Newsroom
18.01.2024 • 15:20
Μια αλλαγή παραδείγματος στο ασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας, τη σύνδεση της αύξησης του προσδόκιμου ζωής με την άνοδο της ηλικίας συνταξιοδότησης, προτείνει το Ερευνητικό Ινστιτούτο Ifo με έδρα το Μόναχο, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από τη γήρανση του πληθυσμού. Ουσιαστικά πρόκειται για τις μνημονιακές διατάξεις που είχαν επιβληθεί και στη χώρα μας στη διάρκεια της κρίσης για τη διάσωση του ασφαλιστικού.
Επικαλούμενο παρόμοιες αλλαγές στις οποίες έχουν προβεί και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, το Ινστιτούτο υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση που εξαρτά την ηλικία εξόδου από την αγορά εργασίας με το προσδόκιμο ζωής.
Το μοντέλο αυτό έχει ήδη υιοθετηθεί εκτός από την Ελλάδα, στην Ολλανδία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Στόχος είναι να υπάρξει ένας σταθερός λόγος συνταξιούχων/εργαζομένων παρά τη γήρανση του πληθυσμού. Την πρόταση προωθεί ο Γιόακιμ Ράινιτς, ειδικός σε θέματα συνταξιοδότησης στο Ινστιτούτο Ifo.
Οικονομικές συνέπειες
Σύμφωνα με την έκθεση, η προσέγγιση αυτή αποτελεί στρατηγική λύση για τις οικονομικές συνέπειες που εγκυμονεί η αύξηση του πληθυσμού των συνταξιούχων. Στο πλαίσιο αυτό θεωρεί ότι οι συντάξεις πρέπει να προσαρμοστούν με βάση τον πληθωρισμό και να μην ακολουθούν τις αυξήσεις μισθών, γεγονός που θα μείωνε τη συνταξιοδοτική δαπάνη.
Το μοντέλο που συστήνει η έγκυρη δεξαμενή σκέψης φιλοδοξεί να σταθεροποιήσει τη σχέση συνταξιούχων/εργαζόμενου πληθυσμού στο 40% μετά το 2040. Πράγματι το ποσοστό αυτό θα ήταν σημαντικό με δεδομένο ότι αν δεν ληφθούν μέτρα προς την αντίθετη κατεύθυνση η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία προβλέπει ότι θα αυξηθεί σημαντικά μετά το 2030.
Οι προτάσεις του Ifo θα μπορούσαν μεν να αποτελέσουν δυνάμει λύση για τις δημογραφικές και οικονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει όχι μόνο η Γερμανία αλλά και άλλες χώρες, αλλά η εφαρμογή τους δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Η ιδέα της σύνδεσης της ηλικίας συνταξιοδότησης με το προσδόκιμο ζωής έχει προκαλέσει αντιδράσεις από αρκετούς πολιτικούς και την κοινή γνώμη, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι το 70% των baby boomers (γεννημένων μεταξύ 1946-1964) έχει εκφράσει την επιθυμία να αποσυρθεί νωρίς από την αγορά εργασίας.
Εχει ήδη υιοθετηθεί σε Ελλάδα, Ολλανδία, Σουηδία και Φινλανδία και ο στόχος είναι η σταθεροποίηση της σχέσης στον αριθμό συνταξιούχων και εργαζομένων.
Επιπλέον είναι δύσκολο να σχεδιάσει κανείς ένα μακροπρόθεσμο σταθερό μοντέλο για τις συντάξεις χωρίς να λάβει υπόψη του τις συνέπειες από τον υψηλό πληθωρισμό και μια πιθανή ύφεση.
Η απόφαση για συνταξιοδότηση σε μεγάλη ηλικία μπορεί να έχει μη αναστρέψιμες συνέπειες, όπως προβλήματα υγείας, λιγοστό χρόνο για να απολαύσει κανείς τη συνταξιοδότηση. Παράλληλα, μπορεί να εγείρει προκλήσεις όπως η εξεύρεση εργασιακών ευκαιριών για πιο ηλικιωμένα άτομα.
Η συζήτηση για μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, που αναπόφευκτα περιλαμβάνει αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα που προκαλεί κοινωνική έκρηξη όπου και όποτε τίθεται. Χαρακτηριστικές ήταν οι περυσινές βίαιες διαδηλώσεις στη Γαλλία για την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64.
Στο Βέλγιο ένα από τα μέτρα που αποφασίστηκε στο πλαίσιο των αλλαγών στο ασφαλιστικό είναι το «προοδευτικό συνταξιοδοτικό μπόνους», που αυξάνεται όσο παρατείνεται ο χρόνος εργασίας και μπορεί να φτάσει το πολύ στα 22.645 ευρώ τρία χρόνια μετά τη θεωρητική ημερομηνία εξόδου από την αγορά εργασίας. Στόχος είναι η παραμονή των μεγαλύτερων σε ηλικία πολιτών στο εργατικό δυναμικό.
Τι ισχύει σήμερα
Η τρέχουσα ηλικία συνταξιοδότησης είναι τα 65 χρόνια στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπου υπάρχουν στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ενώ από τις χώρες της Ε.Ε., Ελλάδα, Ιταλία, Λουξεμβούργο και Σλοβενία έχουν τη χαμηλότερη πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης, τα 62 για άνδρες και γυναίκες, υπό προϋποθέσεις. Ωστόσο η προβλεπόμενη περίοδος συνταξιοδότησης, η προσδοκώμενη ζωή δηλαδή εκτός αγοράς εργασίας, έχει αυξηθεί σημαντικά με τα χρόνια.
Το 1970 άνδρες από τις χώρες του ΟΟΣΑ ζούσαν κατά μέσον όρο 12 χρόνια μετά την έξοδό τους από την αγορά εργασίας, ενώ το 2020 τα χρόνια αυτά είχαν αγγίξει τα 19,5. Αντίστοιχα για τις γυναίκες τα χρόνια συνταξιοδότησής τους ήταν κατά μέσον όρο 16 τη δεκαετία του 1970 και μισό αιώνα αργότερα έχουν φτάσει τα 23,8.
Ο ΟΑΣΑ εκτιμά ότι η μέση ηλικία συνταξιοδότησης θα αυξηθεί κατά περίπου δύο χρόνια έως τα μέσα της δεκαετίας του 2060 και σε ορισμένες περιπτώσεις, π.χ. στη Δανία, θα ανέλθει στα 74 για άνδρες και γυναίκες. Πάντως σε πολλές χώρες η μελλοντική ηλικία συνταξιοδότησης δεν θα ξεπεράσει τα 65-66 χρόνια.
Δρ Σάρα Χάρπερ στην «Κ»: Πώς οι 70αρηδες μπορούν να είναι χρήσιμοι στην αγορά εργασίας
Ο πλανήτης υποστηρίζει την παρουσία του πληθυσμού στα σημερινά μεγέθη με τεράστιο κόστος για τη βιοποικιλότητα αλλά και τον ίδιο τον άνθρωπο. Με τον τρόπο αυτό περιγράφει στην «Κ» τη συσχέτιση υπερπληθυσμού και κλιματικής κρίσης η διευθύντρια Γεροντολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, δρ Σάρα Χάρπερ. Επισκεπτόμενη την Αθήνα για να συμμετάσχει σε συνέδριο του Economist για το δημογραφικό, σήμερα 18 και αύριο 19 Ιανουαρίου, η διακεκριμένη ακαδημαϊκός μοιράζεται την πρόβλεψη ότι μέχρι το τέλος του αιώνα ο παγκόσμιος πληθυσμός θα αγγίξει ακόμη και τα 10 δισεκατομμύρια και θα ζει περισσότερο. «Δεν είναι απίθανο σε κάποιες χώρες να δούμε έως και τον μισό πληθυσμό να φτάνει πλέον τα 100 χρόνια ζωής», τονίζει η δρ Χάρπερ αναφερόμενη στην επιμήκυνση του μέσου χρόνου ζωής για τον άνθρωπο. Σημειώνει πάντως ότι στο δεύτερο μισό του αιώνα ο παγκόσμιος πληθυσμός θα σταθεροποιηθεί με τάση μείωσης προς το τέλος του αιώνα. Η Βρετανίδα επιστήμονας μας μίλησε για τον αντίκτυπο του δημογραφικού στις οικονομίες, για τη νέα πραγματικότητα στον ρυθμό των γεννήσεων αλλά και για τη συνδρομή των 70άρηδων στις αγορές εργασίας.
– Σήμερα ο παγκόσμιος πληθυσμός ανέρχεται σε 8 δισεκατομμύρια. Ποιες είναι οι δημογραφικές προβολές για το κοντινό μέλλον;
– Η πρόβλεψη για τον παγκόσμιο πληθυσμό είναι ότι θα φτάσει τα 9 με 10 δισεκατομμύρια μέχρι το μέσο του τρέχοντος αιώνα. Ωστόσο, στα μέσα του αιώνα θα σταθεροποιηθεί σε αυτό το επίπεδο και στη συνέχεια πιθανώς θα μειωθεί κάτω από αυτό.
– Ποιος είναι ο βασικός παράγοντας που έχει οδηγήσει στην αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού;
– Η πρόοδος και εξέλιξη στην υγεία σε συνδυασμό με την ισχυρή γεωργική και οικονομική ανάπτυξη ενίσχυσαν την ικανότητα γέννησης και ανατροφής ενός αυξανόμενου αριθμού παιδιών ανά τον κόσμο.
– Είναι ευθεία η σύνδεση της αύξησης του πληθυσμού με την κλιματική κρίση;
– Ο αριθμός των ανθρώπων στον πλανήτη ασκεί σαφώς πίεση στον πεπερασμένο πλανήτη μας –στους πόρους του, στις υπηρεσίες του οικοσυστήματος (τροφή, νερό, αέρας, χώρος και βιοποικιλότητα)– και αυτό έχει ενισχύσει τη ζήτηση για CO2, που ακολούθως έχει αυξήσει την υπερθέρμανση του πλανήτη μας. Ωστόσο, δεν είναι απλώς ο απόλυτος αριθμός αλλά και τα αυξημένα επίπεδα κατανάλωσης – ιδίως στη Βόρεια Αμερική, στην Ευρώπη και σε παρόμοιες περιοχές.
– Υπάρχει κάποιο όριο, σε αριθμό ανθρώπων, πάνω από το οποίο ο πλανήτης δεν θα μπορεί να υποστηρίξει επαρκώς την ανθρώπινη παρουσία;
– Ο πλανήτης μπορεί θεωρητικά να υποστηρίξει δισεκατομμύρια ανθρώπους, αλλά με τεράστιο κόστος εις βάρος άλλων ειδών. Με καταστροφή της βιοποικιλότητας και τελικά με πτώση της ευημερίας και της ποιότητας ζωής.
– Μέχρι πού θα μπορούσε να φτάσει η επιμήκυνση του μέσου χρόνου ζωής για τον άνθρωπο;
– Υπάρχει μεγάλη συζήτηση σήμερα γύρω από αυτό το θέμα. Αυτό που βλέπουμε δεν είναι μόνο μια αύξηση του προσδόκιμου ζωής σε επίπεδο πληθυσμού. Βλέπουμε και μια αργή αύξηση στο ανώτατο όριο ηλικίας στο οποίο πεθαίνουν οι γηραιότεροι σε ορισμένες χώρες. Δεν είναι απίθανο σε κάποιες χώρες αυτόν τον αιώνα να δούμε έως και τον μισό πληθυσμό να φτάνει τα 100 χρόνια.
– Ποιες είναι οι επιπτώσεις της δημογραφικής γήρανσης στις οικονομίες;
– Το «κλειδί» εδώ δεν είναι τόσο οι αυξήσεις στο προσδόκιμο ζωής αυτές καθαυτές, αλλά σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των νέων που εισέρχονται στις αγορές εργασίας. Η εξέλιξη στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης οδηγεί στη μείωση της θνησιμότητας, που οδηγεί σε μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και στην πτώση των τεκνοποιήσεων, αντιστοίχως. Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι θα συνεχιστούν και οι δύο παράγοντες. Η μετανάστευση από χώρες υψηλής γονιμότητας είναι ένας από τους τρόπους για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα.
– Θα μπορούν οι 70άρηδες να συνεισφέρουν στις αγορές εργασίας;
– Στις σημερινές οικονομίες, οι οποίες βασίζονται στη γνώση, οι περισσότεροι 70άρηδες θα συνεχίσουν να συνεισφέρουν σε αυτές. Οι πληθυσμιακές ομάδες των καλά μορφωμένων ανδρών και των καλά μορφωμένων γυναικών είναι σήμερα ιδιαίτερα παραγωγικές στα 70 τους. Αντίπαλος εδώ είναι οι ανισότητες. Οι γυναίκες και οι άνδρες με κακή υγεία, με περιορισμένη εκπαίδευση και με δεξιότητες που εξαντλούνται σε χειρωνακτικές εργασίες θα δυσκολευτούν να παραμείνουν στις αγορές εργασίας.
– Η δημογραφική γήρανση είναι φαινόμενο που συναντάμε μόνο στις ανεπτυγμένες οικονομίες;
– Η δημογραφική γήρανση καταγράφεται σε χώρες υψηλού και μεσαίου εισοδήματος, κατά μήκος της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ασίας. Ακόμη και στην Αφρική έχει αρχίσει να εκδηλώνεται σιγά σιγά.
– Τελικά, ποια θα πρέπει ιδανικά να είναι η κατεύθυνση; Να μειωθούν οι γεννήσεις εξαιτίας του υπερπληθυσμού ή να αυξηθούν οι γεννήσεις εξαιτίας της δημογραφικής γήρανσης;
– Τίποτα από τα δύο. Οι άνδρες και οι γυναίκες θα πρέπει να έχουν την επιλογή να γεννούν τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν. Μάλιστα έχει καταγραφεί πως –όταν τους δίνεται η επιλογή– οι περισσότεροι αποφασίζουν να κάνουν έναν μικρό αριθμό παιδιών, δηλαδή ένα ή δύο, για τα οποία μπορούν να διασφαλίζουν υγειονομική περίθαλψη, καλή ποιότητα ζωής και υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Ο 21ος αιώνας σηματοδοτεί τη μετάβαση από τις ιστορικά μεγάλες οικογένειες και τους συχνότερους θανάτους κατά τη διάρκεια του ανθρώπινου βίου, σε μια σταθερή δημογραφία κατά την οποία σε αριθμητικούς όρους αντικαθιστούμε απλώς τον εαυτό μας.