Δύο ελαφρύνσεις για την Ελλάδα στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας

Δύο ελαφρύνσεις για την Ελλάδα στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας

Εξαιρούνται οι αμυντικές δαπάνες και δεν συνυπολογίζονται στον δείκτη βιωσιμότητας του χρέους τόκοι 25 δισ. από δάνειο του EFSF

4' 3" χρόνος ανάγνωσης

Ενα πιο ευέλικτο πλαίσιο κανόνων σε σύγκριση με το ισχύον Σύμφωνο Σταθερότητας, με δημοσιονομικούς στόχους που θα συμφωνούνται με την Κομισιόν για κάθε κράτος-μέλος χωριστά σε ορίζοντα τετραετίας, θα ισχύσει από το 2024, μετά τη συμφωνία των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης την περασμένη Τετάρτη.

Η συμφωνία, αποτέλεσμα συμβιβασμών –όπως παγίως συμβαίνει στην Ε.Ε.– έφερε κάποια χαμόγελα και κάποιες απογοητεύσεις, κυρίως σε ό,τι αφορά τις επενδυτικές δαπάνες, για τις οποίες δεν εξασφαλίσθηκε η επιδιωκόμενη εξαίρεση, σε μια περίοδο που η Ευρώπη έχει μεγάλες ανάγκες για την πράσινη και ψηφιακή της μετάβαση.

Για την Ελλάδα, δύο σημεία έχουν ειδικό εθνικό ενδιαφέρον:

1. Η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών σε περίπτωση που σημειώνεται υπέρβαση των ορίων για το έλλειμμα και το χρέος – μια δικλίδα ασφαλείας, όπως διευκρινίζεται, όχι μια αφορμή για υπέρβαση δαπανών.

2. Ο μη συνυπολογισμός στον δείκτη βιωσιμότητας του χρέους των περίπου 25 δισ. ευρώ που θα προστεθούν σ’ αυτό το 2033, λόγω της ενσωμάτωσης τόκων δανείου του EFSF που είχαν «παγώσει».

«Η απόφαση του Ecofin δημιουργεί ένα θετικό πλαίσιο για την πατρίδα μας», σχολίασε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης. «Η Ελλάδα έχει μπει σ’ έναν καινούργιο δρόμο και απόφασή μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τη δουλειά μας έτσι ώστε η ελληνική οικονομία το 2024 να ανέβει ακόμη πιο ψηλά».

Στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δηλώνουν αποφασισμένοι να ακολουθήσουν τους νέους κανόνες με συνέπεια και να μη χρειαστεί να επικαλεσθεί η χώρα εξαιρέσεις ή να αιτηθεί παρατάσεις. Αλλωστε, εκτός από την Κομισιόν, την Ελλάδα θα παρακολουθούν στενά οι αγορές.

Τι προβλέπεται

Με βάση το νέο Σύμφωνο:

Κάθε κράτος-μέλος συνάπτει συμφωνία με την Κομισιόν για ένα δημοσιονομικό μονοπάτι 4 ετών. Το μονοπάτι καθορίζεται από την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του κάθε κράτους, ώστε να ακολουθεί αυτό καθοδική πορεία. Κριτήριο για την επίδοση κάθε έτους αποτελεί η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών, για την οποία η Επιτροπή θα ορίζει συγκεκριμένο στόχο. Το πρόγραμμα μπορεί να παραταθεί κατά 3 χρόνια, αν μια χώρα δεν μπορεί να πετύχει τους στόχους της σ’ αυτό το χρονικό πλαίσιο, αλλά τότε θα πρέπει να δεσμευθεί σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.

Ετσι, το 2024 η Κομισιόν θα διαπραγματευθεί με την Ελλάδα (όπως και με τις άλλες χώρες) τους τετραετείς στόχους, οι οποίοι θα αποτυπωθούν στο νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2024-2027 τον Απρίλιο.

Για το 2024 η Κομισιόν έχει ήδη δώσει κατεύθυνση στην Ελλάδα για αύξηση καθαρών πρωτογενών δαπανών 2,6% σε σύγκριση με το 2023, κάτι που καλύπτεται από τον στόχο του προϋπολογισμού, που περιορίζει την αύξηση στο 0,4%. Σε κάθε περίπτωση, στο οικονομικό επιτελείο τονίζουν ότι σκοπεύουν να τηρήσουν με ευλάβεια τους στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 2% του ΑΕΠ που προβλέπει το υφιστάμενο Πρόγραμμα Σταθερότητας και το οποίο θα αναθεωρηθεί με βάση τις κατευθύνσεις της Κομισιόν.

Απορρίπτουν μάλιστα κατηγορηματικά το ενδεχόμενο να αιτηθεί η χώρα την τριετή παράταση, καθώς κάτι τέτοιο, όπως λένε, θα σήμαινε αυστηρή επιτήρηση των μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, ανασύροντας μνημονιακές μνήμες.

Σε ό,τι αφορά το έλλειμμα, ενώ διατηρείται το ανώτατο όριο του 3% του ΑΕΠ, με βάση το παλιό Σύμφωνο, τίθεται ένας νέος πιο φιλόδοξος στόχος για έλλειμμα 1,5% του ΑΕΠ στο τέλος της 4ετίας, ώστε να υπάρχει ένα «μαξιλάρι» ασφαλείας. Οι χώρες με ελλείμματα μεταξύ 1,5% και 3% του ΑΕΠ τους θα πρέπει να τα μειώνουν κατά 0,4% του ΑΕΠ τους τουλάχιστον (για χώρες με 4ετή προγράμματα) ή 0,25% του ΑΕΠ τους για χώρες με 7ετή προγράμματα.

Η Ελλάδα, με βάση τον προϋπολογισμό του 2024, θα έχει έλλειμμα 1,1% του ΑΕΠ της, επομένως καλύπτει ήδη τον στόχο. Αρκεί να μην ξεφύγει τα επόμενα χρόνια.

Για το χρέος, διατηρείται επίσης ο στόχος του παλιού Συμφώνου για 60% του ΑΕΠ, αλλά καταργείται η υποχρεωτική μείωσή του κατά το 1/20 του υπερβάλλοντος ποσού – κάτι που θα ήταν στραγγαλιστικό για την Ελλάδα, αν και στην πράξη δεν εφαρμόστηκε. Ωστόσο, τίθεται ένας νέος στόχος μείωσης κατά 1% του ΑΕΠ ετησίως, για χώρες με έλλειμμα πάνω από 90% του ΑΕΠ τους.

Αυτό για την Ελλάδα δείχνει με τα σημερινά δεδομένα εύκολο, καθώς τα προηγούμενα χρόνια, με τη βοήθεια της ανάπτυξης, αλλά και του πληθωρισμού, είχε πετύχει εντυπωσιακές μειώσεις, ενώ και το 2024 προβλέπεται να μειωθεί κατά 9 μονάδες. Στο εξής, η μείωση θα βασίζεται περισσότερο στα πρωτογενή πλεονάσματα και την ανάπτυξη, αλλά και πάλι οι προβλέψεις δείχνουν ότι η γρήγορη υποχώρηση θα συνεχιστεί. Το καλό είναι ότι η πρόβλεψη για μείωση κατά 1% ετησίως θα υπολογίζεται συνολικά στην περίοδο της τετραετίας και επομένως αν κάτι πάει στραβά μια χρονιά, μπορεί να διορθωθεί την επόμενη. Για τις χώρες με χρέος μεταξύ 60% και 90% του ΑΕΠ η απαιτούμενη μείωση είναι 0,5% του ΑΕΠ.

• Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος θα ενεργοποιείται αν μια χώρα αποκλίνει από το όριο αύξησης των πρωτογενών δαπανών κατά περισσότερο από 0,3% του ΑΕΠ τον χρόνο ή αν υπερβεί το όριο του ελλείμματος 3%. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, τα πρόστιμα μπορεί να φτάσουν το 0,05% του ΑΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT