Το 54ο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός (WEF), που σήκωσε χθες αυλαία, πραγματοποιείται στο πιο περίπλοκο γεωπολιτικό σκηνικό μέχρι σήμερα, με τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων και τους ηγέτες επιχειρήσεων να σπεύδουν στο πολυτελές θέρετρο της Ελβετίας για να συζητήσουν τα πιεστικά προβλήματα του πλανήτη.
Δύο μεγάλοι πόλεμοι, μια κρίση στην παγκόσμια ναυτιλία, οι κυβερνοεπιθέσεις σε κρατικούς φορείς, η κλιματική έκτακτη ανάγκη, αλλά και η παραπληροφόρηση που τροφοδοτείται από τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης σε μια χρονιά σοβαρών εκλογικών αναμετρήσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ, πρωταγωνιστούν στην ατζέντα των συνομιλιών. Δύο περιοχές που ξεχωρίζουν φέτος για την αυξημένη συμμετοχή τους είναι η Λατινική Αμερική και η Ασία, αντανακλώντας «ευρύτερες αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία», ενώ το «παρών» αναμένεται να δώσει και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι, όπως και ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ, ο πιο υψηλόβαθμος Κινέζος αξιωματούχος που φθάνει στο Νταβός από τότε που παρευρέθη ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ το 2017.
Αξιωματούχος του WEF είπε ότι στη συνάντηση εκτός από τους 60 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, αναμένονται 530 στελέχη τραπεζικών, ασφαλιστικών, επενδυτικών και άλλων κολοσσών. Σημαντικό ραντεβού στη διοργάνωση, η αυριανή κεκλεισμένων των θυρών συνάντηση των διοικητών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών με 100 και πλέον στελέχη από τον χρηματοοικονομικό κλάδο, η οποία θα επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση των κινδύνων σε ένα πλαίσιο γεωπολιτικής έντασης, μακροοικονομικής αβεβαιότητας και τεχνολογικής αναστάτωσης.
Παρά την επείγουσα ανάγκη για δράση, η εμπιστοσύνη στην ειρήνη και την ασφάλεια έχει διαβρωθεί, ενώ η παγκόσμια συνεργασία έχει μειωθεί από το 2016 και εξακολουθεί να μειώνεται κατακόρυφα από το 2020, δήλωσε παραμονές της έναρξης των εργασιών ο πρόεδρος του WEF, Μπόρχε Μπρέντε. Οι προκλήσεις είναι τεράστιες, αλλά η μετατροπή των ιδεών σε δράση θα είναι δύσκολη, ιδιαίτερα όταν οι κυβερνήσεις έχουν συνολικό χρέος ύψους 88,1 τρισ. δολαρίων, ποσό που σχεδόν ισοδυναμεί με την ετήσια οικονομική παραγωγή του κόσμου.
Δύο περιοχές που ξεχωρίζουν φέτος για την αυξημένη συμμετοχή τους είναι η Λατινική Αμερική και η Ασία.
Το δημόσιο χρέος εκτοξεύθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ο νέος δανεισμός φέτος είναι πιθανό να αγγίξει επίπεδα ρεκόρ σε πολλές μεγάλες οικονομίες, αφήνοντας τις κυβερνήσεις περισσότερο ευάλωτες απέναντι σε κραδασμούς όπως οι χρηματοοικονομικές κρίσεις, οι πανδημίες ή οι πόλεμοι. Σε πολλές χώρες, οι δημόσιες υπηρεσίες είναι ήδη πιεσμένες μετά από διαδοχικές περικοπές στους προϋπολογισμούς. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι καθώς αυξάνονται τα βάρη των χρεών, οι κυβερνήσεις θα δυσκολευτούν να δανειστούν περισσότερα για να εξυπηρετήσουν τις υπάρχουσες υποχρεώσεις και να χρηματοδοτήσουν επαρκώς βασικές υπηρεσίες.
Μέσα στο 2024 ο μισός πληθυσμός του πλανήτη αναμένεται να προσέλθει στις κάλπες. Φέτος, συνεπώς, οι κρατικοί προϋπολογισμοί θα βρεθούν ακόμη περισσότερο στο μικροσκόπιο από επενδυτές σε εγρήγορση απέναντι σε λαϊκιστές πολιτικούς, που μοιράζουν υποσχέσεις σε μια προσπάθεια να κερδίσουν ψηφοφόρους. Αυτές οι διαδοχικές κάλπες (Ταϊβάν, Ινδονησία, Ινδία, Μεξικό, Ε.Ε., ΗΠΑ) σημαίνουν ελάχιστα κίνητρα για δημοσιονομική εξυγίανση μεταξύ των κατεστημένων διοικήσεων, ενώ αυξάνουν επίσης την προοπτική οι νέοι ηγέτες να επιδιώξουν να αφήσουν το στίγμα τους με νέους φόρους και σχέδια δαπανών.
Ηδη, το χρέος διαμορφώνεται ως βασικό ζήτημα στις αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου. Τα επίπεδα ρεκόρ του δημόσιου δανεισμού αποτελούν σοβαρό σημείο διαμάχης μεταξύ Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών, επιδεινώνοντας την αντιπαράθεση σχετικά με τον εθνικό προϋπολογισμό. Το αυξανόμενο χρέος και η πολιτικές αστοχίες έχουν ήδη επηρεάσει την πιστοληπτική ικανότητα της Αμερικής, η οποία συνήθως επηρεάζει το κόστος δανεισμού για την κυβέρνηση, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ο οίκος Fitch υποβάθμισε το αξιόχρεο των ΗΠΑ σε AA+ από AAA τον περασμένο Αύγουστο, επικαλούμενος για την απόφασή του την πολιτική πόλωση, ενώ και ο Moody’s έχει προβεί σε ανάλογες προειδοποιήσεις.
Η αύξηση του χρέους των προηγμένων οικονομιών συμπίπτει με την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων σε σχέση με τους εργαζομένους. Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι σαφές πώς ο κόσμος θα μπορέσει να εξέλθει από τον φαύλο κύκλο του χρέους. «Αυτό που θα μπορούσε να μας σώσει σχετικά ανώδυνα είναι η τεράστια βελτίωση παραγωγικότητας χωρίς απώλειες θέσεων εργασίας», δήλωσε στο CNN ο Ραγκουράμ Ραγιάν, πρώην διοικητής της Αποθεματικής Τράπεζας της Ινδίας, ενόψει του Νταβός, τονίζοντας ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ρυθμιστή. Πράγματι, πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι μια έκρηξη παραγωγικότητας με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να μεταμορφώσει την τύχη της παγκόσμιας οικονομίας. Ας ελπίσουμε ότι τις επόμενες ημέρες στην Ελβετία θα μας πουν πώς.