Για πωλητές και τεχνίτες, οι νέες θέσεις εργασίας

Για πωλητές και τεχνίτες, οι νέες θέσεις εργασίας

Περιορισμένη ζήτηση για εργαζομένους υψηλής εκπαίδευσης έως το 2035 λόγω και τεχνολογικής υστέρησης των επιχειρήσεων

3' 35" χρόνος ανάγνωσης

Θέσεις όχι ιδιαίτερα υψηλών προσόντων –όπως υπαλλήλους γραφείου, πωλητές, γεωργούς και τεχνίτες– αναμένεται να δημιουργήσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις τα επόμενα χρόνια και έως το 2035, δημιουργώντας αρνητικές προσδοκίες για το μέλλον της εγχώριας αγοράς εργασίας. Η αδυναμία δημιουργίας θέσεων εργασίας υψηλού επιπέδου γνώσεων και δεξιοτήτων, σε συνδυασμό με την τεχνολογική υστέρηση των ελληνικών επιχειρήσεων, καταγράφεται από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, στην ετήσια έκθεσή του για την ελληνική οικονομία.

Κι όπως επισημαίνεται, η ευρεία πλειονότητα των μελλοντικών θέσεων εργασίας στην Ελλάδα αφορά επαγγέλματα μεσαίου επιπέδου δεξιοτήτων, όπως οι υπάλληλοι γραφείου, οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, οι ειδικευμένοι γεωργοί, κτηνοτρόφοι, δασοκόμοι και αλιείς και οι ειδικευμένοι τεχνίτες και ασκούντες συναφή επαγγέλματα, με το ποσοστό να εκτιμάται στο 62,4%, έναντι 40,8% στην Ε.Ε. Στον αντίποδα, η Ελλάδα βρίσκεται σε σαφώς υποδεέστερη θέση ως προς τη δημιουργία θέσεων εργασίας με υψηλές δεξιότητες, όπως αυτές που αφορούν τα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, τους επαγγελματίες και τους τεχνικούς και ασκούντες συναφή επαγγέλματα, με ποσοστό 29,8%, έναντι 49,9% στην Ε.Ε.

Μάλιστα, από τις μελλοντικές θέσεις εργασίας υψηλών δεξιοτήτων, μόλις το 4,2% συνιστά πραγματικές νέες θέσεις εργασίας, καθώς οι υπόλοιπες αφορούν στην πράξη, όπως επισημαίνουν οι μελετητές της ΓΣΕΕ, θέσεις αντικατάστασης λόγω συνταξιοδότησης. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 18%.

Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, αυτό αναδεικνύει ακόμη περισσότερο τη δυστοκία του εγχώριου παραγωγικού συστήματος στην τρέχουσα μορφή του να δημιουργήσει θέσεις εργασίας υψηλών δεξιοτήτων, παρότι η εγχώρια προσφορά εργασίας χαρακτηρίζεται από ικανοποιητικό επίπεδο τυπικών προσόντων.

Τα οποία, βέβαια, δεν αξιοποιούνται περαιτέρω είτε μέσω της ταυτόχρονης μαθητείας στον χώρο εργασίας είτε μέσω της συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης, μετά την ένταξη των αποφοίτων στην αγορά εργασίας.

Η Συνομοσπονδία διερευνά σε ποιο βαθμό το εγχώριο παραγωγικό υπόδειγμα χαρακτηρίζεται από τη δυνατότητα απορρόφησης εργατικού δυναμικού με υψηλές γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες, όπως ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη, επαγγελματίες και τεχνικοί και ασκούντες συναφή επαγγέλματα. Και διαπιστώνει ότι δεν μπορεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα το 2022 βρισκόταν στην προτελευταία θέση ως προς τη συνολική απασχόληση σε θέσεις υψηλών και σχετικά υψηλών δεξιοτήτων (32% της συνολικής απασχόλησης), σημειώνοντας μάλιστα οριακή μείωση συγκριτικά με το 2013, με αποτέλεσμα την υποχώρηση κατά δύο θέσεις στη σχετική κατάταξη.

Ουραγός η Ελλάδα στην Ε.Ε. στη ζήτηση για ειδικούς στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών.

Οπως επισημαίνουν οι μελετητές, τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώνουν ότι κατά την περίοδο που ακολούθησε την κρίση στην Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε αξιοσημείωτος τεχνολογικός μετασχηματισμός, που θα συνέβαλλε με τη σειρά του στη δημιουργία ποιοτικότερων θέσεων εργασίας.

Μια συναφής εικόνα, αλλά από την πλευρά της παραγωγικής διάρθρωσης, φαίνεται και όσον αφορά την κατανομή της απασχόλησης σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας και έντασης γνώσης. Και σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση μαζί με τη Ρουμανία, όπου μόλις το 3,4%, έναντι 4,9% στην Ευρωζώνη, απασχολείται σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας και έντασης γνώσης, έχοντας υποχωρήσει από την 25η θέση σε σχέση με το 2013.

Η περιορισμένη ζήτηση για εργαζομένους με υψηλά τυπικά προσόντα υποδεικνύει, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, την τεχνολογική υστέρηση της ελληνικής οικονομίας και την αδυναμία της να ακολουθήσει τις εν εξελίξει τεχνοοικονομικές μεταβολές, όπως η ψηφιακή μετάβαση.

Ενδεικτικό αυτού είναι η ιδιαίτερα χαμηλή ζήτηση για ειδικούς στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), καθώς και σε αυτή την περίπτωση η Ελλάδα εμφανίζεται ουραγός μεταξύ των υπόλοιπων χωρών-μελών της Ε.Ε.

Ειδικότερα, το 2022 μόλις το 2,5% των εργαζομένων απασχολούνταν σε επαγγέλματα συναφή με τις ΤΠΕ, έναντι 4,6% στην Ε.Ε., ενώ συγκριτικά με το 2013 υποχώρησε κατά δύο θέσεις.

Και μάλιστα αυτό δεν μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη εργαζομένων με σχετικές γνώσεις και δεξιότητες, καθώς παρατηρώντας την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας μεταξύ των εργαζομένων με σπουδές σε ΤΠΕ και του συνόλου των εργαζομένων κατά την ίδια περίοδο (2013-2021) διαπιστώνεται ότι είναι υψηλότερο συγκριτικά με το γενικό ποσοστό ανεργίας. Συνεπώς δεν υπάρχει έλλειψη προσωπικού, αλλά αδυναμία του παραγωγικού συστήματος να ενσωματώσει τη συγκεκριμένη ομάδα εργαζομένων, γεγονός το οποίο, μεταξύ άλλων, οδηγεί τελικά και στη μείωση των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις σχετικές ειδικότητες.

Την αδυναμία του εγχώριου παραγωγικού υποδείγματος να ενσωματώσει περισσότερους εργαζομένους με σπουδές ΤΠΕ στην εγχώρια αγορά εργασίας αποτυπώνει, τέλος, και η κατανομή των επιχειρήσεων ως προς το επίπεδο ψηφιακής έντασης. Περίπου έξι στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα είναι πολύ χαμηλής ψηφιακής έντασης, με τη χώρα να σημειώνει ποσοστό 57,8%, ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία (51,8%) και την Ουγγαρία (47,0%), όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 30%.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT