Στην παγίδα των τεκμηρίων «πέφτουν» 43.178 μονοπρόσωπες επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα) οι οποίες θα φορολογηθούν για τη χρήση του 2023 με τον νέο τεκμαρτό τρόπο που προβλέπει ελάχιστο φορολογητέο ποσό 10.920 ευρώ, το οποίο φθάνει έως τις 14.196 ευρώ. Ωστόσο, για τις ανωτέρω επιχειρήσεις θα ενεργοποιηθούν και ακόμη δύο παράμετροι, η μισθοδοσία και ο τζίρος.
Οπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία της ΑΑΔΕ και του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών που διαθέτει η «Κ», από τα 43.178 μονοπρόσωπα νομικά πρόσωπα (ΕΠΕ, Α.Ε. και ΙΚΕ) τα 22.776 δήλωσαν για τη χρήση του 2022 ζημίες, τα 16.455 κέρδη, ενώ 3.967 επιχειρήσεις στο βασικό έντυπο (Ν) δεν έχουν συμπληρώσει στους κωδικούς κέρδη ή ζημίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, μεταξύ αυτών που δήλωσαν κέρδη υπάρχουν μονοπρόσωπες επιχειρήσεις με ακαθάριστα έσοδα 1 εκατ. ευρώ και κέρδη μόλις 10.000 ευρώ. Η εξέλιξη των στοιχείων (ακαθάριστα έσοδα και φορολογητέα κέρδη) δεν διαφοροποιείται σημαντικά από χρόνο σε χρόνο. Δηλαδή, τόσο το 2019 όσο και το 2022 οι μονοπρόσωπες επιχειρήσεις δήλωσαν παρεμφερή τζίρο και κέρδη, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις με συνεχόμενες ζημίες. Τα στοιχεία της ΑΑΔΕ δημιουργούν υποψίες για φοροδιαφυγή και γι’ αυτόν τον λόγο αποφασίσθηκε να ενταχθούν στο νέο σύστημα φορολόγησης.
Συνολικά οι 43.178 δήλωσαν την περασμένη χρήση στην εφορία ακαθάριστα έσοδα 66,79 δισ. ευρώ και φορολογητέα κέρδη 3,159 δισ. ευρώ. Δηλαδή, τα κέρδη αποτελούν μόλις το 4,7% των ακαθάριστων εσόδων. Ειδικότερα:
1) 7.949 μονοπρόσωπες ΕΠΕ. Από αυτές οι 3.761 δηλώνουν κέρδη και οι υπόλοιπες 3.340 ζημίες. Τα ακαθάριστα έσοδα που δηλώνουν ανέρχονται σε 7 δισ. ευρώ. Οι κερδοφόρες δηλώνουν κέρδη 499,5 εκατ. ευρώ.
2) 4.424 μονοπρόσωπες Α.Ε. Από αυτές οι 1.250 δηλώνουν κέρδη και οι 3.046 ζημίες. Τα ακαθάριστα έσοδά τους ανέρχονται σε 50,7 δισ. ευρώ, ενώ τα φορολογητέα κέρδη σε 1,9 δισ. ευρώ. Δηλαδή, τα τελευταία αποτελούν μόλις το 3,7% των ακαθάριστων εσόδων.
3) 30.805 μονοπρόσωπες ΙΚΕ. Από αυτές οι 11.444 δηλώνουν κέρδη και οι 16.290 ζημίες. Τα ακαθάριστα έσοδα ανέρχονται σε 8,98 δισ. ευρώ, ενώ τα φορολογητέα κέρδη σε 734,7 εκατ. ευρώ και αποτελούν περίπου το 12% των ακαθάριστων εσόδων.
Για τις μονοπρόσωπες επιχειρήσεις το τεκμαρτό εισόδημα θα επηρεάζεται και από τον αριθμό των εργαζομένων, εφόσον υπάρχουν, αλλά και από τον τζίρο. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που μια ΙΚΕ πληρώνει τον υπάλληλό της με το ποσό των 22.000 ευρώ, η ελάχιστη αμοιβή – φορολογητέο εισόδημα που μπορεί να δηλώσει ο επαγγελματίας είναι 22.000 ευρώ συν 10%, δηλαδή 24.200 ευρώ.
Υπάρχουν μονοπρόσωπες με ακαθάριστα έσοδα 1 εκατ. ευρώ και κέρδη μόλις 10.000 ευρώ.
Παράλληλα, το τεκμαρτό εισόδημα προσαυξάνεται και ανάλογα με τον τζίρο της επιχείρησης. Δηλαδή στην περίπτωση που ο τζίρος είναι μεγαλύτερος από τον μέσο όρο της δραστηριότητάς της (ΚΑΔ) της προηγούμενης χρήσης, το φορολογητέο εισόδημα θα αυξάνεται:
• 35% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 100% του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων.
• 70% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 150% του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων.
• 100% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 200% του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων, με ανώτατο όριο τις 50.000 ευρώ.
Ζητούν να εξαιρεθούν
Οι αλλαγές στη φορολογία έχουν προκαλέσει ευρύτατες αντιδράσεις, αλλά από την άλλη δεν είναι και λίγοι αυτοί που μιλούν για δικαιοσύνη. Ολοι οι θιγόμενοι κλάδοι αντιδρούν και συγκεκριμένα ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι, ατομικές επιχειρήσεις καθώς και οι μονοπρόσωπες επιχειρήσεις.
Μάλιστα, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας ζήτησε από το οικονομικό επιτελείο την εξαίρεση του λιανεμπορίου από τα νέα τεκμήρια φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών. Σε συνάντησή του με τον υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρη Θεοχάρη, ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας κ. Καρανίκας υπογράμμισε πως η αυθαίρετη κατηγορία ότι οι Ελληνες έμποροι είναι «εκ συστήματος φοροφυγάδες» δεν είναι αποδεκτή.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ σημείωσε πως είναι απολύτως λογικό να υπάρχουν χιλιάδες μικρές εμπορικές επιχειρήσεις με πολύ χαμηλά ετήσια καθαρά έσοδα μετά την πανδημία, στην ελληνική αγορά των πολλών «ταχυτήτων» και των μεγάλων ανισοτήτων. Υπενθύμισε πως το εισόδημα των καταναλωτών έχει μειωθεί και μετατοπίζεται συνεχώς από κλάδους όπως η ένδυση/υπόδηση και τα έπιπλα προς τα βασικά είδη διατροφής, ενισχύοντας τους τζίρους των σούπερ μάρκετ. Ηδη από την περασμένη άνοιξη, όπως αναφέρει ο κ. Καρανίκας, η ετήσια έκθεση ελληνικού εμπορίου του ΙΝΕΜΥ – ΕΣΕΕ είχε αναδείξει την τριπλή παγίδα για τα έσοδα των ΜμΕ του εμπορίου: μειωμένες πωλήσεις, αυξημένο λειτουργικό κόστος και εύθραυστο χρέος, σε περιβάλλον ενεργειακής κρίσης, υψηλών επιτοκίων και αδυναμίας πρόσβασης στη χρηματοδότηση.