Η πολιτική συνοχής, ως η κοινή ευρωπαϊκή μακροπρόθεσμη στρατηγική για την ενίσχυση της βιώσιμης ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών περιφερειών και τον περιορισμό των περιφερειακών ανισοτήτων, έχει τις τελευταίες δεκαετίες απόλυτα θετικό πρόσημο για τις λεγόμενες «χώρες της συνοχής», ανάμεσά τους και τη χώρα μας. Υπολογίζεται πως τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της τρέχουσας περιόδου 2014-2020 συνέβαλαν στην αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των λιγότερο ανεπτυγμένων περιφερειών κατά 2,6%.
Η Ελλάδα διαχρονικά έχει ωφεληθεί σημαντικά από την πολιτική συνοχής. Μόνο την περίοδο 2000-2017 εισέρρευσαν στη χώρα μας περισσότερα από 66 δισ. ευρώ. Σήμερα η Ελλάδα είναι μια άλλη χώρα και αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στους κοινοτικούς αναπτυξιακούς πόρους.
Μέσα στην περίοδο της πανδημίας η πολιτική συνοχής (μέσα από νέα εργαλεία όπως το REACT EU και το προσωρινό πλαίσιο ευελιξίας των ευρωπαϊκών κανονισμών) συνέβαλε σημαντικά στην άμβλυνση των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, με την αποτελεσματική χρήση των πόρων του ΕΣΠΑ απεφεύχθη απώλεια στο εγχώριο ΑΕΠ ύψους 33,3 δισ. ευρώ σε ορίζοντα επταετίας.
Ωστόσο σήμερα η πολιτική συνοχής παρουσιάζει αρρυθμίες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρατηρούμε όξυνση των περιφερειακών ανισοτήτων (η χώρα μας έχει υποχωρήσει πέντε δεκαετίες στον δείκτη σύγκλισης) αλλά και νέα ζητήματα όπως αυτά των ενδο-περιφερειακών ανισοτήτων ή του εγκλωβισμού στη λεγόμενη «αναπτυξιακή παγίδα» περιφερειών που καταγράφουν μηδενικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς.
Διόλου τυχαία, η αναπτυξιακή υστέρηση τροφοδοτεί τη λεγόμενη «γεωγραφία της απογοήτευσης», καθώς καταγράφεται θετική συσχέτιση των αρνητικών οικονομικών επιδόσεων και της αντι-ευρωπαϊκής ψήφου, γεμίζοντας την κοίτη του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού.
Ταυτόχρονα, η σύσταση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πυροδότησε δικαιολογημένα μια διαδικασία αναστοχασμού για το μέλλον της πολιτικής συνοχής. Το νέο αυτό χρηματοδοτικό εργαλείο διαφοροποιείται σημαντικά από το πλαίσιο εφαρμογής του ΕΣΠΑ, καθώς δείχνει περισσότερο απλουστευμένο (αφορά ονοματισμένα έργα και όχι δράσεις/προγράμματα, πληρώνει στη βάση ολοκλήρωσης των έργων και επίτευξης χρονικών οροσήμων και όχι με βάση πιστοποιημένες δαπάνες, χρειάστηκε μόλις έξι μήνες για να εγκριθούν τα εθνικά σχέδια).
Μια δημόσια πολιτική προκειμένου να συνεχίσει να παραμένει αποτελεσματική θα πρέπει να αλλάζει. Πρόοδος χωρίς αλλαγή δεν υπάρχει. Και η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει συχνά αποδείξει στο παρελθόν ότι μπορεί να προχωρεί μέσα από τις κρίσεις της.
Ετσι λοιπόν το επόμενο βήμα της πολιτικής συνοχής πρέπει να ακολουθήσει την κατεύθυνση της απλούστευσης των διαδικασιών.
Οι χαμηλές επιδόσεις στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο συγκριτικά με το παρελθόν (μόλις 82% ο κοινοτικός μέσος όρος, πέντε μήνες πριν από τη λήξη της προγραμματικής περιόδου) σχετίζονται με την ολοένα αυξανόμενη πολυπλοκότητα του κανονιστικού πλαισίου που προκαλεί διοικητικό βάρος και χρονικές καθυστερήσεις.
Οι πόροι πρέπει να φτάνουν το συντομότερο σε αυτούς που τους έχουν περισσότερο ανάγκη. Το προσωρινό πλαίσιο ευελιξίας που δόθηκε από την Επιτροπή στη διάρκεια της πανδημίας λειτούργησε θετικά και υποδεικνύει την επιθυμητή κατεύθυνση. Η έμφαση πρέπει να δίνεται περισσότερο στα αποτελέσματα και λιγότερο στις διαδικασίες. Η κοινή διαχείριση των προγραμμάτων και η εταιρική σχέση πρέπει να διαφυλαχτούν και ταυτόχρονα πρέπει να ενισχυθεί η «ιδιοκτησία» των προγραμμάτων από τα κράτη-μέλη.
Επειτα από μια μακρά περίοδο περιορισμού τους, οι δημόσιες επενδύσεις, με όχημα τα χρηματοδοτικά εργαλεία του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, συνιστούν ένα μοναδικό «παράθυρο ευκαιρίας» για την κάλυψη του επενδυτικού κενού της οικονομίας. Οι συνέργειες ανάμεσα στα δύο αυτά χρηματοδοτικά εργαλεία και η αποτελεσματική αξιοποίησή τους θα επιτρέψουν τον ζητούμενο παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό και στη νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη επελέγη η σύνδεση όλων των χρηματοδοτικών εργαλείων αλλά και της δημοσιονομικής με την αναπτυξιακή πολιτική σε κοινή δομή στο νεοσύστατο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Είναι λοιπόν καλοδεχούμενο το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε έγκαιρα τον διάλογο για την πολιτική συνοχής μετά το 2027 και θα παρουσιάσει τις προτάσεις της τον Μάρτιο του 2024. Η Ελλάδα είναι απόλυτα έτοιμη να συνεισφέρει γόνιμες ιδέες, αποτελώντας τα τελευταία χρόνια καλό παράδειγμα ως προς τις επιδόσεις της στην απορρόφηση των κοινοτικών πόρων τόσο του ΕΣΠΑ όσο και του Ταμείου Ανάκαμψης. Η Ελλάδα αναπτύσσεται και προοδεύει σε μια ευημερούσα Ευρωπαϊκή Ενωση. Στην πορεία της χρειάζεται μια ισχυρή και αποτελεσματική πολιτική συνοχής.
Ο κ. Δημήτρης Σκάλκος είναι γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.