Υψηλές αποδόσεις στα ομόλογα δεν σημαίνει υποχώρηση των μετοχών

Υψηλές αποδόσεις στα ομόλογα δεν σημαίνει υποχώρηση των μετοχών

Παρά το ακριβό χρήμα, η κερδοφορία των αμερικανικών επιχειρήσεων ενισχύεται, κάτι που αντικατοπτρίζεται στη Γουόλ Στριτ

2' 0" χρόνος ανάγνωσης

Οι φόβοι ότι οι υψηλές και ανερχόμενες αποδόσεις των ομολόγων θα πλήξουν την αμερικανική αγορά είναι μεν κατανοητοί, αν και άστοχοι. Μέχρι στιγμής η Ιστορία έχει δείξει πως ο συσχετισμός ανάμεσα στις αποδόσεις των τίτλων και στις μετοχές ποικίλλει από αποσπασματικός, στην καλύτερη των περιπτώσεων, έως και ανύπαρκτος. Οι τιμές των μετοχών έχουν υποχωρήσει έως και 10% από τον Ιούλιο κι εντεύθεν, ενώ παράλληλα παρατηρείται αιφνίδια εκτόξευση στις αποδόσεις των ομολόγων. Πέρα από αυτήν την άμεση διόρθωση, οι προοπτικές είναι πιο ενθαρρυντικές. Τα εταιρικά αποτελέσματα τρίτου τριμήνου δείχνουν τόνωση κερδοφορίας κατά 5%, ενώ οι ανοδικές προοπτικές για το 2024 διατηρούνται ως έχουν. Από πλευράς τους, οι αναλυτές εξακολουθούν να προσβλέπουν σε αύξηση κερδών της τάξεως του 12%.

Αυτό συμβαίνει σε έναν κόσμο με τις αποδόσεις των ομολόγων να ανέρχονται πέρα από 100 μονάδες βάσης τους τελευταίους τρεις μήνες, στα πιο υψηλά επίπεδά τους από το 2006-2007, ενώ στο σύνολό της ολόκληρη η καμπύλη αποδόσεων διαπραγματεύεται λίγο πάνω από το 5% τον τελευταίο καιρό. Τα πιστωτικά περιθώρια παρέμειναν επίσης εξαιρετικά συγκρατημένα, ακόμη μία ένδειξη ότι ο κόσμος των επιχειρήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να χειρίζεται αρκετά καλά τη δραστική άνοδο των ομολογιακών αποδόσεων. Πολλοί είναι οι αναλυτές που προβληματίζονται, αλλά μάλλον αυτό είναι ο κανόνας παρά η εξαίρεση.

Εάν τα επιτόκια είναι υψηλά επειδή ο πληθωρισμός διαμορφώνεται από την αξιοπρεπή οικονομική ανάπτυξη, οι μετοχές θα πάνε καλά. Εάν το κόστος του χρήματος και ο πληθωρισμός κινούνται σε υψηλά επίπεδα, δυσχεραίνοντας την ανάπτυξη, τότε η πρόκληση για τις μετοχές δείχνει μεν μεγαλύτερη, αλλά όχι ανυπέρβλητη. «Τα τελευταία 60 χρόνια δεν υπάρχει ουσιαστικά σχέση μεταξύ του μέσου επιπέδου αποδόσεων των ομολόγων και του χρηματιστηριακού δείκτη S&P 500, τουλάχιστον σε τριμηνιαία συχνότητα», παρατηρεί ο αναλυτής της Citi Στιούαρτ Κάιζερ. Εξετάζοντας τα στοιχεία ο Κάιζερ και οι συνεργάτες του για τη διασύνδεση των μέσων τριμηνιαίων αποδόσεων του S&P 500 και των μέσων 10ετών αποδόσεων κάθε τρίμηνο από το 1962 και μετά, κατέληξαν στην εξής διαπίστωση: εάν υπάρχει ένα μοτίβο, είναι σχεδόν αδύνατο να εντοπιστεί. Η συσχέτιση μεταξύ των αποδόσεων των μετοχών και των ομολογιακών αποδόσεων από το 1999 είναι εξίσου τυχαία.

Ερευνα της Κάλι Κοξ, επενδυτικής αναλύτριας της eToro, για τα τελευταία 60 χρόνια δείχνει ότι «η αύξηση των επιτοκίων δεν καταδικάζει απαραίτητα το χρηματιστήριο. Οι επενδυτές νιώθουν αμήχανα όταν οι αποδόσεις των ομολόγων αρχίζουν να κινούνται ανοδικά. Συνήθως, σε μακροπρόθεσμη βάση, οι υψηλότερες αποδόσεις δείχνουν μια ισχυρότερη οικονομία και αυξανόμενα εταιρικά κέρδη».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT