ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν ότι δεν είναι καιροί για περιπέτειες

ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν ότι δεν είναι καιροί για περιπέτειες

Τι σηματοδοτεί η συνάντηση Μπάιντεν και Σι για τις σχέσεις των δύο χωρών

8' 16" χρόνος ανάγνωσης

Οι ΗΠΑ βρίσκονται εμμέσως αντιμέτωπες με δύο στρατιωτικά μέτωπα στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Η Κίνα βλέπει κεφάλαια δισεκατομμυρίων δολαρίων να εγκαταλείπουν την επιβραδυμένη οικονομία της. Οι δύο υπερδυνάμεις έχουν ήδη πολλά στο πιάτο τους. Στο Σαν Φρανσίσκο, οι ηγέτες τους κατ’ αρχάς συναντήθηκαν. Αφού συμφώνησαν ότι διαφωνούν, άφησαν μάλλον να εννοηθεί ότι αυτοί δεν είναι καιροί για περιπέτειες.

Το αμερικανικό δόγμα

Τα τελευταία χρόνια δοκιμάζεται ευθέως το δόγμα που προς στιγμήν επικράτησε στην Ουάσιγκτον. Η ιδέα ήταν ότι το εμπόριο με την Κίνα, και η οικονομική της ανάπτυξη χάρη στον έστω δυσλειτουργικό καπιταλισμό της, θα την έκανε πιο δημοκρατική και θα την έφερνε πιο κοντά στη Δύση. Ωστόσο, η συνειδητοποίηση μιας προβληματικής σχέσης δεν σημαίνει και διαζύγιο. Ιδίως όταν υπάρχει αλληλεξάρτηση.

Η Κίνα έχει αναπτύξει ραγδαία τη βιομηχανία της, από την κλωστοϋφαντουργία μέχρι την υψηλή τεχνολογία. Εκ των πραγμάτων, διαδραματίζει μείζονα ρόλο και στην παγκόσμια διαχείριση της κλιματικής αλλαγής. Από την άλλη, οι ΗΠΑ παραμένουν η μεγαλύτερη καταναλωτική αγορά στον κόσμο και η Κίνα βλέπει σύννεφα πάνω από την προσδοκία της να καταστεί η πρώτη οικονομία. Αντιμέτωπη με μειωμένους ρυθμούς ανάπτυξης, ανεμική κατανάλωση, επιδείνωση των δημογραφικών δεικτών και υψηλή ανεργία στους νέους, έχει ανάγκη να διασκεδάσει τις εντυπώσεις στα μάτια των επενδυτών για το γεγονός ότι οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ δεν αποτελούν παράγοντα υψηλού κινδύνου. Η κρίση στον τομέα των ακινήτων δεν λέει να κοπάσει και η κινεζική οικονομία αγκομαχά να πείσει ότι παραμένει ελκυστικός προορισμός για ξένα κεφάλαια.

Χειροπιαστής σημασίας είναι η προσπάθεια να αποκατασταθούν οι γραμμές επικοινωνίας ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών.

Στο μεταξύ, εταιρείες-κολοσσοί όπως η Apple, παρά τη στροφή προς την Ινδία, παράγουν ακόμη στην Κίνα μεγάλο μέρος των προϊόντων τους. Κινεζικές εταιρείες κατασκευάζουν τις μπαταρίες για τα ηλεκτρικά οχήματα. Η Κίνα είναι κυρίαρχη σε μεταλλικά στοιχεία όπως το νικέλιο και οι επιχειρήσεις της καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας σε τομείς όπως τα πάνελ ηλιακής ενέργειας. Oι αγορές αμερικανικού χρέους από το Πεκίνο, παρότι έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια, κρατούν ακόμη τα κόστη χαμηλά και συντηρούν το επενδυτικό ενδιαφέρον.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν ενέτεινε την αντιπαλότητα με την Κίνα στη βιομηχανική πολιτική, σε στρατηγικούς τομείς όπως τα μικροτσίπ. Ωστόσο, διά αυτής της οδού αυξάνει τα κόστη για τους καταναλωτές δημιουργώντας βάρη για τις επιδόσεις της παγκόσμιας οικονομίας. Και, καλώς ή κακώς, η Κίνα παράγει προϊόντα που μπορεί να αγοράσει η εργατική τάξη στις δυτικές οικονομίες.

Τα αμυδρά οφέλη

Τα εμπόδια στην εμπορική τους συνεργασία ζημιώνουν και τις δύο πλευρές. Παρά τις διαφορές τους, η μία χώρα εξαρτάται από την άλλη και η σχέση τους αφορά ολόκληρο τον κόσμο. Με τον τρόπο τους, οι δύο ηγέτες έδειξαν το ενδιαφέρον τους να μην οδηγήσει σε σύγκρουση ο μεταξύ τους διαγκωνισμός. Χειροπιαστής σημασίας είναι η προσπάθεια να αποκατασταθούν οι γραμμές επικοινωνίας ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις των δύο χωρών, αφήνοντας πίσω τις παρενέργειες που προκάλεσαν αφενός η επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν το 2022, αφετέρου το κινεζικό αερόστατο στα ανοιχτά της Νότιας Καρολίνας στην αρχή του 2023.

Τα «αγκάθια» παραμένουν. Εκτείνονται από την Ταϊβάν και τη Μέση Ανατολή μέχρι την τεχνητή νοημοσύνη και τον πόλεμο της πληροφορίας. Συντηρούν έτσι εστίες αβεβαιότητας με δυνητικά απρόβλεπτες συνέπειες. Η σύνοδος του Σαν Φρανσίσκο δεν θα μπορούσε να κάνει θαύματα. Ομως, και μόνο η διεξαγωγή της έχει την αξία της. Κατά τα φαινόμενα, έστω προσωρινά, Μπάιντεν και Σι έθεσαν όρια στην αντιπαράθεση δύο γιγάντων· και αυτά είναι καλά νέα για τον κόσμο.

Μιλώντας για business

Για την αγορά, η συνάντηση του Σαν Φρανσίσκο, η οποία διήρκεσε περισσότερο από τέσσερις ώρες, ήταν μια υπενθύμιση ότι οι δύο χώρες θα πρέπει να μιλούν πιο συχνά μεταξύ τους· και μόνο για να το κάνουν. Αμερικανοί επιχειρηματίες προσδοκούν ότι ο τόνος της συζήτησης μεταξύ Μπάιντεν και Σι μπορεί να σηματοδοτήσει μια νέα κανονικότητα στη σχέση των δύο χωρών, ώστε να επιστρέψει σε μια «πιο φυσιολογική οικονομική βάση», ιδανικά αφαιρώντας κάποιους από τους δασμούς και τα αντίποινα που τους συνοδεύουν.

ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν ότι δεν είναι καιροί για περιπέτειες-1

Αναγνωρίζουν πάντως ότι η συζήτηση των δύο ηγετών δεν οδήγησε σε χειροπιαστές ανατροπές, τονίζοντας ότι οι εταιρείες θα συνεχίσουν να δίνουν έμφαση στη διαφοροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού, μέχρι νεωτέρας: «Η συνάντηση πέτυχε απλώς να βάλει ένα πάτωμα κάτω από τη σχέση των δύο χωρών και να διαμορφώσει ένα κλίμα στοιχειώδους συνεργασίας με προσανατολισμό στην επίλυση προβλημάτων».

Σύμφωνα με την άποψη που κυριαρχεί στην επιχειρηματική κοινότητα, η πλήρης αποσύνδεση είναι στην πραγματικότητα εκτός τραπεζιού και οι επενδύσεις στην Κίνα οφείλουν να διευκολυνθούν και από τις δύο πλευρές, τουλάχιστον στις λιγότερο ευαίσθητες βιομηχανίες.

Η διπλωματία των πάντα

«Πριν από 30 χρόνια, το 1993, οι ΗΠΑ φιλοξένησαν τη συνεδρίαση της APEC στο Σιάτλ, όπου ο τότε πρόεδρος της Κίνας Τσιάνγκ Τσεμίν συναντήθηκε με τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, σπάζοντας τον πάγο που είχαν επιβάλει οι ΗΠΑ από τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Ομοίως, η σύνοδος κορυφής Σι – Μπάιντεν της περασμένης εβδομάδας έσπασε τον πάγο που είχε σχηματιστεί εδώ και μερικά χρόνια», μεταδίδουν τις τελευταίες μέρες κινεζικά μέσα ενημέρωσης, δίνοντας έμφαση στη θετική ατζέντα μέσα από πρωτοβουλίες που εξαγγέλθηκαν, όπως η αύξηση των πτήσεων στον Ειρηνικό. Στον απόηχο της συνάντησης, αξιωματούχοι της Κίνας τονίζουν ότι περίπου 7.000 κινεζικές εταιρείες δραστηριοποιούνται σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες –υλοποιώντας επενδύσεις άνω των 130 δισ. δολαρίων, που δημιουργούν περισσότερες από 230.000 θέσεις εργασίας– και πως περίπου 230 αμερικανικές επιχειρήσεις συμμετείχαν στη φετινή διεθνή εξαγωγική έκθεση της Κίνας, καταλαμβάνοντας τον μεγαλύτερο εκθεσιακό χώρο για έξι συναπτά έτη.

Η σύνοδος, η οποία σύμφωνα με πληροφορίες προετοιμαζόταν επί δέκα μήνες, εκτιμάται ότι ήταν κι ένα τελευταίο ραντεβού πριν από την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ. Σημειωτέον, ότι η αντιπαλότητα με την Κίνα καταλαμβάνει σημαντικό χώρο στην ατζέντα και των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών. Αξίζει εδώ να θυμηθεί κανείς ότι ανάλογες συναντήσεις του Ντόναλντ Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ δεν είχαν εμποδίσει την τότε ρεπουμπλικανική κυβέρνηση να εξαπολύσει τον εμπορικό πόλεμο εναντίον της Κίνας, επιβάλλοντας δασμούς στις κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ.

Το θετικό κλίμα από τη σύνοδο του Σαν Φρανσίσκο θεωρείται ένα εύθραυστο μίνιμουμ κεκτημένο που έχει μια σειρά από δοκιμασίες μπροστά του. Η αποκατάσταση των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλευρών και η επανέναρξη των στρατιωτικών συνομιλιών μειώνουν την πιθανότητα, συν τοις άλλοις, για μια σύρραξη από ατύχημα. Σημαντική θα πρέπει να θεωρείται και η απόπειρα συντονισμού στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Στην ουσία όμως παραμένουν αγεφύρωτες οι διαφορές στη γεωπολιτική σκηνή.

Τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Μέση Ανατολή η Κίνα τηρεί μια –κατά πολλούς αμφιλεγόμενη– ουδέτερη στάση. Από την άλλη, το Πεκίνο θα ήταν σε θέση να διαδραματίσει ρόλο και στα δύο μέτωπα, μέσω της επιρροής σε Ρωσία και Ιράν, αντιστοίχως. Βασική ασφαλιστική δικλίδα στις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας παραμένει η εκτίμηση ότι οι δύο υπερδυνάμεις δεν μπορούν να αντέξουν έναν οικονομικό χωρισμό, πόσο μάλλον έναν πόλεμο. Μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Οι παρατηρητές των διμερών σχέσεων εφιστούν την προσοχή αφενός στις αμερικανικές εκλογές (Νοέμβριος 2024), αφετέρου στις εκλογές της Ταϊβάν (Ιανουάριος 2024).

Παρεμπιπτόντως, ένας στόχος του Λευκού Οίκου στη σύνοδο ήταν να αποσπάσει τη δέσμευση του Σι ότι θα κινητοποιηθεί εναντίον της οπιοειδούς φαιντανύλης, η οποία παράγεται στην Κίνα και ευθύνεται για πολλές χιλιάδες θανάτους κάθε χρόνο στις ΗΠΑ. Στο μεταξύ, οι δύο χώρες εξέδωσαν κοινή δήλωση σε μια προσπάθεια να συγχρονίσουν τη στάση τους ενόψει των επόμενων γύρων διεθνών διαβουλεύσεων για τη διαχείριση της κλιματικής κρίσης. Μεταξύ άλλων, οι δύο πλευρές τυπικά επιβεβαίωσαν την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι από τα προηγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. «Είναι σημαντικό να ακολουθούμε τη βούληση των λαών μας, να σεβόμαστε τους κανόνες της αγοράς και να υποστηρίζουμε το ελεύθερο εμπόριο. Και να λέμε απολύτως “όχι” σε κάθε προσπάθεια πολιτικοποίησης οικονομικών ζητημάτων με πρόσχημα την ασφάλεια», δήλωσε τις προάλλες ο πρέσβης της Κίνας στις ΗΠΑ.

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, μειδίαμα προκαλεί η έκπληξη την οποία μεταφέρουν στελέχη της κυβέρνησης Μπάιντεν μπροστά στη «χειρονομία καλής θελήσεως» του Σι Τζινπίνγκ να στείλει περισσότερες αρκούδες πάντα στις ΗΠΑ, δείχνοντας ως πιθανό προορισμό τον ζωολογικό κήπο του Σαν Ντιέγκο.

ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν ότι δεν είναι καιροί για περιπέτειες-2
O Σι αντιλαμβάνεται ότι η Κίνα δεν μπορεί να συνεχίσει να δίνει υπερβολική έμφαση στην ασφάλεια έναντι της οικονομίας, λέει η κυρία Γκαρσία-Χερέρο.

Aλίσια Γκαρσία-Χερέρο
Chief Economist της επενδυτικής τράπεζας Natixis για την Ασία,
Senior Fellow στην ευρωπαϊκή δεξαμενή σκέψης Bruegel

Δύο κέρδη και ένα ρίσκο

Ηταν μια συνάντηση πολύ θετική για τον Τζο Μπάιντεν, υπό την έννοια ότι μείωσε το ρίσκο μιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης – τουλάχιστον για τους επόμενους μήνες, ενόψει της δυνητικής επανεκλογής του στις προεδρικές εκλογές, κάτι που τον ενδιέφερε ιδιαίτερα. Ο Σι Τζινπίνγκ συμφώνησε να συμμετάσχει και πάλι στον στρατιωτικό διάλογο και αρνήθηκε την προοπτική ενός πολέμου στην Ταϊβάν. Ευρύτερα, δεν έδειξε ενδιαφέρον είτε για θερμό είτε για ψυχρό πόλεμο.

Στο οικονομικό πεδίο, η Κίνα δείχνει πρόθυμη να συνεχίσει με το άνοιγμα της αγοράς της. Ασχετα από το αν αυτό θα συμβεί στην πράξη, το μήνυμα που επικοινώνησε η κινεζική πλευρά σε αυτήν τη σύνοδο ήταν η βούληση για business. Είναι κάτι που έκανε σαφές ο ίδιος ο Σι Τζινπίνγκ. Στην πραγματικότητα, αν και η εθνική ασφάλεια παραμένει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για την Κίνα, ο Σι αντιλαμβάνεται ότι η Κίνα χάνει πια τη γοητεία της – δεν μπορεί να συνεχίσει να δίνει υπερβολική έμφαση στην ασφάλεια έναντι της οικονομίας.

Ολα αυτά είναι καλά μηνύματα για τον υπόλοιπο κόσμο. Η ανησυχία όμως είναι τι θα συμβεί όταν ο Σι Τζινπίνγκ επιστρέψει στην πατρίδα του. Εκεί πρέπει να αντιμετωπίσει την PLA, την πλέον ανυποχώρητη πτέρυγα του κινεζικού κομμουνιστικού κόμματος, η οποία σαφώς τον ωθεί προς την αντίθετη κατεύθυνση. Αν δει κανείς τα κινεζικά μέσα ενημέρωσης, η ανάγνωση της συνόδου κορυφής είναι αρκετά υποτονική. Κανένα σχόλιο για την ουσία, πέρα από την κλιματική αλλαγή και τον υψηλό αριθμό των CEO που ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν προκειμένου να συναντήσουν τον Σι.

Σε σχέση με την προσδοκία στην Κίνα ότι θα αρθούν οι έλεγχοι των εξαγωγών οι οποίοι δρουν εις βάρος της οικονομίας της, το αποτέλεσμα της συνάντησης στο Σαν Φρανσίσκο δεν θα εκληφθεί θετικά στο Πεκίνο. Αυτός είναι λοιπόν ο κίνδυνος. Αφού επιστρέψει στο σπίτι, να αισθανθεί πίεση ότι θα πρέπει να γίνει πιο δυναμικός.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT