Κυριολεκτικά ιλιγγιώδες αυξήσεις καταγράφουν οι τιμές των ακινήτων σε ασιατικές μητροπόλεις, με τη μεγαλύτερη φούσκα να έχει δημιουργηθεί στο Ντουμπάι, την ώρα που στις δυτικές οικονομίες καταγράφονται, αντιθέτως, πτωτικές τάσεις. Ενώ ο μέσος όρος ετήσιων αυξήσεων των τιμών σε 46 αγορές δεν υπερβαίνει το 1,5%, οι τιμές των κατοικιών στο πλούσιο αραβικό εμιράτο έχουν αυξηθεί κατά 225% από τα χαμηλά επίπεδα στα οποία είχαν υποχωρήσει πριν από τρία χρόνια, το γ΄ τρίμηνο του 2020, εν τω μέσω της πανδημίας. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η συμβουλευτική Knight Frank, το Ντουμπάι καταγράφει τις μεγαλύτερες παγκοσμίως αυξήσεις στις τιμές των ακινήτων για όγδοο συναπτό τρίμηνο.
Παράλληλα, οι τιμές των κατοικιών πολυτελείας έχουν αυξηθεί στο εμιράτο κατά σχεδόν 50% μέσα σε 12 μήνες έως τον περασμένο Ιούνιο και είναι και πάλι η μεγαλύτερη αύξηση που καταγράφεται παγκοσμίως. Την ίδια στιγμή, πάντως, διψήφιες αυξήσεις τιμών καταγράφονται και σε μεγάλες μητροπόλεις της Ασίας, με το Τόκιο να καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια κατάταξη, καθώς οι τιμές των ακινήτων έχουν παρουσιάσει αύξηση 26,2%. Ακολουθεί η Μανίλα, όπου οι αυξήσεις των τιμών έχουν φτάσει στο 19,9%, ενώ η Σαγκάη και η Σιγκαπούρη καταγράφουν αυξήσεις 6,7% και 4,2% αντιστοίχως. Οπως εξηγεί στη σχετική έκθεσή της η εν λόγω εταιρεία, καθοριστικός παράγοντες έχει σταθεί η φορολογία των ακινήτων σε ορισμένες ασιατικές μητροπόλεις, με κυριότερη την υφιστάμενη πολιτική στη Σιγκαπούρη.
Την ίδια στιγμή, υποχώρηση παρουσιάζουν οι αξίες των ακινήτων σε μητροπόλεις των ΗΠΑ, με τις τιμές στη Νέα Υόρκη να έχουν μειωθεί κατά 3,9% και στο Σαν Φρανσίσκο κατά 11,1%.
«Οι εκτεταμένες εισροές ξένων στη Σιγκαπούρη που τους έχει προσελκύσει με τον ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα των υπηρεσιών έχει επηρεάσει το ύψος των ενοικίων, κυρίως, και όχι τόσο την αγορά ακινήτων», τονίζει η Knight Frank. Προσθέτει πως η εκτόξευση των τιμών σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την ιλιγγιώδη φορολογία που συνοδεύει την αγορά ενός ακινήτου όταν ο αγοραστής είναι ξένος. Οπως αναφέρει, στη Σιγκαπούρη ειδικότερα από τα τέλη Απριλίου η αγορά ακινήτου από ξένο αγοραστή συνοδεύεται από πρόσθετο φόρο ύψους 60%, διπλάσιο δηλαδή από το 30% που απαιτείτο μέχρι πριν από πέντε μήνες. Στον αντίποδα βρίσκεται η αγορά ακινήτων του Χονγκ Κονγκ, όπου οι τιμές έχουν υποχωρήσει κατά 1,5% στη διάρκεια του περασμένου έτους, αφού αυξήθηκε το απόθεμα κατοικιών από νεόδμητα οικοδομικά συγκροτήματα και δεν υπήρξε αντίστοιχη ζήτηση. Στην προσπάθειά της να τονώσει τη ζήτηση, η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ έχει αυξήσει στο 70% το ποσοστό του τιμήματος που μπορεί να λάβει ως στεγαστικό δάνειο ο επίδοξος αγοραστής όταν πρόκειται για ακίνητα αξίας κάτω του 1,9 εκατ. δολαρίων.
Σύμφωνα με την Knight Frank, βέβαια, οι μεταβολές αυτές στο ύψος των στεγαστικών δανείων μπορεί να ικανοποιούν τους υποψήφιους αγοραστές, αλλά είναι πολύ αμφίβολο αν θα δώσουν «ουσιαστική ώθηση» στην αγορά ακινήτων. Την ίδια στιγμή, σημαντική υποχώρηση παρουσιάζουν οι τιμές των ακινήτων σε μητροπόλεις της υπερδύναμης, με τις τιμές στη Νέα Υόρκη να έχουν μειωθεί κατά 3,9% και στο Σαν Φρανσίσκο να έχουν καταγράψει πτώση 11,1%. Ομοίως και στο χρηματοπιστωτικό κέντρο της Γερμανίας, Φρανκφούρτη, οι τιμές των ακινήτων σημειώνουν υποχώρηση 15,1%, που είναι και η μεγαλύτερη στον κατάλογο της Knight Frank. Οπως επισημαίνει ο Λίαμ Μπέιλι, επικεφαλής της Knight Frank, «οι αγορές κατοικίας υφίστανται πιέσεις παγκοσμίως εξαιτίας της πολιτικής αυξήσεων των επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες». Ο ίδιος υπογραμμίζει, ωστόσο, πως συνολικά οι τιμές των ακινήτων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα επειδή η ζήτηση εξακολουθεί να βρίσκεται στα ύψη και η προσφορά είναι περιορισμένη, μετά τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στον κλάδο των κατασκευαστικών λόγω της πανδημίας.