Τα επιτόκια μειώνονται. Ισως όχι σήμερα, ίσως όχι αύριο, αλλά σύντομα και για το υπόλοιπο αυτού του έτους (τουλάχιστον). Γιατί; Επειδή υπάρχουν πολύ καλοί λόγοι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η οποία ελέγχει τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια, ασκώντας νομισματική πολιτική, να αρχίσει να αντιστρέφει τις απότομες αυξήσεις επιτοκίων που πραγματοποίησε από τον Μάρτιο του 2022 και μετά.
Υπάρχει έντονη συζήτηση για το αν οι εν λόγω αυξήσεις επιτοκίων ήταν υπερβολικές. Αυτό που δεν ξέρω είναι εάν η Fed όντως έχει προετοιμασθεί για την πολιτική καταιγίδα που επίκειται και αν θα αντέξει στην πίεση να διατηρήσει τα επιτόκια πολύ υψηλά επί μακρό χρονικό διάστημα. Επειδή θεωρούμε πως είναι ασφαλής πρόβλεψη ότι ο Ντόναλντ Τραμπ και οι υποστηρικτές του θα ουρλιάζουν, λέγοντας πως οι επερχόμενες μειώσεις των επιτοκίων αποτελούν μέρος μιας συνωμοσίας του βαθέος κράτους, ώστε να επανεκλεγεί ως πρόεδρος ο Μπάιντεν. Η Fed αύξησε τα επιτόκια για να αναχαιτίσει τον πληθωρισμό, ο οποίος είχε υπερθερμανθεί σε επίπεδα πολύ πάνω από τα επιτόκια-στόχο του 2%. Συνέχισε να αυξάνει το κόστος δανεισμού έως τα μέσα του 2023, προσπαθώντας να αποθερμάνει την οικονομία και να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα εξασθενήσει.
Οπως αποδεικνύεται, η οικονομία εξακολουθεί να μην έχει ανακόψει ταχύτητα, τουλάχιστον με τα συνήθη μέτρα. Το ποσοστό ανεργίας παραμένει κοντά στα χαμηλά επίπεδα 50ετίας.
Ο πληθωρισμός όμως έχει υποχωρήσει. Τους τελευταίους έξι μήνες, ο αποπληθωριστής των βασικών προσωπικών καταναλωτικών δαπανών αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό μόνο 1,9%, κάτω από τον στόχο της Fed, δηλαδή. Βασικά, ο πόλεμος κατά του πληθωρισμού τελείωσε λίγο έως πολύ και κερδίσαμε. Ποιος ο λόγος, λοιπόν, να διατηρήσουμε τα επιτόκια τόσο υψηλά; Αυτή τη στιγμή η αγορά εργασίας μοιάζει πολύ με το τι συνέβαινε το 2019, την παραμονή της πανδημίας, τόσο με την ανεργία όσο και με άλλους δείκτες της αγοράς, όπως ο ρυθμός με τον οποίο οι εργαζόμενοι αποχωρούν από την εργασία τους.
Η Fed προβλέπει υψηλότερο πληθωρισμό το επόμενο έτος απ’ ό,τι το 2019, αλλά μόνο ελαφρώς υψηλότερο. Τότε, ωστόσο, το επιτόκιο ήταν 1,75% και τώρα 5,5%, οπότε είναι και πολύ δύσκολο να βρεις έναν καλό λόγο που πρέπει να παραμείνει τόσο υψηλά. Πάντως, είναι αλήθεια ότι τα υψηλά επιτόκια δεν έχουν προκαλέσει ύφεση ακόμη. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις οικονομικής αδυναμίας και η Fed υποτίθεται ότι θα προσπαθήσει να προχωρήσει πέραν της καμπύλης.
Ηρθε λοιπόν η ώρα να αρχίσουμε να μειώνουμε τα επιτόκια. Οι κινήσεις αυτές βέβαια έχουν πολιτικές επιπτώσεις και θα ευνοήσουν τον Τζο Μπάιντεν, αν και όχι ακριβώς για τους λόγους που μπορεί να νομίζετε. Δεν ξέρω ποιο θα είναι το ποσοστό ανεργίας ή ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης τον Νοέμβριο, αλλά επειδή η νομισματική πολιτική λειτουργεί με καθυστέρηση, αυτό που θα κάνει η Fed τους επόμενους μήνες δεν θα έχει μεγάλη επίδραση σε αυτούς τους αριθμούς. Ο Τζο Μπάιντεν, ωστόσο, ήδη προεδρεύει και η οικονομία τελεί σε πολύ καλή κατάσταση, με σταθερή αύξηση θέσεων εργασίας και μειωμένο πληθωρισμό.
Μπορούμε, λοιπόν, να περιμένουμε κραυγές από τον Τραμπ και τους συμμάχους του για το ότι η πολιτική, όχι η οικονομία, επηρεάζει τις επερχόμενες μειώσεις επιτοκίων – και αυτό ανεξαρτήτως του γεγονότος πως ο ίδιος ο Τραμπ διόρισε τον Τζερόμ Πάουελ ως πρόεδρο της Fed. Τέλος, ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του υποθέτουν ότι οι αντίπαλοί τους έκαναν ή θα κάνουν ό,τι είχαν κάνει ή θα κάνουν οι ίδιοι, όπως να χρησιμοποιούν το υπουργείο Δικαιοσύνης για ίδιο πολιτικό όφελος.