Ο γερμανικός πληθωρισμός μετριάζεται. Η πτωτική τάση του συνεχίζεται, έτσι ώστε ενδέχεται πιθανότατα να υποχωρήσει κάτω από το 2% το τρίτο τρίμηνο τρέχοντος. Τον Φεβρουάριο, βάσει του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή της Ε.Ε., ο γερμανικός πληθωρισμός μειώθηκε στο 2,7% σε ετήσια βάση από 3,1% τον Ιανουάριο, όπως αναμενόταν από αναλυτές του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters. Ωστόσο, η πτώση του ονομαστικού δείκτη έχει να κάνει με το συστατικό στοιχείο των τροφίμων. Σύμφωνα με τις πρώτες διαθέσιμες λεπτομέρειες για τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή, οι τιμές των τροφίμων επιβραδύνθηκαν στο 0,9% τον Φεβρουάριο από 3,8% τον Ιανουάριο.
Αντίθετα, οι τιμές της ενέργειας στη Γερμανία αυξήθηκαν. Ο δομικός πληθωρισμός (εκτός των τιμών ενέργειας και τροφίμων) παρέμεινε στο 3,4% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο, δηλαδή αμετάβλητος από τον Ιανουάριο. Οι υποκείμενες πιέσεις τιμών υποχωρούν περισσότερο σταδιακά από ό,τι υποδηλώνουν οι ευμετάβλητοι ονομαστικοί δείκτες. Τα δε ενοίκια συνέχισαν τη σταδιακή ανοδική τους πορεία, σημειώνοντας ενίσχυση 2% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο από 1,8% τον Ιανουάριο.
Συνολικότερα μιλώντας, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι πιθανό να υποχωρήσει και τον Φεβρουάριο. Κατά τη συναινετική εκτίμηση των οικονομολόγων του Reuters, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα υποχωρήσει στο 2,5% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο από 2,8% τον Ιανουάριο (τα στοιχεία αναμένονται σήμερα Παρασκευή). Εκτός από τη Γερμανία, μερικά άλλα μεγάλα κράτη-μέλη έχουν επίσης δημοσιεύσει τα στοιχεία για τον πληθωρισμό τους και μέχρι στιγμής ήταν κοντά στις προβλέψεις. Συγκεκριμένα ο πληθωρισμός, βάσει του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή της Ε.Ε., στη Γαλλία μειώθηκε στο 3,1% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο από 3,4% τον Ιανουάριο, μόλις ελαφρώς πάνω από το αναμενόμενο 3%. Στην Ισπανία μειώθηκε στο 2,9% από 3,5% τον Ιανουάριο, ακριβώς όπως είχε προβλεφθεί.
Η περιγραφείσα εξασθένηση των δεικτών του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να αποκλιμακώσει τα επιτόκια κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, ξεκινώντας πιθανότατα με μια κίνηση 25 μονάδων βάσης στη συνεδρίαση του Ιουνίου. Παρά ταύτα, λόγω των υποκείμενων πιέσεων στις τιμές, οι οποίες παραμένουν σε υψηλότερα επίπεδα από τα αντίστοιχα πριν από την πανδημία του κορωνοϊού, αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα μειώσει το κόστος δανεισμού μόνον κατά 100 μονάδες βάσης συνολικά μέχρι το α΄ τρίμηνο του 2025, προτού το διατηρήσει σταθερό. Οι οικονομολόγοι του Bloomberg προεξοφλούν επτά μειώσεις μέχρι τα τέλη του 2025, αντί για τέσσερις που προβλέπουμε εμείς.
* Ο κ. Σάλομον Φίντλερ είναι οικονομολόγος της Berenberg Bank.