Τάκης Αράπογλου στην «Κ»: Πολλαπλά οφέλη από την επενδυτική βαθμίδα

Τάκης Αράπογλου στην «Κ»: Πολλαπλά οφέλη από την επενδυτική βαθμίδα

Η χώρα, όπως και οι επιχειρήσεις, χρειάζεται σταθερότητα και προβλεψιμότητα για να συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία της

7' 42" χρόνος ανάγνωσης

Πολύ κοντά στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας βρίσκεται η Ελλάδα, προοπτική που θα ενισχύσει τη σταθερή ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας και θα στηρίξει την ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών και την κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος. Αυτό εκτιμά σε συνέντευξή του στην «Κ» ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας Κύπρου, Τάκης Αράπογλου, σημειώνοντας ότι η ολοκλήρωση με επιτυχία της αναδόμησης των ελληνικών τραπεζών μέσα από την εκκαθάριση των κόκκινων δανείων, την επάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας και την αύξηση της λειτουργικής τους αποτελεσματικότητας, διευκολύνει το κράτος στη μείωση της συμμετοχής του στις τράπεζες.

– Οι ελληνικές τράπεζες μετά τη μακρά περίοδο κρίσης επανέρχονται στην κερδοφορία. Πιστεύετε ότι τα βασικά χαρακτηριστικά τους δικαιολογούν την προσέλκυση μακροπρόθεσμων ιδιωτικών κεφαλαίων και τη μείωση της συμμετοχής του κράτους;

– Οι ελληνικές τράπεζες ολοκληρώνουν με μεγάλη επιτυχία την αναδόμησή τους έπειτα από μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο και η καλύτερη αναγνώριση γι’ αυτό είναι η σταθερά ανοδική πορεία των μετοχών τους. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στη συγκυριακή αύξηση των επιτοκίων, όπως πολλοί νομίζουν. Η εκκαθάριση των κόκκινων δανείων, η επάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας, η αύξηση της λειτουργικής τους αποτελεσματικότητας και η πολύ ενισχυμένη εταιρική διακυβέρνηση και εποπτεία έχουν προκαλέσει ήδη την προσοχή όλων των επενδυτών, αυξάνοντας τη ζήτηση των μετοχών τους. Σίγουρα αυτό θα διευκολύνει πολύ το κράτος στη μείωση της συμμετοχής του στις τράπεζες.

– Τι θα σημάνει για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας;

– Η ισχυροποίηση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια είχε αποτέλεσμα τη σοβαρή αναβάθμιση του επενδυτικού της προφίλ, προσελκύοντας σταθερά σημαντικές ξένες άμεσες επενδύσεις. Αυτό έχει ήδη αναγνωριστεί και από τις αγορές, μειώνοντας το κόστος χρήματος για τον εξωτερικό δανεισμό της χώρας. Πιστεύω πως πολύ σύντομα η Ελλάδα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, θα μειώσει ακόμη παραπάνω το κόστος δανεισμού της και αυτό θα την καταστήσει έναν ακόμη περισσότερο ελκυστικό μακροπρόθεσμο επενδυτικό προορισμό. Η Ελλάδα, όπως εξάλλου κάθε χώρα και επιχείρηση, χρειάζεται σταθερότητα και προβλεψιμότητα για να συνεχίσει την επιτυχημένη της πορεία, έχοντας πλέον κερδίσει τον σεβασμό όλων.

Ισως να πλησιάζουμε στο τέλος του κύκλου των αυξήσεων στα επιτόκια. Οι πληθωριστικές πιέσεις, όμως, συνεχίζουν να είναι ισχυρές.

Αυτό με τη σειρά του θα ενισχύσει τη σταθερή ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας που θα στηρίξει την ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών. Προφανώς δε, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα αυξήσει σημαντικά και την αξία του χαρτοφυλακίου των κρατικών ομολόγων που διατηρούν οι ελληνικές τράπεζες (που αυτό ίσως ήδη να έχει προεξοφληθεί σε κάποιον βαθμό στις σημερινές αποτιμήσεις), ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την κερδοφορία τους.

– Πιστεύετε ότι η επιστροφή στην κερδοφορία μπορεί να στηρίξει επενδυτικές πρωτοβουλίες επανατοποθέτησης στην ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης;

– Οι γενικότερες συνθήκες ευφορίας, μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και το άνοιγμα των οικονομιών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που ζήσαμε στην αρχή του αιώνα και που στήριξαν τέτοιες πρωτοβουλίες επενδύσεων στις χώρες αυτές δεν υπάρχουν πλέον ούτε λογικά φαίνεται ότι θα τις ξαναδούμε, τουλάχιστον στο εγγύς μέλλον. Εξάλλου οι αποτιμήσεις των τραπεζών στις περιοχές αυτές σήμερα ίσως να μην προσφέρουν ιδιαίτερες ευκαιρίες, όπως τότε.

Η εμπειρία απέδειξε ότι, με λίγες εξαιρέσεις, αυτές οι πρωτοβουλίες δεν αποδείχθηκαν διατηρήσιμα κερδοφόρες, αφού υπήρχαν σοβαρά προβλήματα λόγω των μεγάλων διαφορών και των διοικητικών και άλλων ιδιαιτεροτήτων στις αναδυόμενες τότε αυτές χώρες. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς νέες τέτοιες πρωτοβουλίες σε μια ελεύθερη αγορά.

Οσον αφορά τις φήμες για τυχόν ενδιαφέρον από Εθνική και Alpha Bank, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν αληθεύουν.

Αυτό όμως που έχει επίσης δραστικά αλλάξει συγκριτικά με το παρελθόν είναι ο πολύ αυξημένος λόγος που θα έχουν πλέον οι εποπτικές αρχές στην έγκριση τέτοιων πράξεων και που σήμερα υποστηρίζουν κατά προτεραιότητα τις συγχωνεύσεις τραπεζών μέσα σε κάθε χώρα και λιγότερο τις διασυνοριακές πρωτοβουλίες. Στόχος είναι η σταδιακή ομοιομορφία της λειτουργίας των κατά τόπους τραπεζικών συστημάτων η οποία θα επιτρέψει μια πιο αποτελεσματική εποπτεία, προετοιμάζοντας το έδαφος για τη δημιουργία του κοινού πανευρωπαϊκού ταμείου εγγύησης καταθέσεων, μέσα στα πλαίσια της ευρύτερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

– Εχει η Τράπεζα Κύπρου τη δυνατότητα να αντικαταστήσει από άλλες πηγές μέρος των εισοδημάτων που θα χαθούν από την προβλεπόμενη πανευρωπαϊκά μειωμένη ζήτηση στα δάνεια;

– Είναι πολύ νωρίς ακόμη να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα πόσο θα επηρεαστεί και για πόσο καιρό η ζήτηση δανείων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Επιπλέον έχουμε την πρόσφατη κρίση εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα και δεν γνωρίζουμε πόσο αυτή θα επηρεάσει την πολιτική επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών, που πρωταρχικό μέλημά τους είναι η μείωση του πληθωρισμού. Πάντως, τα μηνύματα μετά τις πρόσφατες αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ είναι ότι ίσως να πλησιάζουμε στο τέλος αυτού του κύκλου αυξήσεων. Οι πληθωριστικές πιέσεις, όμως, συνεχίζουν να είναι ισχυρές.

Για την κυπριακή οικονομία όλες οι ενδείξεις είναι ιδιαίτερα θετικές και προβλέπουμε ότι θα επηρεαστεί πολύ λιγότερο από τις περισσότερες ευρωπαϊκές, επιδεικνύοντας ισχυρές αντοχές. Σε κάθε περίπτωση, όπως ανέφερα προηγουμένως, η υπό τη στενή έννοια αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου της τράπεζας έπαψε να είναι ο κύριος στόχος μας για νέα έσοδα. Μελετάμε πολύ προσεκτικά την πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη, τιμολογούμε αντίστοιχα το δάνειο και το αντιμετωπίζουμε ως μέσον ανάπτυξης μιας ευρύτερης σχέσης μαζί του, με στόχο να εξυπηρετήσουμε τις κάθε είδους χρηματοοικονομικές του ανάγκες.

Επιπλέον, με την ανάπτυξη της νέας ψηφιακής μας πλατφόρμας Jinius, αποσκοπούμε στο να αποκτήσουμε αντίστοιχα μεγάλο μερίδιο αγοράς ως άμεσοι διαμεσολαβητές σε όλες τις πληρωμές σχετικά με αγορές προϊόντων και υπηρεσιών από τους πελάτες μας σε Business to Business (Β2Β) και Business to Consumer (B2C) επίπεδο. Είναι μια μεγάλη στρατηγική μας επένδυση.

– Σας ανησυχεί η ενίσχυση του βασικού ανταγωνιστή σας από την παρουσία ως βασικού πλέον πυλώνα της Eurobank στο μετοχικό κεφάλαιο;

– Δεν μας ανησυχεί ο ανταγωνισμός. Αντίθετα τον βλέπουμε σαν μια ευκαιρία να γίνουμε καλύτεροι.

– Αποτελεί σήμερα η Τράπεζα Κύπρου στόχο εξαγοράς ή ο τρόπος που κατέληξε η προσπάθεια της Lone Star έκλεισε τις πόρτες και σε άλλους πιθανούς ενδιαφερόμενους; Παράλληλα, φήμες και δημοσιεύματα έκαναν λόγο το 2022 για ενδιαφέρον από Εθνική Τράπεζα και Alpha Bank. Πώς το σχολιάζετε;

– Κατά την άποψή μας η προσπάθεια της Lone Star ήταν ξεκάθαρα ευκαιριακή. Διείδε σωστά ότι η μετοχή της τράπεζας ήταν τότε ακόμη σοβαρά υποτιμημένη και εξέφρασε το ενδιαφέρον της εξαγοράς. Ομως, το διοικητικό συμβούλιο βάσει των δικών του εκτιμήσεων ήταν πεπεισμένο ότι η εκτέλεση του επιχειρηματικού σχεδίου που είχε εγκρίνει και που ήταν ήδη σε πολύ επιτυχημένη εξέλιξη, δικαιολογούσε μια σημαντική αύξηση – διόρθωση της αποτίμησης της τράπεζας. Σε αυτή τη βάση το Δ.Σ. θεώρησε ότι η αποδοχή των προτάσεων της Lone Star δεν θα ήταν προς το συμφέρον των μετόχων της Τ.Κ. Οπως απεδείχθη πολύ γρήγορα, η απόφαση αυτή ήταν απόλυτα σωστή, αφού έκτοτε η τιμή της μετοχής αυξήθηκε κατά περισσότερο από 150%. Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς αν θα υπάρξουν και άλλοι ενδιαφερόμενοι για την αγορά της Τ.Κ. στο μέλλον. Σίγουρα η τράπεζα δεν είναι προς πώληση, αλλά το Δ.Σ. έχει υποχρέωση να αξιολογεί κάθε προσφορά και να αποφασίζει κάθε φορά με γνώμονα το συμφέρον των μετόχων της.

Οσον αφορά τις φήμες για τυχόν ενδιαφέρον από Εθνική και Alpha Bank, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν αληθεύουν.

Επενδύουμε στην τεχνολογία

– Ποιες είναι οι προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης της Τράπεζας Κύπρου, δεδομένου του πολύ υψηλού μεριδίου αγοράς που έχετε στην κυπριακή αγορά;

– Η αύξηση του μεριδίου αγοράς στα δάνεια έπαψε από καιρό να είναι η κύρια επιδίωξή μας. Τα δάνεια από μόνα τους δεν αποτελούν την αποδοτικότερη χρήση των εποπτικών κεφαλαίων μιας τράπεζας. Εστιάζουμε την προσοχή μας στην αύξηση του μεριδίου μας στο σύνολο των χρηματοοικονομικών εξόδων κάθε πελάτη (customer wallet), δηλαδή σε δάνεια, αλλά και στην αύξηση του αριθμού των παράπλευρων στα δάνεια προϊόντων μας, που πουλάμε σε κάθε πελάτη. Αυτό αυξάνει πολύ την απόδοση στα εποπτικά μας κεφάλαια, που είναι ο κύριος στόχος μας. Αυτή η διαδικασία απαιτεί μια δραστική αλλαγή στη φιλοσοφία προσέγγισης των πελατών μας από τους υπαλλήλους μας, που απαιτεί και μια παράλληλη πολύ σοβαρή αναβάθμιση της υποστηρικτικής ψηφιακής μας πλατφόρμας.
Επιπλέον, η τεχνολογική αναβάθμιση που αναπτύσσουμε θα μας επιτρέψει, αν το θελήσουμε, σε βάθος χρόνου να λειτουργήσουμε και έξω από τα στενά γεωγραφικά σύνορα της Κύπρου, χωρίς απαραίτητα φυσική παρουσία.

«Κλειδί» η εμπιστοσύνη

– Κατά πόσον η τραπεζική κρίση σε Ευρώπη και Αμερική θα έχει προεκτάσεις και στον κυπριακό τραπεζικό χώρο;

– Οι πρόσφατες πτωχεύσεις τραπεζών στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη ήταν μεμονωμένα περιστατικά και αποτέλεσμα κακής διαχείρισης κινδύνων και πλημμελούς εποπτείας. Η τραπεζική βασίζεται στην εμπιστοσύνη και πολύ εύκολα η ψυχολογία και ο φόβος των καταθετών μπορεί να ξεπεράσουν τη λογική και να τους ωθήσουν σε άμεση απόσυρση των καταθέσεών τους από μια τράπεζα που αντιμετωπίζει προβλήματα, όπως και έγινε. Λύσεις τελικά βρέθηκαν και οι αντίστοιχες εποπτικές αρχές σε συνεργασία με άλλες μεγαλύτερες τράπεζες έδωσαν λύσεις εκ των ενόντων για τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν, με σχετικά διαχειρίσιμες ζημίες από πλευράς καταθετών. Ομως, η δομή και οι κανόνες λειτουργίας των αντίστοιχων συστημάτων προστασίας των καταθετών σε τέτοιες κρίσεις θα πρέπει να αναθεωρηθούν για την καλύτερη αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων στο μέλλον, που από την ίδια τη φύση της τραπεζικής δεν είναι δυνατόν να αποφευχθούν. Οι τράπεζες στην Κύπρο μετά την πρόσφατη αναδόμησή τους είναι θωρακισμένες, με υπερεπάρκεια κεφαλαίων και ρευστότητας και έχουν αναπτύξει, σε συνεργασία με τις εποπτικές αρχές, ιδιαίτερα αποτελεσματικά συστήματα διαχείρισης κινδύνων. Επιπλέον δεν έχουν έκθεση στις τράπεζες που πτώχευσαν. Με τα δεδομένα αυτά θεωρώ ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για οποιονδήποτε αρνητικό αντίκτυπο στον κυπριακό τραπεζικό χώρο από τα γεγονότα αυτά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT