Η Αργεντινή, με τον τριψήφιο πληθωρισμό, την αυξανόμενη φτώχεια και την έλλειψη συναλλαγματικών αποθεμάτων, αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν για άλλες οικονομίες. Τα δεινά της λατινοαμερικανικής χώρας επανήλθαν στο προσκήνιο με αφορμή την πρόσφατη νίκη του φιλελεύθερου «αναρχοκαπιταλιστή» Χαβιέρ Μιλέι στις προεδρικές εκλογές, με την υπόσχεση να εφαρμόσει μια οικονομική θεραπεία-σοκ. Η αλήθεια είναι ότι η Αργεντινή συνέχιζε να διολισθαίνει από τη χρεοκοπία στον υπερπληθωρισμό, και τούμπαλιν, πολύ καιρό αφότου άλλες αναδυόμενες αγορές είχαν εντρυφήσει στις έννοιες της δημοσιονομικής και νομισματικής ορθότητας.
Πολλές χώρες λοιπόν θεωρούν ότι δεν έχουν τίποτα να μάθουν από την οικονομική καταστροφή που έφερε τον Μιλέι στην εξουσία. Αυτό μπορεί να μην ισχύει, προειδοποιούν οι αναλυτές, καθώς τα προβλήματα της Αργεντινής έχουν τις ρίζες τους σε ένα συνδυασμό κρατικού δανεισμού, χαλαρής νομισματικής πολιτικής και πληθωρισμού, τα οποία βιώνουν κι άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ. Η διαφορά είναι ότι τα δεινά της Αργεντινής δεν έχουν τόσο οικονομικές, όσο πολιτικές ρίζες: η κεντρική της τράπεζα είναι πλήρως υποταγμένη στο υπουργείο Οικονομικών, ένα φαινόμενο που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «δημοσιονομική κυριαρχία» (fiscal dominance). Προς το παρόν αυτό μοιάζει με πρόβλημα κυρίως της Αργεντινής. Μια θετική πτυχή της πρόσφατης έκρηξης του πληθωρισμού είναι ότι οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες είχαν τη δυνατότητα να τον καταπολεμήσουν. Σε μια εποχή δομικά υψηλότερων χρεών και έξαρσης λαϊκισμού, ωστόσο, ο κίνδυνος δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Πολλές αναδυόμενες αγορές με αλόγιστο δανεισμό, υπερπληθωρισμό και απανωτές κρίσεις ξεπέρασαν τον σκόπελο, δίνοντας εξουσία στις ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες.
Το έλλειμμα προϋπολογισμού της Αργεντινής, το οποίο η JPMorgan προβλέπει περίπου στο 5% του ΑΕΠ φέτος, είναι στην πραγματικότητα μικρότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ από αυτό των ΗΠΑ. Το πρόβλημα είναι ότι, έπειτα από χρόνια οικονομικής κακοδιαχείρισης, η χώρα δεν έχει πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Επομένως, η κεντρική τράπεζα χρηματοδοτεί το έλλειμμα αγοράζοντας κρατικό χρέος και δανείζοντας απευθείας στο δημόσιο ταμείο. Η κεντρική τράπεζα χάνει χρήματα από αυτό, επειδή κερδίζει λιγότερους τόκους για τα δάνειά της προς την κυβέρνηση από ό,τι πληρώνει για τα ομόλογα που εκδίδει. Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Αργεντινής θα εκτιναχθεί σε περίπου 14% του ΑΕΠ φέτος, σύμφωνα με την JPMorgan, ενώ ο πληθωρισμός της χώρας έφτασε στο 142% τον Οκτώβριο. Ο Μιλέι υποσχέθηκε να «απαντήσει» αντικαθιστώντας το πέσο με το δολάριο και καταργώντας την κεντρική τράπεζα, ένα σχέδιο που έχει όμως πολλές αδυναμίες.
Πολλές αναδυόμενες αγορές παραπέμπουν στην ιστορία της Αργεντινής με αλόγιστο δανεισμό, υπερπληθωρισμό και απανωτές κρίσεις. Οι περισσότερες ξεπέρασαν τον σκόπελο, δίνοντας εξουσία στις ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες. Οι ΗΠΑ είναι ο αντίποδας της Αργεντινής: έχουν μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα, μικρή έκθεση στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις και απαράμιλλη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Είναι αλήθεια ότι το 2020-21 το Κογκρέσο εξέδωσε ομόλογα τρισεκατομμυρίων δολαρίων, μερικά από τα οποία η Fed αγόρασε στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Μέχρι τις αρχές του 2021, η ευρεία προσφορά χρήματος είχε εκτοξευθεί κατά 25% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα και οι τιμές εκτινάχθηκαν στα ύψη. Ωστόσο, αν αυτή ήταν «δημοσιονομική κυριαρχία», ήταν βραχύβια. Εν συνεχεία η Fed αύξησε τα επιτόκια, η προσφορά χρήματος συρρικνώθηκε και ο πληθωρισμός πλησιάζει τον στόχο του 2% της Fed.
Μερικοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι ο πληθωρισμός θα ανακάμψει, κάνοντας λόγο για έναν «φαύλο κύκλο». Ωστόσο, οι περισσότεροι θεωρούν ότι η «δημοσιονομική κυριαρχία» δεν μπορεί να συμβεί, εκτός εάν η Fed δεχθεί την πολιτική πίεση. Ωστόσο, ούτε ο πρόεδρος Μπάιντεν ούτε οι διοικητές που διόρισε στο διοικητικό συμβούλιο της Fed αντιτάχθηκαν στις αυξήσεις των επιτοκίων της. Κατά τη θητεία του, ο τέως πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πίεσε τη Fed να μειώσει τα επιτόκια και άφησε να εννοηθεί ότι αν επιστρέψει στην εξουσία, μπορεί να το κάνει ξανά. Ωστόσο, αυτό μπορεί να μην είναι προς το συμφέρον του. Τα τελευταία δύο χρόνια απέδειξαν ότι τίποτα δεν βλάπτει τη δημοτικότητα ενός ηγέτη περισσότερο από τον πληθωρισμό. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Αργεντινή μόλις εξέλεξε νέο πρόεδρο και οι ΗΠΑ θα το κάνουν σε ένα χρόνο από τώρα.