Ο Economist χαρακτήρισε την Ελλάδα το μεγαλύτερο διεθνές success story του 2023, τοποθετώντας την, για δεύτερη συνεχή χρονιά, στην κορυφή της λίστας 35 χωρών με τις καλύτερες επιδόσεις σε διάφορα μέτωπα, και κάνοντας λόγο για ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα για μία οικονομία η οποία ήταν μέχρι πρόσφατα συνώνυμο της κακοδιαχείρισης.
Ωστόσο, το μεγάλο ερώτημα που δημιουργείται πλέον είναι εάν η Ελλάδα μπορεί να επαναλάβει αυτή την επιτυχία που καταγράφει το περιοδικό, και το 2024, με οικονομολόγους να απαντούν στην «Κ» πως δεν θα είναι το ίδιο εύκολο. Γενικότερα, όπως έχουμε επισημάνει στην «Κ», επιστρέφοντας στην επενδυτική βαθμίδα, η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε μια άλλη κατηγορία αξιολόγησης, όπου τα διαρθρωτικά της πλεονεκτήματα είναι λιγότερο ισχυρά, τη στιγμή που και το ΑΕΠ της παραμένει περίπου 22% κάτω από το επίπεδο που βρισκόταν πριν από την κρίση χρέους.
Oι πέντε δείκτες
Ο Economist συγκέντρωσε στοιχεία για πέντε οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς δείκτες –πληθωρισμό, «εύρος πληθωρισμού», ΑΕΠ, θέσεις εργασίας και επιδόσεις του χρηματιστηρίου– καταλήγοντας σε ένα σκορ για κάθε χώρα. Με βάση τα κριτήρια αυτά, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση της κατάταξης και έχει το υψηλότερο συνολικό σκορ.
Στο υψηλό σκορ της Ελλάδας σημαντικό ρόλο έπαιξε το ράλι του ελληνικού χρηματιστηρίου, το οποίο με κέρδη 43,8% από τις αρχές του έτους σημειώνει την υψηλότερη απόδοση διεθνώς.
Σε ό,τι αφορά το 2024, αν και ένα τέτοιο ράλι είναι δύσκολο να επαναληφθεί, το γεγονός ότι όλοι οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι τηρούν θετική στάση για τις ελληνικές μετοχές το 2024 (HSBC, JP Morgan, Morgan Stanley), σε συνδυασμό με το ότι οι επενδυτές αναμένεται να «κυνηγήσουν» το story της αναβάθμισης του Χ.Α. στις ανεπτυγμένες αγορές –που εκτιμάται το 2025–, σίγουρα συνθέτουν μία πολύ θετική εικόνα για τις προοπτικές του.
Ως προς το κριτήριο του πληθωρισμού, η χώρα μας κατατάσσεται στην 7η θέση με τη χαμηλότερη αύξηση του δομικού πληθωρισμού φέτος (κατά 3,4%) κατά τον Economist, με την πρωτιά να δίνεται στην Ελβετία με αύξηση μόλις 1,3%. Αυτή η επίδοση είναι σίγουρα εντυπωσιακή, τη στιγμή που πολλές χώρες είναι ακόμη αντιμέτωπες με ισχυρές πιέσεις (όπως π.χ. η Ουγγαρία που σημειώνει αύξηση 11%).
Κατά τη Scope Ratings πάντως ακόμα δεν μπορούμε να μιλάμε για νίκη κατά του πληθωρισμού. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο επικεφαλής αναλυτής του οίκου, Ντένις Σεν, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με το εάν ο πληθωρισμός θα εξακολουθήσει να μειώνεται προς τον στόχο του 2% της ΕΚΤ αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για το 2024. Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα κινείται χαμηλότερα, όπως τονίζει, αλλά ο δομικός πληθωρισμός παραμένει πολύ πάνω από το 2%. Συνολικά εκτιμά πως ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 3,1% το επόμενο έτος και στο 2,3% το 2025, από 4,3% φέτος. Ενα περαιτέρω σοκ από την πλευρά της προσφοράς, όπως προειδοποιεί, θα μπορούσε και πάλι να ασκήσει πιέσεις στις τιμές.
Αλλοι δείκτες που κοιτά ο Economist, το ΑΕΠ και η αύξηση των θέσεων εργασίας, δείχνουν πως η Ελλάδα τα κατάφερε αρκετά καλά καθώς βρίσκεται σελληνημαντικά πάνω από τον μέσο όρο. Το ΑΕΠ καταγράφει αύξηση 1,2% φέτος, ενώ κατά 1,1% έχουν αυξηθεί οι θέσεις εργασίας. Αυτό έρχεται να συγκριθεί με χώρες όπως η Ιρλανδία που σημειώνει τις χειρότερες επιδόσεις σε επίπεδο ΑΕΠ με πτώση 4,1%, αλλά και η Γερμανία η οποία καταγράφει μηδενική ανάπτυξη. Το Βέλγιο, η Τσεχία, η Σλοβενία και η Δανία είδαν όλες μείωση των θέσεων εργασίας, ενώ οι καλύτερες επιδόσεις είναι σε Κολομβία και Λουξεμβούργο με αύξηση άνω του 4%.
Ο ρυθμός ανάπτυξης
Στο μέτωπο της ανάπτυξης, οι οίκοι συμφωνούν πως η Ελλάδα σίγουρα αναμένεται να αποτελέσει και πάλι ένα success story. Η πλειονότητα των αναλυτών εκτιμά πως η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να «ξεπερνάει» την Ευρωζώνη, καταγράφοντας ρυθμούς της τάξης του 2,4% περίπου σε μέσο όριο την επόμενη διετία, τη στιγμή που η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη θα διαμορφωθεί κάτω του 1%.
Κατά τον Σεν της Scope Ratings, η υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί καθώς η κατανάλωση των νοικοκυριών θα αυξηθεί περαιτέρω, υποστηριζόμενη από την ανεργία που εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 9,6% κατά μέσον όρο το επόμενο έτος – ο χαμηλότερος μέσος όρος από το 2008. Οι επενδύσεις θα ενισχυθούν επίσης, ενώ γενικότερα το επενδυτικό περιβάλλον θα δεχτεί σημαντική ώθηση από την εκ νέου ανάκτηση της αξιολόγησης επενδυτικής βαθμίδας.
Τέλος, η επιτυχία της Ελλάδας στο μέτωπο της ανεργίας που καταγράφει ο Economist, δεν είναι εύκολο να συνεχιστεί. Οπως σημειώνει ο επικεφαλής αναλυτής της Fitch στην Ελλάδα, Φεντερίκο Μπαρίγκα, αν και η δυναμική στην αγορά εργασίας τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ισχυρή, χάρη και στα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, ωστόσο «ίσως πλησιάζουμε το όριο σε ό,τι αφορά τη μείωση της ανεργίας στη χώρα, εάν δεν υπάρξουν σημαντικές δομικές μεταρρυθμίσεις. Η αύξηση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων για την αντιμετώπιση των δυσμενών δημογραφικών στοιχείων είναι, κατά τον Μπαρίγκα, από τις κύριες προκλήσεις για την κυβέρνηση.
Πέραν των παραπάνω κριτηρίων που θέτει ο Economist, η Ελλάδα έχει χαμηλό σκορ σε αρκετά άλλα μέτωπα, σύμφωνα με οικονομολόγους: το έλλειμμα του λογαριασμού τρεχουσών συναλλαγών το οποίο θα μπορούσε να συμβάλει σε συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, και η μείωση του χρέους σε απόλυτους αριθμούς, παραμένουν προκλήσεις που περιορίζουν τις θετικές προοπτικές της χώρας.