Η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις ελληνικές τράπεζες, η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Οκτώβριο, «ξεκλείδωσε» ουσιαστικά το ενδιαφέρον των επενδυτών για τον κλάδο, οδηγώντας σε σημαντική έως και εντυπωσιακή ζήτηση στη διαδικασία των placements και σε ισχυρό ράλι στις τιμές των μετοχών τους, δίνοντας νέο «αέρα» στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά γενικότερα.
Εκεί που πριν από μερικά χρόνια ο τραπεζικός κλάδος αποτελούσε το μεγάλο «βαρίδι» στην αγορά αλλά και στις προοπτικές της χώρας, έχει μετατραπεί σε «μαγνήτη» κεφαλαίων. Οίκοι αξιολόγησης και αναλυτές διεθνών και εγχώριων επενδυτικών οίκων που μίλησαν στην «Κ» εντοπίζουν πέντε βασικούς λόγους πίσω από το έντονο ενδιαφέρον των επενδυτών για τη διάθεση των ποσοστών που είχε το Ταμείο στις τράπεζες, τους εξής: 1) τη σημαντική βελτίωση των ισολογισμών των τραπεζών, 2) την ισχυρή κερδοφορία τους, 3) την προοπτική ανταμοιβής των μετοχών τους μετά πολλά χρόνια, 4) τις πολύ ελκυστικές αποτιμήσεις παρά την ισχυρή άνοδο των μετοχών τους, 5) την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα και την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας.
Fitch Ratings
«Η αποεπένδυση του ΤΧΣ είναι άλλο ένα σημάδι εξομάλυνσης του ελληνικού τραπεζικού τομέα και αποδεικνύει ότι υπάρχει ανανεωμένη επενδυτική ζήτηση για τις ελληνικές τράπεζες, η οποία έχει αντικατοπτριστεί και στην επιτυχή έκδοση χρέους από τις τράπεζες στις αρχές του 2024», όπως σημειώνει στην «Κ» ο επικεφαλής αναλυτής του τραπεζικού κλάδου της Fitch Ratings, Πάου Λαμπρό.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, οι ελληνικές τράπεζες επωφελούνται από τις αυξημένες επιχειρηματικές ευκαιρίες που οδηγούνται από την ανθεκτική οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, τον δυναμισμό του real estate και τις αυξημένες επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα, όπως παρατηρεί ο αναλυτής. Οι όροι χρηματοδότησης και η πρόσβαση στην αγορά υποστηρίζονται επίσης από το ενισχυμένο πιστωτικό προφίλ του κράτους, που βρίσκεται πλέον στην επενδυτική βαθμίδα έπειτα από χρόνια δημοσιονομικής εξυγίανσης και οικονομικής σταθερότητας.
Φυσικά, τα υψηλότερα επιτόκια ήταν πολύ ωφέλιμα για τις ελληνικές τράπεζες, αλλά αναπτύσσουν επίσης επιχειρηματικές δραστηριότητες που δημιουργούν προμήθειες, επενδύουν στην εμπειρία και στην τεχνολογία των πελατών και βελτιώνουν τη διαφοροποίηση των εσόδων τους. «Η σημαντικά βελτιωμένη δημιουργία κερδών των τραπεζών και τα αποκατεστημένα κεφαλαιακά αποθέματα θα τους επιτρέψουν να χρηματοδοτήσουν την επιχειρηματική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια και να επιστρέψουν στην ανταμοιβή των μετοχών τους έπειτα από μακρά περίοδο», τονίζει ο κ. Λαμπρό.
Moody’s
Η αποεπένδυση από το ΤΧΣ έδωσε ευκαιρίες σε ξένους επενδυτές να αγοράσουν σημαντικά μερίδια σε ελληνικές τράπεζες, όπως έχει επισημάνει στην «Κ» ο κ. Νώντας Νικολαΐδης, αντιπρόεδρος και υψηλόβαθμο στέλεχος πιστωτικών αξιολογήσεων της Moody’s, ενώ ο εξορθολογισμός της βάσης κόστους τους και τα σημαντικά κέρδη τα τελευταία τρίμηνα (κυρίως λόγω των καθαρών επιτοκιακών εσόδων), σε συνδυασμό με τις πρόσφατες αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της Ελλάδας, έχουν προκαλέσει αυξημένο ενδιαφέρον από ξένα επενδυτικά κεφάλαια.
Αναφερόμενος ειδικότερα στο πιο πρόσφατο placement της Τράπεζας Πειραιώς, ο κ. Νικολαΐδης επισημαίνει πως η ισχυρή ζήτηση των επενδυτών ήταν ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων, οι οποίοι αντανακλώνται επίσης στην άνοδο της τιμής της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς τα τελευταία δύο χρόνια (από το ιστορικό χαμηλό 0,73 ευρώ της 14ης Ιουλίου 2022, καταγράφει ράλι άνω του 450%).
«Οι καλές προοπτικές της οικονομίας της Ελλάδας, η οποία είναι μια από τις λίγες χώρες της Ε.Ε. που αναμένεται να αναπτυχθεί υψηλότερα από 2% το 2024-2025, σε συνδυασμό με τη σημαντική βελτίωση των υποκείμενων χρηματοοικονομικών μεγεθών της τράπεζας, έχουν προσελκύσει αυτή τη ζήτηση από επενδυτές που επιθυμούν να πάρουν θέσεις στην Ελλάδα», όπως τονίζει. Επιπλέον, «οι προοπτικές βιώσιμης ισχυρής κερδοφορίας με καλές αποδόσεις μερισμάτων τα επόμενα 2-3 χρόνια, μετά πάνω από μια δεκαετία χωρίς πληρωμές, είναι επίσης ένας παράγοντας που ωθεί αυτή τη ζήτηση», επισημαίνει ο κ. Νικολαΐδης στην «Κ».
S&P
Οι ελληνικές τράπεζες επιστρέφουν στο «business as usual» μετά την έξοδο του ΤΧΣ, σημειώνει ο επικεφαλής αναλυτής της S&P Γκιοκσενίν Καραγκιόζ. Κατά την άποψή του, η επιτυχημένη αποεπένδυση στις τέσσερις συστημικές τράπεζες αποδεικνύει για μία ακόμη φορά το θετικό επενδυτικό κλίμα για τις ελληνικές τράπεζες. «Ο επιτυχημένος μετασχηματισμός των ισολογισμών των τραπεζών από το 2019 και η αποκατάσταση της κερδοφορίας τους, σε συνδυασμό με την αυξανόμενη πιστοληπτική ικανότητα του κράτους και τη μείωση των πιστωτικών και χρηματοδοτικών κινδύνων, οδήγησαν σε αυτή τη σημαντική βελτίωση της αντίληψης των επενδυτών για τις ελληνικές τράπεζες», παρατηρεί.
Παρά το ισχυρό ράλι που έχουν καταγράψει οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών, το οποίο από τον Οκτώβριο που ξεκίνησε η διαδικασία αποεπένδυσης του ΤΧΣ ξεπερνά ακόμη και το 50%, οι αποτιμήσεις τους παραμένουν χαμηλές και ελκυστικές έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών, όπως παρατηρούν οι αναλυτές μετοχών. Αυτό σε συνδυασμό με τη σημαντική βελτίωση που έχουν καταγράψει στα οικονομικά μεγέθη τους, που τις φέρνει πιο κοντά στην ευρωπαϊκή «κανονικότητα», αποτελούν βασικούς παράγοντες πίσω από το ισχυρό ενδιαφέρον των επενδυτών.
Eurobank Equities
Οπως επισημαίνει στην «Κ» ο κ. Ανδρέας Σουβλερός, αναλυτής της Eurobank Equities, οι πρόσφατες κινήσεις αποεπένδυσης του ΤΧΣ προσέλκυσαν το έντονο ενδιαφέρον των επενδυτών κυρίως λόγω της σημαντικής βελτίωσης στα οικονομικά μεγέθη τους. Αυτό περιλαμβάνει τη βελτίωση στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου, την κερδοφορία και την κεφαλαιακή επάρκεια, καθιστώντας τες πλέον συγκρίσιμες με άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Κατά τον κ. Σουβλερό, οι ελληνικές τράπεζες ευνοήθηκαν περισσότερο από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές από την αύξηση των επιτοκίων λόγω του χαμηλότερου κόστους καταθέσεων που έχουν και του μεγάλου ποσοστού (90%) σε κυμαινόμενα δάνεια.
Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δείξει ικανότητα διαχείρισης κρίσεων και με βάση πλέον το βελτιούμενο μακροοικονομικό περιβάλλον της Ελλάδας αναμένεται περαιτέρω αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου τους και εξορθολογισμός στα κόστη τους, βελτιώνοντας κι άλλο την κερδοφορία τους. Επιπλέον, η προσδοκία για επανέναρξη καταβολής μερισμάτων και η ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα έναντι της υπόλοιπης Ευρώπης ενισχύουν την ελκυστικότητά τους, ενώ παρά την ανάκαμψη που έχουν καταγράψει οι μετοχές τους φαίνονται ακόμη υποτιμημένες έναντι των αντίστοιχων τραπεζών της περιφέρειας.
Deutsche Bank
H ισχυρή υπερκάλυψη που παρατηρήθηκε στα placements τόσο της Εθνικής Τράπεζας όσο και της Τράπεζας Πειραιώς, αλλά και η ισχυρή απόδοση των μετοχών των ελληνικών τραπεζών, αντικατοπτρίζει τις σημαντικές βελτιώσεις που παρατηρήθηκαν και την ομαλοποίηση του κλάδου, ο οποίος πλέον απολαμβάνει υψηλές αποδόσεις, ενώ έχει συσσωρεύσει υψηλά επίπεδα κεφαλαίου, όπως σημειώνει από την πλευρά του στην «Κ» ο επικεφαλής αναλυτής της Deutsche Bank για τις ελληνικές τράπεζες, Αλφρέντο Αλόνσο. «Εφόσον αυτή η διαδικασία ήταν σαφώς ταχύτερη από ό,τι αναμενόταν, οι επενδυτές αύξησαν το ενδιαφέρον τους για αυτές τις μετοχές, οι οποίες συνολικά θεωρούνται πλέον ως μια καλή εναλλακτική λύση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες», τονίζει ο αναλυτής.
Jefferies
Η Jefferies, με αφορμή και την αποεπένδυση του ΤΧΣ, «βλέπει» σημαντικά περαιτέρω περιθώρια ανόδου για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών. Οπως τονίζει στην «Κ» ο αναλυτής του οίκου, Αλεξ Δημητρίου, οι ελληνικές τράπεζες προσφέρουν στους επενδυτές μια θετική τροχιά κερδών σε ένα περιβάλλον πτώσης των επιτοκίων, ενώ το ελληνικό μακροοικονομικό πλαίσιο παραμένει ισχυρό, με τις τράπεζες να αναμένεται να έχουν μια από τις ισχυρότερες αυξήσεις δανείων στην Ευρώπη. Επιπλέον, όπως επισημαίνει, αν και οι αποτιμήσεις τους έχουν αυξηθεί το τελευταίο διάστημα, παραμένουν ελκυστικές ενισχύοντας την πιθανότητα για μελλοντικές αποδόσεις κεφαλαίου, ενώ υπάρχει η δυνατότητα διανομής μερισμάτων και πλεονάσματος κεφαλαίου, που το 2026 αναμένεται να κινηθεί πάνω από τους στόχους των διοικήσεων.
Euroxx Securities
Ο συνδυασμός χαμηλών αποτιμήσεων, υγιούς αύξησης δανείων και επιστροφής στις πληρωμές μερισμάτων είναι που προσελκύει τους επενδυτές στις ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με τον επικεφαλής ανάλυσης μετοχών της Euroxx Securities, Αλεξ Μπουλουγούρη. «Οι ελληνικές τράπεζες προσελκύουν το ενδιαφέρον των επενδυτών καθώς συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με σχετικά χαμηλότερους δείκτες αποτίμησης σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες (δείκτης P/E κάτω από το 6x έναντι 6,5-7,0x στον ευρωπαϊκό μέσο όρο) με βιώσιμο ROTE 12%-13%. Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει επίσης τη δυνατότητα να αναπτυχθεί, είναι καλά κεφαλαιοποιημένο και θα επιστρέψει στη διανομή μερισμάτων και στις επαναγορές από το 2024 και μετά», όπως σημειώνει στην «Κ».