Τετραπλασιασμό της ζήτησης για νέα τερματικά αποδοχής καρτών (POS) διαπιστώνουν οι τράπεζες και οι εταιρείες αποδοχής καρτών, μετά την επέκταση της υποχρεωτικότητας εγκατάστασης που επιβλήθηκε σε 35 επαγγελματικούς κλάδους με καταληκτική ημερομηνία την 1η Φεβρουαρίου. Μέχρι τότε όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες που εντάχθηκαν στην υποχρεωτική αποδοχή πληρωμών με POS θα πρέπει να έχουν υποβάλει αίτημα για την προμήθεια τερματικού αποδοχής καρτών. Σε διαφορετική περίπτωση θα βρεθούν αντιμέτωποι με το πρόστιμο των 1.500 ευρώ που προβλέπει η ΑΑΔΕ, ενώ έως την 1η Μαρτίου οι αιτήσεις αυτές θα πρέπει να έχουν ικανοποιηθεί προκειμένου το σύνολο των τερματικών να είναι σε θέση να μπει σε λειτουργία.
Να σημειωθεί ότι η δραστηριότητα της αποδοχής καρτών που ανήκε μέχρι πρόσφατα στις τράπεζες έχει πωληθεί σε ιδρύματα πληρωμών όπως η Wordline, η Euronet, η Nexi και η EVO Payments και η σχετική δραστηριότητα έχει αποσχιστεί σε νέες εταιρείες, στις οποίες οι εν λόγω πολυεθνικές έχουν πλειοψηφικά ποσοστά από 51% έως και 100%. Σύμφωνα με στελέχη των εταιρειών, η υποχρεωτικότητα έχει αυξήσει γεωμετρικά τη ζήτηση για νέα POS, η οποία είναι έως και τέσσερις φορές πάνω από τους προηγούμενους μήνες, πριν δηλαδή ανακοινωθεί η υποχρεωτικότητα. Η μεγαλύτερη ζήτηση εντοπίζεται από επαγγέλματα όπως οι οδηγοί ταξί, ενώ συνολικά υπολογίζεται ότι έως τις αρχές Μαρτίου θα πρέπει να έχουν τοποθετηθεί περίπου 100.000 νέα POS στην αγορά, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό τους σε πάνω από 1,1 εκατ.
Με βάση πάντως την εικόνα που μεταφέρουν στην «Κ» αρμόδια στελέχη, είναι αμφίβολο εάν η αγορά καταφέρει να ανταποκριθεί στην αυξημένη ζήτηση έως την καθορισμένη προθεσμία της 1ης Μαρτίου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα χρειαστεί να δοθεί έστω άτυπη παράταση, προκειμένου όλοι οι υπόχρεοι επαγγελματίες να έχουν προμηθευτεί τα νέα τερματικά και να τα έχουν θέσει σε λειτουργία. Να σημειωθεί ότι η αγορά ενός POS ξεκινάει από 30 ευρώ και μπορεί να φτάσει έως και τα 400 ευρώ –ανάλογα με τις εφαρμογές που υποστηρίζει–, ενώ εναλλακτική λύση αποτελεί η χρήση του κινητού του επαγγελματία και ως τερματικού αποδοχής καρτών (tap on mobile ή tap on phone), επιλογή που δεν έχει εφάπαξ κόστος αγοράς, αλλά μηνιαία ή μηδενική προμήθεια ανάλογα με τον πάροχο και τη συναλλακτική σχέση που έχει με τον επαγγελματία ή την επιχείρηση.
Σοβαρή δυσλειτουργία στην καθολική επέκταση των POS, σύμφωνα με δήλωση του προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, συνιστά το γεγονός ότι «για να λειτουργήσει το τερματικό αποδοχής καρτών θα πρέπει να υπάρχει συμφωνία με τον τραπεζικό τομέα και απαραίτητη προϋπόθεση η επιχείρηση αυτή να μην έχει οφειλές». Το πρόβλημα, σύμφωνα με αρμόδια στελέχη, είναι υπαρκτό και έχει να κάνει με το γεγονός ότι η χρήση της κάρτας ενσωματώνει προμήθειες που αποδίδονται στον εκδότη ή στον αποδέκτη του πλαστικού, καθώς και στο σύστημα πληρωμών, όπως η Visa και η MasterCard. Ετσι, στην περίπτωση που ο έμπορος έχει οφειλές και αντιμετωπίζει κατασχετήρια δεν είναι δυνατή η παρακράτηση των προμηθειών με συνέπεια την άρνηση της τράπεζας ή του παρόχου που έχει αγοράσει τη δραστηριότητα της αποδοχής καρτών από τις τράπεζες να εγκαταστήσει POS, εάν ο έμπορος δεν έχει ρυθμίσει τις οφειλές του.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηθεοδοσίου, «υπάρχουν τράπεζες που απαιτούν τριετή δέσμευση με τον υπόχρεο της χρήσης του POS, ενώ κάποιες θέτουν ως προϋπόθεση από επιχειρήσεις που θέλουν να εγκαταστήσουν τερματικά αποδοχής καρτών, να πραγματοποιούν συγκεκριμένους τζίρους». Διευκρινίζεται ότι οι έμποροι και οι επαγγελματίες απευθύνονται πλέον στους νέους παρόχους πληρωμών που έχουν αγοράσει και οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται είναι συνάρτηση της εμπορικής σχέσης που αναπτύσσουν με τις εταιρείες αυτές, καθώς ένα ουσιαστικό θέμα που αντιμετωπίζει η αγορά είναι τα ανενεργά τερματικά, πολλά από τα οποία αν και έχουν τοποθετηθεί με επιδότηση ή δωρεάν από τις τράπεζες στο παρελθόν, πραγματοποιούν λιγοστές συναλλαγές.
Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις σε δηλώσεις του χθες ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης έκανε λόγο για δύο κατηγορίες, «τις εποικοδομητικές και τις κακόβουλες», διακρίνοντας εκείνες «που εστιάζουν σε βελτιωτικές κινήσεις που πρέπει να γίνουν ώστε να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας και σε εκείνες που αποσκοπούν στο να σαμποτάρουν την επιβολή της νομιμότητας. Τις πρώτες τις ακούμε, ενώ στις δεύτερες κωφεύουμε, διότι δεν δέχονται την ουσία της προσπάθειας, που είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής», κατέληξε.