Υψηλές επιδόσεις πανευρωπαϊκά πέτυχαν οι ελληνικές τράπεζες

Υψηλές επιδόσεις πανευρωπαϊκά πέτυχαν οι ελληνικές τράπεζες

Εξαίρεση, αν και σημαντικά βελτιωμένος, ο δείκτης κόκκινων δανείων

2' 56" χρόνος ανάγνωσης

Υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων, πλεονάζουσα ρευστότητα, ικανοποιητική κεφαλαιακή επάρκεια αλλά και σταθερά τον υψηλότερο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών μεσοσταθμικά κατέγραψαν οι ελληνικές τράπεζες το γ΄ τρίμηνο του 2022 με βάση τα συγκριτικά στοιχεία που δημοσίευσε ο SSM για το σύνολο των 111 ευρωπαϊκών τραπεζών που εποπτεύει. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες πέτυχαν τη δεύτερη καλύτερη επίδοση του δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων, η οποία με βάση τα στοιχεία του γ΄ τριμήνου του 2022 ανήλθε στο 15,38% (έναντι 7,55% κατά μέσον όρο στην Ευρωζώνη) και συνιστά σαφή ένδειξη της βελτίωσης της κερδοφορίας τους, που ανήλθε στα 2,8 δισ. ευρώ έναντι ζημιών 4,6 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα το 2021.

Υψηλές επιδόσεις πανευρωπαϊκά πέτυχαν οι ελληνικές τράπεζες-1

Είχαν τη δεύτερη καλύτερη επίδοση του δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων μεταξύ 111 ευρωπαϊκών τραπεζών.

Σημαντική ήταν το ίδιο διάστημα και η βελτίωση που πέτυχαν οι ελληνικές τράπεζες στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, περιορίζοντας το στοκ στα 10 δισ. ευρώ περίπου αλλά και τον αντίστοιχο δείκτη στο 6,82%. Εντούτοις ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει υψηλός και αποτελεί τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης μετά την Κύπρο, η οποία παρά τη σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια διαθέτει τον υψηλότερο δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων –7,5%– που αντιστοιχεί σε απόθεμα 1,3 δισ. ευρώ. Η Ιταλία, που αποτελούσε επίσης ένα αρνητικό παράδειγμα, έχει μειώσει τον αντίστοιχο δείκτη στο 3,15%, αλλά το απόθεμα των κόκκινων δανείων ανέρχεται σε 51,15 δισ. ευρώ, ενώ μεσοσταθμικά το αντίστοιχο ποσοστό στις τράπεζες της Ευρωζώνης διαμορφώθηκε στο 2,29% και το στοκ των κόκκινων δανείων σε 348,3 δισ. ευρώ.

Στα καλά νέα που αποτυπώνουν τα στοιχεία του SSM για τις ελληνικές τράπεζες είναι η υψηλή ρευστότητα, που βασίζεται στην ευρεία καταθετική βάση και η οποία επιτρέπει την άνετη χρηματοδότηση της οικονομίας τα προσεχή χρόνια. Ο δείκτης ρευστότητας, δηλαδή τα δάνεια προς καταθέσεις, έχει υποχωρήσει στο 61,1% και σημαίνει ότι για κάθε 100 ευρώ καταθέσεων οι ελληνικές τράπεζες έχουν χορηγήσει δάνεια 61 ευρώ. Ο υψηλός δείκτης ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών είναι αποτέλεσμα της απομόχλευσης του χαρτοφυλακίου τους μέσω των τιτλοποιήσεων του «Ηρακλή» και των πωλήσεων, και αποτελεί την καλύτερη επίδοση μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών, ο μέσος όρος των οποίων διαμορφώνεται στο 104,8%.

Ικανοποιητική –αν και όχι η πιο εύρωστη– είναι και η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών, με τον συνολικό δείκτη (CAD) να διαμορφώνεται στο 16,48% έναντι 18,68% στην Ευρωζώνη και τον βασικό δείκτη ιδίων κεφαλαίων (CET 1) στο 13,74% έναντι 14,74% στην Ευρωζώνη. Με διαφορά, τέλος, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες διακρίνονται από τους ανταγωνιστές τους στην Ευρώπη σε όρους αποτελεσματικότητας με βάση τον δείκτη κόστος προς εισόδημα (cost to income), που διαμορφώθηκε στο τέλος του γ΄ τριμήνου στο 36,9% και αποτελεί την καλύτερη επίδοση στην Ευρωζώνη, ο μέσος όρος της οποίας διαθέτει δείκτη κόστους προς έσοδα 61,4%.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT