Χαμηλό το εισόδημα στην Ελλάδα λόγω κρίσης και φοροδιαφυγής

Χαμηλό το εισόδημα στην Ελλάδα λόγω κρίσης και φοροδιαφυγής

Η χώρα εμφανίζει το πέμπτο χαμηλότερο εισόδημα στην Ε.Ε., καθώς οι μη μισθωτοί δηλώνουν πολύ λιγότερα από τα πραγματικά έσοδά τους

2' 22" χρόνος ανάγνωσης

Το πέμπτο χαμηλότερο διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα –σε μονάδες αγοραστικής δύναμης– είχε η Ελλάδα το 2022, ξεπερνώντας μόνο κάποιες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες. Η χαμηλή κατάταξη της Ελλάδας οφείλεται, βεβαίως, στο γεγονός ότι τα εισοδήματα δεν έχουν επανέλθει στην προ οικονομικής κρίσης εποχή, κάτι που το συνεχιζόμενο κύμα ακρίβειας επιδεινώνει κι άλλο, αλλά και στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή που έχει ως συνέπεια, ειδικά στην περίπτωση των μη μισθωτών, να δηλώνονται πολύ λιγότερα από τα πραγματικά εισοδήματα.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Eurostat, το κατά κεφαλήν διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα διαμορφώθηκε το 2022 σε 9.528 ευρώ και το ισοδύναμο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης σε 10.842, αυξημένο κατά 9,3% σε σύγκριση με το 2021.

Με βάση αυτά τα στοιχεία, η Ελλάδα αποτελεί τη χώρα με το πέμπτο χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, μετά τη Βουλγαρία (9.671 μονάδες αγοραστικής δύναμης), τη Σλοβακία (9.826 μονάδες), τη Ρουμανία (10.033 μονάδες) και την Ουγγαρία (10.217 μονάδες). Το 2021 το κατά κεφαλήν διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε μόλις 8.752 ευρώ και το ισοδύναμο σε 9.917 μονάδες αγοραστικής δύναμης.

Από την άλλη, οι χώρες της Ε.Ε. με το υψηλότερο διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα σε μονάδες αγοραστικής δύναμης ήταν το 2022 το Λουξεμβούργο (33.214), η Ολλανδία (25.437), η Αυστρία (25.119), το Βέλγιο (24.142), η Δανία (23.244) και η Γερμανία (23.197). Στην Ευρωπαϊκή Ενωση το κατά κεφαλήν διάμεσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε το 2022 σε 18.706 μονάδες αγοραστικής δύναμης, αυξημένο σε σύγκριση με το 2021 κατά 3,85% περίπου.

Η πρώτη φορά μετά το 2012 που το κατά κεφαλήν διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώθηκε σε επίπεδα άνω των 10.000 μονάδων αγοραστικής δύναμης ήταν το 2020 (10.175), με την πανδημία, όμως, να διαδραματίζει αρνητικό ρόλο, και υποχώρησε το 2021 στις 9.917 μονάδες αγοραστικής δύναμης. Το γεγονός, πάντως, ότι για επτά συνεχή έτη ήταν κάτω από τις 10.000 μονάδες δείχνει, αν μη τι άλλο, το βαρύ πλήγμα της οικονομικής κρίσης και την ένταση και διάρκεια της εσωτερικής υποτίμησης.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το κατά κεφαλήν διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα στην Ελλάδα ήταν το 2012 10.063 μονάδες αγοραστικής δύναμης, υποχωρώντας και άλλο τα χρόνια που ακολούθησαν, για να φτάσει το 2014 σε 8.674 μονάδες αγοραστικής δύναμης. Στο υψηλότερο σημείο είχε φτάσει το 2009, μία χρονιά πριν από την είσοδο της Ελλάδας σε καθεστώς μνημονίου, καθώς είχε διαμορφωθεί σε 12.626 μονάδες αγοραστικής δύναμης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι διαχρονικά η Ελλάδα κατατασσόταν χαμηλά σε ό,τι αφορά το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα και πριν από τη μεγάλη διεύρυνση της Ε.Ε. το 2004 βρισκόταν στις τελευταίες θέσεις, μαζί με την Ισπανία και την Πορτογαλία. Πλέον αυτές οι δύο χώρες, και ειδικά η Ισπανία (17.254 μονάδες αγοραστικής δύναμης το διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα το 2022), βρίσκονται αρκετά υψηλότερα από την Ελλάδα στη σχετική κατάταξη, ενώ υψηλότερο διάμεσο διαθέσιμο εισόδημα εμφανίζουν και αρκετές από τις χώρες που εντάχθηκαν στην Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια (Σλοβενία, Εσθονία, Πολωνία κ.ά.).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT