Νέα συστήματα και διασταυρώσεις ενεργοποιεί η φορολογική διοίκηση, βάζοντας στο στόχαστρο όσους αποκρύβουν εισοδήματα. Συγκεκριμένα, η ΑΑΔΕ αποκτά άμεση πρόσβαση στα στοιχεία καταθέσεων, δανείων, επενδύσεων, θυρίδων, ακόμη και των ηλεκτρονικών πορτοφολιών για τους φορολογούμενους που βρίσκονται υπό έλεγχο για φοροδιαφυγή.
Εντός του μηνός ενεργοποιείται το Σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (Bank Account Nexus Crosscheck APPplication – BANCAPP), με βάση το οποίο θα ελέγχονται περιπτώσεις αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας, που υποκρύπτουν τη διάπραξη αδικημάτων εκτεταμένης και μεγάλης φοροδιαφυγής. Το BANCAPP επιταχύνει τη διαδικασία του ελέγχου, προσδιορίζοντας τη φορολογητέα ύλη κατ’ έτος, για κάθε ελεγχόμενο ΑΦΜ. Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν ήδη ξεκινήσει τα τεστ μεταξύ ΑΑΔΕ, Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών και πιστωτικών ιδρυμάτων, και το προσεχές διάστημα θα τεθεί σε λειτουργία.
Οπως αναφέρουν από τη φορολογική διοίκηση, με την έκδοση εντολής ελέγχου εισοδήματος, αυτομάτως, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, θα αποστέλλεται αίτημα στο BANCAPP. Σε διάστημα δύο ημερών, η ΑΑΔΕ θα έχει τις σχετικές απαντήσεις για τραπεζικούς λογαριασμούς και περιουσιακά στοιχεία της τελευταίας πενταετίας.
Με την ενεργοποίηση της λειτουργίας του Συστήματος Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας θα αξιοποιούνται τα δεδομένα του Αρχείου Χρηματοπιστωτικών Προϊόντων και Αναλυτικών Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών με στόχο τη γρήγορη λήψη και επεξεργασία στοιχείων και πληροφοριών που αφορούν τα ελεγχόμενα πρόσωπα, κατά τρόπο τυποποιημένο και ενιαίο.
Σύμφωνα με στελέχη της ΑΑΔΕ, επιδιώκεται να καταστεί ταχύτερος και αποτελεσματικότερος ο προσδιορισμός της φορολογητέας ύλης και συνεπώς αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη η φορολογική ελεγκτική διαδικασία, με τελικό σκοπό την περιστολή της φοροδιαφυγής, την προαγωγή του δημοσίου συμφέροντος και την εμπέδωση της φορολογικής δικαιοσύνης. Επί της ουσίας, η διαδικασία της υποβολής αιτημάτων, και πολύ περισσότερο της αποστολής κι επεξεργασίας αυτών των πολύτιμων στοιχείων, θα γίνεται αυτοματοποιημένα, έτσι ώστε να σημαίνει συναγερμός φοροδιαφυγής χωρίς καθυστέρηση.
Η διαδικασία
• Με την έκδοση εντολής ελέγχου, το αίτημα προωθείται αυτομάτως από την ΑΑΔΕ μέσω του κόμβου ηλεκτρονικής διασύνδεσης και επικοινωνίας στα πιστωτικά ιδρύματα και σε όλα τα υπόχρεα πρόσωπα.
• Υποχρεούνται σε απάντηση και αποστολή των αρχείων εντός δύο εργάσιμων ημερών, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που το αίτημα καταλαμβάνει ελεγχόμενο διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών, οπότε και η αποστολή των αρχείων θα γίνεται εντός πέντε εργάσιμων ημερών.
• Η επικοινωνία των αιτημάτων μεταξύ της ΑΑΔΕ και των υπόχρεων προσώπων θα πραγματοποιείται μέσω των υποδομών της «Τειρεσίας». Η πληροφορία που ανταλλάσσεται μέσω των καναλιών διαβίβασης της «Τειρεσίας Α.Ε.» αφορά τα στοιχεία των ελεγχόμενων.
• Για την εξασφάλιση της εμπιστευτικότητας της διαδικασίας, όλα τα φορολογικά ή/και χρηματοοικονομικά δεδομένα που ανταλλάσσονται κρυπτογραφούνται.
Για την άρση απορρήτου, μέσω του συστήματος, προϋπόθεση είναι η γνώση και συμπλήρωση του αριθμού φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ) του φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, για το οποίο πραγματοποιείται η άρση του τραπεζικού απορρήτου, ενώ για την υποβολή αιτήματος άρσης πρέπει να έχουν προηγηθεί όλες οι απαραίτητες διαδικασίες έγκρισης της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που προβλέπονται για τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Μέσω του BANCAPP αποκτά ταχύτητα στοιχεία καταθέσεων, δανείων, επενδύσεων, θυρίδων ακόμα και ηλεκτρονικών πορτοφολιών.
Οι τράπεζες
Στο νέο σύστημα θα διαβιβάζουν δεδομένα τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων και των υποκαταστημάτων αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ιδρύματα πληρωμών, τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, τα οποία δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, με ή χωρίς φυσική εγκατάσταση, και τηρούνται στο μητρώο της Τράπεζας της Ελλάδος. Τα στοιχεία που θα αποστέλλουν τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προσδιορίζονται αναλυτικά στην απόφαση και αφορούν:
1. Καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμιακές.
2. Χορηγήσεις.
3. Επενδυτικούς λογαριασμούς με παντός είδους χαρτοφυλάκια επενδυτικών προϊόντων και αξιογράφων, όπως αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, μετοχές, τραπεζοασφάλιστρα, παράγωγα, Repos κ.λπ.
4. Πιστωτικές κάρτες.
5. Τραπεζικές θυρίδες.
6. Λογαριασμούς πληρωμών.
7. Προπληρωμένες κάρτες.
8. Ηλεκτρονικά πορτοφόλια.
Ως ημερομηνία έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας του συστήματος και ένταξης των υπόχρεων στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα έχει οριστεί ο Ιανουάριος του 2024. Ωστόσο, στην απόφαση σημειώνεται πως αν κάποια υπόχρεα ιδρύματα δεν έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία ένταξης έως το τέλος του έτους έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αίτημα παράτασης της προθεσμίας ένταξης στην παραγωγική λειτουργία του συστήματος, το αργότερο εντός του πρώτου εξαμήνου του 2024, αναφέροντας αναλυτικά τους λόγους αδυναμίας διαλειτουργικότητας των πληροφοριακών συστημάτων τους.