Tι περιμένει ο DBRS για να δώσει στην Ελλάδα επενδυτική βαθμίδα

Tι περιμένει ο DBRS για να δώσει στην Ελλάδα επενδυτική βαθμίδα

Να βεβαιωθεί ότι η ανάκαμψη θα έχει διάρκεια και οι μεταρρυθμίσεις συνέχεια

3' 12" χρόνος ανάγνωσης

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS, ένας από τους τέσσερις «μεγάλους» τους οποίους λαμβάνει υπόψη στις αποφάσεις της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και άρα είναι από εκείνους που θα καθορίσουν το πότε η Ελλάδα θα αλλάξει ουσιαστικά και τυπικά επενδυτική πίστα, αποφάσισε την Παρασκευή, και έναν περίπου μήνα πριν από την προγραμματισμένη αξιολόγησή του (8 Σεπτεμβρίου), να εξηγήσει γιατί δεν έχει ακόμη δώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα. Οπως τόνισε ξεκάθαρα, για να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση πρέπει να είναι βέβαιος ότι η βαθμολογία αυτή θα «αντέξει», θα έχει δηλαδή διάρκεια και δεν υπάρχει κίνδυνος αντιστροφής.

Αυτή η δήλωση της DBRS περιγράφει αυτό που οικονομολόγοι και αναλυτές έχουν επισημάνει εδώ και πολύ καιρό. Οτι παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια οι αξιολογήσεις της Ελλάδας βρίσκονται σε ισχυρή ανοδική τροχιά –ακόμη και στη διάρκεια της κρίσης COVID η χώρα μας ήταν από τις πολύ λίγες διεθνώς που είδε την αξιολόγησή τους να αναβαθμίζεται–, οι οίκοι δεν θα βιαστούν να δώσουν την επενδυτική βαθμίδα. Αυτό το τελευταίο σκαλοπάτι είναι και το υψηλότερο που θα πρέπει να ξεπεραστεί και οι ίδιοι οι οίκοι το έχουν υπογραμμίσει.

Για παράδειγμα, ο επικεφαλής της S&P για την Ελλάδα, Σάμιουελ Τίλερεϊ, διεμήνυσε πρόσφατα πως σίγουρα οι πιθανότητες για αναβάθμιση έχουν ενισχυθεί μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, ωστόσο «δεν έχουμε ακόμα φτάσει εκεί», όπως τόνισε χαρακτηριστικά. Από την πλευρά του, ο επικεφαλής αναλυτής της Fitch για την Ελλάδα, Φεντερίκο Μπαρίγκα, επεσήμανε ότι η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας, η πολύ καλή δημοσιονομική πορεία και οι βελτιωμένες προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, αποτελούν παράγοντες που στηρίζουν την αναβάθμιση, ωστόσο συνεχίζουν να υπάρχουν ανησυχίες, κυρίως στο μέτωπο του εξωτερικού τομέα.

Η προγραμματισμένη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο DBRS είναι στις 8 Σεπτεμβρίου.

Και η DBRS επισημαίνει πως παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειώσει η ελληνική οικονομία, η «κληρονομιά» του παρελθόντος που σχετίζεται με το υψηλό χρέος του δημόσιου τομέα, τα ακόμη αυξημένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα και το υψηλό ποσοστό ανεργίας, θα παραμείνουν βασικές προκλήσεις. Τα πραγματικά επιτόκια και η δυναμική της ανάπτυξης θα μπορούσαν να είναι λιγότερο ευνοϊκά στο μέλλον, τονίζοντας την ανάγκη για συνεχή πειθαρχία.

Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά, έως τις 8 Σεπτεμβρίου θα συνεχίσει να αξιολογεί την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τις βελτιώσεις στις οικονομικές προοπτικές, τη δέσμευση για δημοσιονομική εξυγίανση που διατηρεί τον δείκτη του χρέους σε πτωτική τροχιά και τη συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα. «Το κύριο ερώτημα που έχει μέχρι στιγμής κρατήσει την Ελλάδα από την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα είναι εάν αυτή η πρόοδος θα έχει διάρκεια», τονίζει η DBRS.

Αυτή η δήλωση του οίκου έχει δύο μεταφράσεις. Την… αισιόδοξη, όπου απλά εξηγεί το σκεπτικό του σηματοδοτώντας το πόσο κοντά είναι στην απόφαση αναβάθμισης, και τη λιγότερο αισιόδοξη όπου επιχειρεί να προσγειώσει τις προσδοκίες που τον θέλουν τον επόμενο μήνα να είναι ο πρώτος μεγάλος οίκος που θα δώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα, διαμηνύοντας πως θέλει ακόμη λίγο χρόνο να δει ότι η πρόοδος είναι βιώσιμη. Αλλωστε, δεδομένου ότι βαθμολογεί την Ελλάδα ΒΒ (υψηλό) με σταθερές προοπτικές, του δίνει το περιθώριο να προχωρήσει πρώτα σε αναβάθμιση των προοπτικών σε θετικές και μετά της αξιολόγησης.

Επίσης, αναφέρει πως το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων. Παράλληλα, επισημαίνει πως η Ελλάδα έχει περάσει από μια μεγάλη δημοσιονομική εξυγίανση, συχνά επώδυνη, αλλά σταθεροποίησε με επιτυχία τα δημοσιονομικά της, ενώ εφαρμόστηκαν μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα. «Μια κρίση όπως η COVID-19 δείχνει ότι μια διαφοροποιημένη παραγωγική οικονομία με δημοσιονομικό χώρο, μπορεί να θωρακιστεί από εξωτερικά σοκ. Αυτό φάνηκε επίσης όταν προέκυψε η ανάγκη για μέτρα ενεργειακής στήριξης», τονίζει η DBRS. Ως αποτέλεσμα, θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει βελτιώσει σημαντικά την ανθεκτικότητά της, ενώ ο δείκτης χρέους έχει μειωθεί κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020, λόγω της πειθαρχημένης προσέγγισης στη διαχείριση της κρίσης, της σταθερής οικονομικής ανάκαμψης και της σημαντικής ανόδου του πληθωρισμού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT