Αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ από εισφορές, κατά 475,8 εκατ. ευρώ, αναμένεται να προκαλέσει η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 780 ευρώ τον μήνα και του κατώτατου ημερομισθίου στα 34,84 ευρώ από την 1η Απριλίου για σχεδόν το 25% του συνόλου των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.
Οπως επισημαίνεται στην Υπουργική Απόφαση που υπεγράφη από τον υπουργό Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη, προκειμένου τα λογιστήρια των επιχειρήσεων να αναπροσαρμόσουν τις πληρωμές τους σε εργαζομένους, εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, το συνολικό ύψος της αύξησης των εσόδων του ΕΦΚΑ, λόγω της αύξησης των ασφαλιστέων αποδοχών, εκτιμάται σε 475,8 εκατ. ευρώ κατ’ έτος εφαρμογής. Καθώς, βέβαια, η αύξηση του κατώτατου συμπαρασύρει και 19 επιδόματα, προκαλείται αύξηση δαπανών για τη ΔΥΠΑ, ύψους περίπου 144 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικά, ο νέος κατώτατος μισθός που θα ισχύσει από την 1η Απριλίου 2023 αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ και των λοιπών φορέων ως εξής: Σε σύνολο 2.416.207 απασχολούμενων υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών, με διαφορετικό καθεστώς απασχόλησης, δηλαδή πλήρους, μερικής ή εκ περιτροπής, το 24,24% αμείβεται με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο.
Επίσης, σύμφωνα με τον e-ΕΦΚΑ, για κάθε ποσοστιαία μονάδα (1%) αύξησης του κατώτατου μισθού οι ασφαλιστέες αποδοχές αυξάνονται –κατά προσέγγιση– κατά 140 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Η αύξηση του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου σε ποσοστό 9,40%, ήτοι από 713 ευρώ σε 780 ευρώ και από 31,85 ευρώ σε 34,84 ευρώ, με μέσο ποσοστό εισφορών 36,16%, επί 14 μήνες, οδηγεί σε ετήσια αύξηση των ασφαλιστέων αποδοχών κατά 1,316 δισ. ευρώ και κατά συνέπεια σε εκτιμώμενη ετήσια αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ, του ΕΟΠΥΥ και της ΔΥΠΑ (τέως ΟΑΕΔ) ύψους 475.865.600,00 ευρώ.
Βέβαια προκαλείται και μια σημαντική δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού των συγκεκριμένων φορέων (e-ΕΦΚΑ, ΕΟΠΥΥ και ΔΥΠΑ) από την αύξηση των καταβαλλόμενων ποσών του επιδόματος ανεργίας και όσων επιδομάτων είναι συνδεδεμένα με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο. Αυτή η δαπάνη εκτιμάται σε 143.881.100 ευρώ. Επίσης αυξάνονται οι δαπάνες των προγραμμάτων απασχόλησης που είναι συνδεδεμένα με τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο, οι οποίες όμως δεν μπορούν να υπολογισθούν καθώς εξαρτώνται από το πλήθος των προγραμμάτων, των δικαιούχων και τη διάρκεια του κάθε προγράμματος.