Εντονες πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να ασκήσει το μετεωρολογικό φαινόμενο Ελ Νίνιο στις τιμές των τροφίμων, που έχουν, όμως, ήδη πάρει την ανιούσα μετά την απόφαση της Ινδίας να απαγορεύσει όλες τις εξαγωγές ρυζιού και την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας. Ενας ακόμη παράγοντας που επιδεινώνει την εικόνα ήταν και το γεγονός ότι η Ρωσία βομβάρδισε τερματικούς σταθμούς για τις εξαγωγές των σιτηρών της Ουκρανίας. Οπως τονίζει σχετικό ρεπορτάζ του CNN, ο συνδυασμός αυτών των αρνητικών παραγόντων αναμένεται να επιταχύνει τον πληθωρισμό στις τιμές των τροφίμων και ιδιαιτέρως στις αναδυόμενες αγορές.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ των Financial Times, από τον Σεπτέμβριο η φυσική διακύμανση της θερμοκρασίας στον Ειρηνικό Ωκεανό, γνωστή ως φαινόμενο Ελ Νίνιο, αναμένεται να προκαλέσει ακραία υψηλές θερμοκρασίες σε περιοχές της Νότιας Ασίας και της Κεντρικής Αμερικής, καθώς και βροχοπτώσεις στις Ανδεις. Συνήθως το φαινόμενο αυτό διαταράσσει την πορεία των καλλιεργειών και πιθανώς θα πλήξει την παγκόσμια παραγωγή τροφίμων, οδηγώντας σε άνοδο των τιμών. Εχουν προηγηθεί οι έντονες βροχοπτώσεις, που ανάγκασαν την Ινδία να απαγορεύσει όλες τις εξαγωγές ρυζιού πλην της φημισμένης ποικιλίας του ρυζιού μπασμάτι, προκαλώντας αναταραχή στην παγκόσμια αγορά. Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, η απόφαση της Ινδίας προκάλεσε έντονη ανησυχία στις ΗΠΑ, οδηγώντας σε φρενήρεις αγορές ρυζιού, που με τη σειρά τους εκτόξευσαν τις τιμές του στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 12 ετών. Αν και το ρύζι μπασμάτι είναι η πλέον φημισμένη ποικιλία που παράγει η Ινδία, οι υπόλοιπες ποικιλίες αντιπροσωπεύουν το 25% των εξαγωγών της και η απαγόρευσή τους απειλεί με πείνα δισεκατομμύρια ανθρώπους. Τουλάχιστον τρία δισ. άνθρωποι έχουν βασικό είδος διατροφής το ρύζι και η Ινδία αντιπροσωπεύει περίπου το 40% των παγκόσμιων εξαγωγών του.
Η κατάσταση έχει ήδη επιβαρυνθεί από το ινδικό μπλόκο στις εξαγωγές ρυζιού και την αποχώρηση της Ρωσίας από τη συμφωνία για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας.
Μιλώντας στο CNN ο Αρίφ Χουσαΐν, κορυφαίος οικονομολόγος του Προγράμματος Τροφίμων των Ηνωμένων Εθνών, επισήμανε πως «το πρόβλημα είναι ότι δεν πρόκειται απλώς για ένα είδος διατροφής». Οπως διευκρινίζει ο ίδιος, «το ρύζι, τα σιτηρά και το καλαμπόκι στοιχειοθετούν το μεγαλύτερο μέρος της διατροφής των φτωχών λαών ανά τον κόσμο». Επιπλέον, ο εν λόγω οικονομολόγος τόνισε πως «η απαγόρευση έρχεται σε μια στιγμή που οι χώρες αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τα δυσθεώρητα χρέη τους, τον πληθωρισμό των τιμών των τροφίμων και τις υποτιμήσεις των νομισμάτων τους, και αυτό είναι πρόβλημα για όλους». Οι επιπτώσεις είναι ήδη ορατές σε φτωχές χώρες. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των τοπικών ΜΜΕ, το Νεπάλ έχει ήδη καταγράψει μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων από τη στιγμή που ανακοίνωσε την απαγόρευση η Ινδία. Παράλληλα, οι τελωνειακές αρχές του Βιετνάμ αναφέρουν πως τις τελευταίες εβδομάδες οι τιμές του ρυζιού έχουν εκτοξευθεί στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 10 και πλέον ετών. Ακόμη και στην Ταϊλάνδη, δεύτερη στον κόσμο σε εξαγωγές ρυζιού μετά την Ινδία, η Ενωση Εξαγωγικών Επιχειρήσεων Ρυζιού αναφέρει άνοδο των τιμών του ρυζιού. Πολλές χώρες της ευρύτερης περιοχής όπως η Σιγκαπούρη, η Ινδονησία και οι Φιλιππίνες έχουν απευθύνει έκκληση προς το Νέο Δελχί να ανακαλέσει την απαγόρευση και να συνεχίσει τις εξαγωγές ρυζιού. Την ίδια έκκληση έχει απευθύνει προς την ηγεσία της Ινδίας το ΔΝΤ, με τον κορυφαίο οικονομολόγο του Ταμείου, Πιερ Ολιβιέ Γκουρίνχας, να προεξοφλεί πως η επίμαχη απόφαση «θα επιτείνει εις το έπακρον» τον κίνδυνο του πληθωρισμού στις τιμές των τροφίμων. Πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν, άλλωστε, πως η απαγόρευση ενδέχεται να αποτελέσει το εναρκτήριο λάκτισμα για αντίστοιχες κινήσεις από άλλες εξαγωγούς χώρες ανταγωνίστριες της Ινδίας. Θα αποβεί, εξάλλου, εξαιρετικά επώδυνη για τους αγρότες της Ινδίας, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν σχεδόν το μισό από το εργατικό της δυναμικό. Εξίσου καταστρεπτική αναμένεται να είναι, επίσης, για τους οίκους που έχουν αναλάβει τις πωλήσεις και τις εξαγωγές του ρυζιού και τώρα μένουν με τεράστια αποθέματα του είδους.