Aπό ρεκόρ σε ρεκόρ τα ελληνικά ομόλογα

Aπό ρεκόρ σε ρεκόρ τα ελληνικά ομόλογα

Το κόστος δανεισμού της Ελλάδας έχει υποχωρήσει σχεδόν κατά 10% φέτος, εντυπωσιακή η πορεία των βραχυπρόθεσμων τίτλων

7' 27" χρόνος ανάγνωσης

Η αγορά των ελληνικών ομολόγων αποτελεί το αστέρι των επιδόσεων στην Ευρώπη φέτος, με το κόστος δανεισμού της Ελλάδας να έχει υποχωρήσει κατά σχεδόν 10%, τη στιγμή που άλλες χώρες της περιφέρειας αλλά και της υπόλοιπης Ευρωζώνης έχουν δει τις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων τους να πιέζονται λόγω των αυξήσεων επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Την ίδια στιγμή, το spread των ελληνικών ομολόγων έναντι των γερμανικών παρουσιάζει επίσης τη μεγαλύτερη πτώση στην Ευρωζώνη από τότε που η ΕΚΤ ξεκίνησε τον τρέχοντα ταχύτερο κύκλο σύσφιγξης στην ιστορία της, έχοντας υποχωρήσει κατά περίπου 100 μονάδες βάσης. Και τα… ρεκόρ δεν σταματούν εκεί. Η Ελλάδα σήμερα έχει καταφέρει ουσιαστικά να δανείζεται σε ορίζοντα δύο ετών με το ίδιο κόστος όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση και φθηνότερα από την Ισπανία. Αυτό οφείλεται στο στοίχημα της αξιοπιστίας, της σταθερότητας και της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής που έχει κερδίσει η χώρα, με τις αγορές αλλά ακόμη και την ΕΚΤ να της έχουν ήδη δώσει την επενδυτική βαθμίδα.

Εκτός λοιπόν από το γεγονός ότι εδώ και ένα μεγάλο διάστημα τα ελληνικά 10ετή ομόλογα (απόδοση 3,8%) διαπραγματεύονται με χαμηλότερες αποδόσεις –περίπου 30-40 μονάδες βάσης– έναντι των ιταλικών και πλησιάζουν τα ισπανικά, απέχοντας μόλις 20 μ.β. από τα ισπανικά, η πορεία των βραχυπρόθεσμων ελληνικών τίτλων είναι εντυπωσιακή. Στη 2ετία, το κόστος δανεισμού της Ελλάδας διαμορφώνεται στο 3,31% και είναι ίσο με την απόδοση του 2ετούς ομολόγου (λήξης Ιουλίου 2025) της Ευρωπαϊκής Ενωσης που εκδόθηκε για τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Επίσης, εκτός του ότι είναι χαμηλότερο από της Ιταλίας (3,7%), κινείται κάτω από τα επίπεδα της Ισπανίας (3,43%), πολύ κοντά στα επίπεδα της Γερμανίας (3,13%) αλλά και της Γαλλίας (3,2%). Μπορεί αυτό το «κομμάτι» της ελληνικής καμπύλης να μην είναι αντιπροσωπευτικό, καθώς η ρευστότητα είναι χαμηλή (μέρος αυτών των τίτλων ανταλλάχθηκε πρόσφατα με το νέο 15ετές που εξέδωσε ο ΟΔΔΗΧ), ωστόσο δίνει ένα σημαντικό μήνυμα για το πόσο ασφαλής θεωρείται επενδυτικά η Ελλάδα.

Η εικόνα των βραχυπρόθεσμων τίτλων του ελληνικού Δημοσίου αντανακλά το γεγονός πως πλέον, και για την επόμενη τετραετία, υπάρχει μία σταθερή και ισχυρή κυβέρνηση στη χώρα, η οποία θα προχωρήσει με μεταρρυθμίσεις και την ενίσχυση της ανάπτυξης και των επενδύσεων. Ο πολιτικός κίνδυνος, συνεπώς, είναι μηδενικός.

Τα 10ετή διαπραγματεύονται με χαμηλότερες αποδόσεις έναντι των ιταλικών και πλησιάζουν τα ισπανικά.

Παράλληλα, ο ΟΔΔΗΧ έχει… φροντίσει να κάνει ακόμη πιο ελκυστική τη θέση της Ελλάδας τα αμέσως επόμενα χρόνια. Τον προηγούμενο μήνα, όπως προαναφέραμε, ο ΟΔΔΗΧ προχώρησε σε ανταλλαγή των τίτλων λήξης 2024 και 2025, προ-μειώνοντας ουσιαστικά το χρέος καθώς «ελαφρύνθηκαν» οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τα επόμενα δύο χρόνια. Ειδικότερα, πριν από την ανταλλαγή, στη διετία 2024-2025 οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες διαμορφώνονταν στα 18 δισ. ευρώ συνολικά, ή στα 9 δισ. ευρώ περίπου την κάθε χρονιά. Με την ανταλλαγή στην οποία προχώρησε ο ΟΔΔΗΧ (ύψους 1,5 δισ. ευρώ) και σε συνδυασμό με τα 5,4 δισ. ευρώ περίπου που θα εξοφληθούν πρόωρα στις 15 Δεκεμβρίου από τα διμερή δάνεια (GLF) και που αφορούν επίσης τη διετία, οι χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2024 και το 2025, από τα 18 δισ. ευρώ μειώνονται στα 11,1 δισ. ευρώ.

Εκτός των παραπάνω, οι αναλυτές αναμένουν ευρέως πως η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να υπεραποδίδει έναντι της Ευρωζώνης τα επόμενα έτη με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2,2%-2,4% έναντι μόλις 1% για την Ευρωζώνη, ότι σύντομα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα και στη συνέχεια θα ενταχθεί στους διεθνείς δείκτες ομολόγων, ενώ η πτωτική πορεία του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχιστεί, με τις αγορές –εμμέσως πλην σαφώς, όπως μαρτυρά η εικόνα των βραχυπρόθεσμων ελληνικών ομολόγων– να έχουν δείξει ότι εμπιστεύονται τις προβλέψεις της κυβέρνησης ότι θα υποχωρήσει κάτω από αυτόν της Ιταλίας έως το 2026 και στο 140,4% από 171,3% το 2022.

Οπως σημειώνει στην «Κ» ο επικεφαλής οικονομολόγος της Oxford Economics για την Ελλάδα, Πάολο Γκρινιάνι, υπάρχουν πολλοί θετικοί άνεμοι που βοηθούν την ελληνική οικονομία, όπως η αξιοσημείωτα καλή τουριστική περίοδος και το γεγονός ότι η Ελλάδα καταγράφει από τους χαμηλότερους ρυθμούς πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, εν μέρει λόγω της δομής της οικονομίας και εν μέρει λόγω των πολιτικών της κυβέρνησης το τελευταίο έτος. «Βραχυπρόθεσμα, επομένως, η χώρα είναι πιθανό να παραμείνει ένα από τα φωτεινά σημεία της ευρωπαϊκής οικονομίας», τονίζει ο οικονομολόγος. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, παραμένουν ορισμένα διαρθρωτικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν γρήγορα, ιδίως το δημογραφικό προφίλ, το οποίο επιδεινώνεται ταχέως.

Σε κάθε περίπτωση, η Oxford Economics εκτιμά πως υπάρχουν πλέον όλες οι προϋποθέσεις για να επιστρέψει η χώρα στην επενδυτική βαθμίδα. Αυτός, κατά τον κ. Γκρινιάνι, είναι ένας από τους λόγους που εξηγεί και τις πολύ καλές επιδόσεις που καταγράφουν τα ελληνικά ομόλογα. «Επιπλέον, ο κίνδυνος πολιτικού αδιεξόδου μετά τις εκλογές, που θα μπορούσε να εκτροχιάσει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, έχει οριστικά αποκλειστεί μετά τη συντριπτική νίκη της Νέας Δημοκρατίας, ενώ η ελληνική οικονομία αποδεικνύεται πιο ανθεκτική από το αναμενόμενο και ξεπερνάει τις ευρωπαϊκές», όπως προσθέτει.

Aπό ρεκόρ σε ρεκόρ τα ελληνικά ομόλογα-1
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΚΤ, το τελευταίο 12μηνο, οι θέσεις της στα ελληνικά ομόλογα έχουν μειωθεί στα 38,15 δισ. ευρώ. (REUTERS)

Χωρίς «σωσίβιο» από ΕΚΤ οι επιδόσεις των ομολόγων

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι σημαντικές επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων έγιναν χωρίς ουσιαστικά τη βοήθεια της ΕΚΤ. Μέσω του έκτακτου προγράμματος PEPP στο οποίο η Ελλάδα εντάχθηκε, παρά το γεγονός ότι δεν είχε επενδυτική βαθμίδα από έστω και έναν από τους τέσσερις οίκους που «ακούει» η κεντρική τράπεζα (DBRS, Fitch, Moody’s, S&P), η ΕΚΤ αγόρασε συνολικά ελληνικά ομόλογα αξίας 39,8 δισ. ευρώ, προσφέροντας έτσι δίχως αμφιβολία ένα σημαντικό στήριγμα στην Ελλάδα. Από τη λήξη του προγράμματος τον Μάρτιο του 2022 και μετά τη δέσμευση της ΕΚΤ για ευέλικτη επανεπένδυση των κεφαλαίων από τις λήξεις των ομολόγων που αγόρασε υπό το PEPP, θεωρήθηκε ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να στηρίζει σημαντικά τα ελληνικά spreads καθώς και της υπόλοιπης περιφέρειας, επενδύοντας περισσότερα σε αυτούς τους τίτλους και μεταφέροντας έτσι ουσιαστικά κεφάλαια από τον Βορρά στον Νότο.

Αυτό ωστόσο δεν συνέβη. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα και με τα επίσημα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, από τότε που έληξε το PEPP και κατά την περίοδο των επανεπενδύσεων, η ΕΚΤ όχι μόνο δεν έχει στηρίξει τις τιμές των ελληνικών ομολόγων, αλλά έχει αποχωρήσει από αυτά. Με λίγα λόγια, συνολικά, δεν χρησιμοποίησε τις δικές τους λήξεις ή τις λήξεις άλλων ομολόγων για να «αυξήσει» τις θέσεις της στα ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΕΚΤ, το τελευταίο 12μηνο, οι θέσεις της στα ελληνικά ομόλογα έχουν μειωθεί στα 38,15 δισ. ευρώ.

Η κεντρική τράπεζα το τελευταίο 12μηνο μείωσε τις θέσεις της στους ελληνικούς τίτλους.

Αυτό ωστόσο το 12μηνο αντί να επιδεινωθούν τα spreads των ελληνικών ομολόγων, έχουν βελτιωθεί σημαντικά, με το spread στο ελληνικό 10ετές έναντι της Γερμανίας να διαμορφώνεται σήμερα στις 125 μονάδες βάσης όταν ένα χρόνο πριν κινούνταν στις 230 μ.β. Η απόδοσή τους, από το 5,1% που είχε φτάσει τον Αύγουστο του 2022, σήμερα κινείται στο 3,8% παρά τη ραγδαία σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής που έχει καταγραφεί αυτό ακριβώς το διάστημα των 12 μηνών, με τα επιτόκια να έχουν αυξηθεί κατά 425 μ.β. συνολικά.

Τι δείχνει αυτό; Οτι κατά την ΕΚΤ, τα ελληνικά ομόλογα δεν χρειάστηκαν «σωσίβιο» και ουσιαστικά η Ελλάδα κατηγοριοποιείται στην ομάδα των χωρών όπου το κόστος δανεισμού έχει καταφέρει να βρει στήριξη στα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας με τις αγορές να της δανείζουν με επιτόκια που δεν δημιουργούν πρόβλημα αναχρηματοδότησης του χρέους. Σαν μία χώρα που έχει δηλαδή επενδυτική βαθμίδα και κανένα κίνδυνο υποβάθμισης.

Αντίθετα με την Ιταλία όπου η ΕΚΤ έχει αυξήσει τις θέσεις της στα ιταλικά ομόλογα κατά 13,6 δισ. ευρώ το τελευταίο 12μηνο μέσω των επανεπενδύσεων του PEPP, τα οποία μάλιστα απόλαυσαν παράλληλα και τη στήριξη από τις επανεπενδύσεις του προγράμματος APP, του κλασικού δηλαδή QE στο οποίο η Ελλάδα δεν συμμετέχει. Αξίζει να σημειώσουμε πως η ΕΚΤ έχει μειώσει αυτό το διάστημα τις θέσεις της υπό το PEPP εκτός από τα ελληνικά και στα γερμανικά, τα φινλανδικά, τα γαλλικά, τα ιρλανδικά, τα ολλανδικά και τα πορτογαλικά ομόλογα.

Ο στόχος

Η Ελλάδα χρειάζεται πρω-τογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ επί σειράν ετών προκειμένου να μειώνεται σταθερά ο ακόμα υψηλός λόγος του δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας σε συνέντευξή του στο CGTN. Πάντως, όπως σημείωσε, ήδη μειώνεται και η Ελλάδα δεν αποτελεί ακραία περίπτωση ως προς το δημόσιο χρέος.

1,7 δισ. ευρώ έχει μειώσει η ΕΚΤ τις θέσεις της στα ελληνικά ομόλογα το τελευταίο 12μηνο.

Η JP Morgan

Η Ελλάδα μαζί με την Ισπανία είναι οι αγαπημένες επιλογές της JP Morgan από τις αγορές ομολόγων της περιφέρειας της Ευρωζώνης, συστήνοντας στους πελάτες της να κτίσουν θέσεις στο ελληνικό 10ετές ομόλογο έναντι του αντίστοιχου ιταλικού τίτλου και να τηρήσουν αρνητικές θέσεις στο 9ετές της Πορτογαλίας έναντι της Ισπανίας.

6,9 δισ. ευρώ θα μειωθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας τα επόμενα δύο χρόνια.

Η πρόβλεψη

Οι συνθήκες που οδηγούν σε επενδυτική βαθμίδα θα φέρουν περαιτέρω εμπιστοσύνη, θα επιταχύνουν τις ξένες επενδύσεις και θα βελτιώσουν το λειτουργικό περιβάλλον για τις ελληνικές τράπεζες, τόνισε σε σχόλιό της η DBRS εν αναμονή και της προγραμματισμένης αξιολόγησής της για την Ελλάδα στις 8 Σεπτεμβρίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT