείνει ένα χρόνο λειτουργίας, εντός του οποίου έχει αρχίσει να εδραιώνεται στη συνείδηση του ασφαλισμένου πληθυσμού της χώρας

5' 1" χρόνος ανάγνωσης

Tο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) κλείνει ένα χρόνο λειτουργίας, εντός του οποίου έχει αρχίσει να εδραιώνεται στη συνείδηση του ασφαλισμένου πληθυσμού της χώρας. Αποτελεί κρατικό φορέα –υπό τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου– που αποσκοπεί στην παροχή επικουρικής ασφάλισης σύμφωνα με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα των καθορισμένων εισφορών (defined contributions scheme) έναντι των κινδύνων του γήρατος, της αναπηρίας και του θανάτου.

Σε αρμονία και με τον τίτλο του ιδρυτικού του νόμου («Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση για τη Νέα Γενιά»), στο ΤΕΚΑ ασφαλίζονται υποχρεωτικώς όσοι αναλαμβάνουν, για πρώτη φορά μετά την 1.1.2022, δραστηριότητα βάσει της οποίας υπάρχει υποχρέωση υπαγωγής στην επικουρική ασφάλιση, και συνεπώς ασφαλίζονται στο ΤΕΚΑ αντί για τον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ (τ. ΕΤΕΑΕΠ).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ωστόσο, εμφανίζει η περίπτωση των κατηγοριών που ασφαλίζονται προαιρετικά στο ΤΕΚΑ. Πρόκειται: α) για τους γεννηθέντες μετά την 1.1.1987 (

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι τα δύο συστήματα δεν εμφανίζουν μόνο διαφορές. Και στα δύο καταβάλλονται εισφορές ίδιου ύψους, ενώ, επί της ουσίας, κοινές είναι οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, όπως και οι χορηγούμενες παροχές (συντάξεις γήρατος, αναπηρίας και θανάτου).

Περαιτέρω, στον κλάδο του e-ΕΦΚΑ εφαρμόζεται το σύστημα της νοητής κεφαλαιοποίησης εισφορών (notional defined-contributions scheme ή NDC). Παρά την ονομασία τους, τα NDC συστήματα είναι διανεμητικά, διότι σε αυτά οι εισφορές μόνο για λόγους λογιστικής παρακολούθησης «σωρεύονται σε λογαριασμούς», ενώ ουσιαστικά χρηματοδοτούν τις τρέχουσες συντάξεις. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η αξία των σωρευθεισών εισφορών αποτυπώνεται και στις συντάξεις του κλάδου, ενώ στους τύπους υπολογισμού της παροχής και των δύο συστημάτων εμφανίζονται ορισμένες κοινές μεταβλητές, όπως ένα νομοθετικά καθοριζόμενο προεξοφλητικό επιτόκιο και η επίδραση των δημογραφικών δεδομένων στο ύψος της σύνταξης (εκθετικά αρνητική όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση της ηλικίας του συνταξιούχου από το μέσο προσδόκιμο ζωής).

Από εκεί και πέρα, βέβαια, οι ασφαλισμένοι αντιμετωπίζουν διακριτής φύσεως κινδύνους με τη συμμετοχή τους σε κάθε σύστημα, καθώς στα μεν κεφαλαιοποιητικά εκτίθενται, κυρίως, στους κινδύνους επιδόσεων των αγορών (investment risk) και σε διαχειριστικούς κινδύνους (management risk), στα δε διανεμητικά εκτίθενται στον κίνδυνο της εξέλιξης της εθνικής οικονομίας (ΑΕΠ), άλλως της εξέλιξης των μισθών, ενώ τα τελευταία επηρεάζονται περισσότερο και από τα δημογραφικά δεδομένα και το εγχώριο επίπεδο της ανεργίας.

Οι ασφαλισμένοι αντιμετωπίζουν διακριτής φύσεως κινδύνους με τη συμμετοχή τους σε κάθε σύστημα.

Ειδικότερα, στην περίπτωση του ΤΕΚΑ, αβέβαιες είναι οι αποδόσεις (return rates) επί των επενδύσεων των εισφορών των ασφαλισμένων. Ας σημειωθεί ότι οι μελέτες που συνόδευσαν τον ιδρυτικό νόμο του ΤΕΚΑ κατέστρωσαν τρία σενάρια (συντηρητικό, βασικό, αισιόδοξο) που προβλέπουν ετήσιες αποδόσεις διαμορφούμενες σε 1,5%, 2% και 2,5%-3% αντιστοίχως – στο δε βασικό σενάριο εκτιμάται ότι το ΤΕΚΑ θα χορηγεί 10%-15% μεγαλύτερες συντάξεις από αυτές του κλάδου. Συγκριτικά επισημαίνεται ότι, σε εγχώριο επίπεδο, τα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης –που ανέκαθεν λειτουργούν βάσει του κεφαλαιοποιητικού συστήματος– έχουν πετύχει, συνολικά και κατά μέσον όρο, μια ετήσια απόδοση της τάξεως των 4,6% από το έτος 2011 έως και σήμερα, ενώ διεθνώς η μέση ετήσια απόδοση των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων προσδιορίζεται, από τον ΟΟΣΑ, στο 3%. Το ύψος των αποδόσεων θα εξαρτηθεί –έως ένα βαθμό, καθώς παρεμβάλλονται και εξωγενείς παράγοντες– από τις γνώσεις, τις ικανότητες, την κρίση και τα χαρακτηριστικά των διαχειριστών του ΤΕΚΑ.

Ακόμη, το νομοθετικό πλαίσιο του ΤΕΚΑ προβλέπει τρεις σημαντικές εγγυήσεις: α) επιστροφή εισφορών, σε πραγματικές τιμές, σε περίπτωση μη συμπλήρωσης του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης, β) ελάχιστη ανταποδοτική σύνταξη ίση με την πραγματική αξία των καταβληθεισών εισφορών, δηλαδή προστασία από τις αρνητικές επιδόσεις, και γ) κατώτατα όρια για τις συντάξεις αναπηρίας και θανάτου, για τους κινδύνους, δηλαδή, που μπορεί να επέλθουν πριν από τη σώρευση ικανού ποσού εισφορών στους ατομικούς λογαριασμούς.

Από την άλλη, στην περίπτωση του κλάδου εξίσου αβέβαιη είναι η παράμετρος που συναρτάται με την εξέλιξη του συνόλου της υποκείμενης σε εισφορές μισθοδοσίας των επικουρικά ασφαλισμένων, η οποία κατά την κλασική θεωρία σχετίζεται με την εξέλιξη της εθνικής οικονομίας (εξέλιξη του ΑΕΠ). Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών (λ.χ. του ΔΝΤ), μεσο-μακροπρόθεσμα αναμένεται ένας ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 1%-1,5%, για την ελληνική οικονομία. Επίσης, στον κλάδο λειτουργεί αυτόματος μηχανισμός εξισορρόπησης παροχών, ο οποίος και στον βαθμό που τα έσοδα (από εισφορές του κλάδου) υπολείπονται των εξόδων (σε συντάξεις) ενδέχεται να οδηγήσει, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν, σε μείωση παροχών. Ο νόμος του ΤΕΚΑ προβλέπει μεν ότι ο κρατικός προϋπολογισμός θα καλύπτει τη μείωση των εσόδων του κλάδου από την «αλίευση» ασφαλισμένων από το ΤΕΚΑ, ωστόσο τίθεται ένα ζήτημα αναφορικά με τα όρια της κρατικής χρηματοδότησης και της ενεργοποίησης του μηχανισμού. Τέλος, για τον κλάδο ρητά έχουν καταργηθεί όλες οι διατάξεις που προέβλεπαν κατώτατα όρια συντάξεων.

Καταληκτικά, δεν προκύπτει ευχερώς σαφές συμπέρασμα ως προς την πλέον συμφέρουσα για τον ασφαλισμένο λύση, καθώς και στις δύο περιπτώσεις το τελικό ποσό της σύνταξης συναρτάται ευθέως από αστάθμητους παράγοντες: αφενός μεν την εξέλιξη της εθνικής οικονομίας, αφετέρου δε την εξέλιξη των εθνικών και των διεθνών αγορών. Ομολογουμένως, ο δεύτερος παράγοντας είναι πιο ευμετάβλητος από τον πρώτο. Ετσι, το ΤΕΚΑ φαίνεται να υπόσχεται μεν καλύτερες προοπτικές για το ύψος των μελλοντικών συντάξεων, τις οποίες εκθέτει ωστόσο στους κλυδωνισμούς της αγοράς, ενώ ο κλάδος βαίνει προς μια τροχιά κατάργησης. Από νομική σκοπιά, πολύ σημαντικές κρίνονται οι θεσμικές εγγυήσεις που προσφέρει το ΤΕΚΑ, ιδίως, δε, η προστασία από τις αρνητικές αποδόσεις, η οποία και συνηγορεί υπέρ της προτίμησης ενός «δυναμικού» επενδυτικού προφίλ, τουλάχιστον κατά τα πρώτα χρόνια του ασφαλιστικού βίου. Βέβαια, στον βαθμό που όλες αυτές οι εγγυήσεις δεν είναι απόλυτα κοστολογημένες αποτελεί ζήτημα πεποιθήσεων του καθενός κατά πόσο θα τηρηθούν οι «υποσχέσεις» αυτές από το κράτος. Πρόκειται για σύνθετη επιλογή που βαρύνει, τελικώς, τον ίδιο τον ασφαλισμένο.

* Ο κ. Θάνος Μπούρλος είναι δικηγόρος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT