Δύο ημέρες μετά την ορκωμοσία του νέου προέδρου της Αργεντινής, Χαβιέρ Μιλέι, και την απερίφραστη προειδοποίησή του πως «δεν υπάρχουν χρήματα», οι Αργεντίνοι πληροφορήθηκαν χθες τις λεπτομέρειες της προαναγγελθείσας θεραπείας-σοκ, που για μία ακόμη φορά θα επιβληθεί στη χειμαζόμενη οικονομία τους. Τις παρουσίασε σε τηλεοπτικό μήνυμά του ο νέος υπουργός Οικονομικών και παλαίμαχος της Wall Street, Λουίς Καπούτο, εμπνέοντας ανησυχία στους ψηφοφόρους, ενθουσιασμό στις αγορές και συγκρατημένη αισιοδοξία στους οικονομολόγους.
Πρόκειται για μια θεραπεία-σοκ ώς ένα βαθμό παρεμφερή εκείνων που έχει κατά καιρούς συνταγογραφήσει στο Μπουένος Αϊρες το ΔΝΤ, καθώς προβλέπει δραστικές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, κατάργηση των επιδοτήσεων στην ενέργεια και στις μεταφορές, περικοπές στα εμβάσματα προς τις περιφέρειες της χώρας, ακύρωση προγραμματισμένων δημοσίων έργων και συρρίκνωση του δημοσίου τομέα με μείωση του αριθμού των υπουργείων. Πρωτίστως, προβλέπει επιθετική υποτίμηση του νομίσματος κατά 54%, με την ισοτιμία του πέσο έναντι του δολαρίου να διαμορφώνεται πλέον στα 800 πέσος έναντι ενός δολαρίου.
Οπως διευκρίνισαν αργότερα κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συνολικά οι περικοπές δαπανών ανέρχονται στο 2,9% του ΑΕΠ της χώρας, εκ των οποίων περίπου η μία εκατοστιαία μονάδα θα προέλθει από την κατάργηση των επιδοτήσεων σε ενέργεια και μεταφορές. Πρόκειται, ωστόσο, να ενισχυθούν ορισμένα κοινωνικά προγράμματα προκειμένου να στηριχθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Παράλληλα, το πρόγραμμα της νέας κυβέρνησης προβλέπει και ορισμένες αυξήσεις φόρων που φτάνουν στο 2,2% του ΑΕΠ.
Οπως τόνισε ο Καπούτο, στόχος της κυβέρνησης είναι να εξαλείψει μέσα στο επόμενο έτος το δημοσιονομικό έλλειμμα γι’ αυτό και για κάποιους μήνες η κατάσταση στην Αργεντινή θα είναι χειρότερη προτού αρχίσει να βελτιώνεται. Θετική ήταν η αντίδραση του ΔΝΤ, που εγκωμίασε το σχέδιο της κυβέρνησης ως «πρώτες τολμηρές κινήσεις», αλλά και πολλοί επενδυτές που τα χαρακτήρισαν «βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση». Το ΔΝΤ επιδοκίμασε το ότι το πρόγραμμα της κυβέρνησης προβλέπει «κάποια προστασία στα πλέον ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας και προέβλεψε πως «με την αποφασιστική εφαρμογή των μέτρων θα σταθεροποιηθεί η οικονομία και θα τεθούν τα θεμέλια για μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα».
Προβλέπονται δραστικές περικοπές δαπανών και επιδοτήσεων, αύξηση φόρων και επιθετική υποτίμηση του νομίσματος κατά 54%.
Εξίσου θετική ήταν η αντίδραση των οικονομολόγων της Goldman Sachs, οι οποίοι τόνισαν ότι «η πρώτη μας εντύπωση είναι θετική, αφού η δημοσιονομική ασωτία είναι η ρίζα των μακροοικονομικών προβλημάτων της Αργεντινής γι’ αυτό και το σημαντικότερο είναι να προχωρήσει τάχιστα στη δημοσιονομική προσαρμογή». Ο επενδυτικός κολοσσός επισημαίνει, πάντως, ότι «ορισμένες από τις πολιτικές που ανακοινώθηκαν παραμένουν κάπως ασαφείς και πολλές δεν έχουν προσδιοριστεί ποσοτικά». Σε ό,τι αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία, οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs υπογραμμίζουν πως το νόμισμα ήταν υπερτιμημένο σε ακραίο βαθμό και μια πιο ανταγωνιστική συναλλαγματική ισοτιμία θα δώσει στην κεντρική τράπεζα τη δυνατότητα να αναπληρώσει τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα.
Προβλέπει, πάντως, πως ο πληθωρισμός, που ήδη βρίσκεται στο 140%, θα επιταχυνθεί περαιτέρω τους επόμενους μήνες καθώς η υποτίμηση του νομίσματος θα επηρεάσει τις τιμές καταναλωτή. Κάτι ανάλογο προβλέπουν και οι οικονομολόγοι της Banctrust & Co, που σημειώνουν πως η υποτίμηση του νομίσματος θα αποτρέψει την αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά ευελπιστούν ότι «αυτό θα συμβεί σε δεύτερη φάση, όταν θα εισρεύσουν δολάρια στη χώρα χάρη στις εξαγωγές σόγιας». Προέβλεψαν, άλλωστε, ότι «θα αντιδράσουν θετικά τα ομόλογα της Αργεντινής καθώς η προβλεπόμενη δημοσιονομική προσαρμογή είναι αποφασιστική, όμως, φαίνεται να είναι και εφικτή από πολιτικής απόψεως».
Πράγματι, η αντίδραση της αγοράς ήταν θετική, με την τιμή των ομολόγων δολαρίου να καταγράφει άνοδο σχεδόν κατά 1% ενώ την ίδια στιγμή σημείωναν άνοδο 1,3% οι μετοχές της κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας της Αργεντινής, YPF, που είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης. Οπως τόνισε, βέβαια, η Χιμένα Μπλάνκο, αναλύτρια της Veris Maplecroft, η νέα κυβέρνηση στο Μπουένος Αϊρες προσπαθεί να μετριάσει αυτό που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν μια σίγουρη οικονομική συντριβή της χώρας. «Υποσχέθηκε ένα πικρό ποτήρι και δίνει ακριβώς αυτό», υπογραμμίζει αναφερόμενη στα μέτρα της νέας κυβέρνησης, αλλά προσθέτει πως «τώρα το θέμα είναι πόσο θα πρέπει να περιμένει η κοινή γνώμη της χώρας μέχρις ότου αλλάξει η οικονομική κατάσταση».