Πιέσεις για μισθολογικές αυξήσεις και για τους υπόλοιπους μισθωτούς δημιουργεί η αύξηση του κατώτατου μισθού, κυρίως στις μικρές επιχειρήσεις και σε ορισμένους κλάδους, όπως οι υπηρεσίες. Μπορεί λόγω των πολιτικών εξελίξεων η ανακοίνωση της αύξησης να μετατέθηκε για την Παρασκευή, όμως ήδη οι ειδικοί προεξοφλούν ότι ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί κατά τουλάχιστον 5,5% και πιθανότατα να προσεγγίσει το 6,5% ώστε να φθάσει έως και τα 830 ευρώ μεικτά. Αυτό, σύμφωνα και με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος στο πλαίσιο της γνωμοδότησής της κατά τη διαδικασία διαβουλεύσεων, αναμένεται να επηρεάσει και τους μισθούς όσων δεν αμείβονται με τον κατώτατο. Σύμφωνα μάλιστα με την αντίστοιχη έκθεση του ΙΟΒΕ, θα συμπαρασύρει ανοδικά και τους μέσους μισθούς όχι όμως ομοιογενώς σε όλους τους κλάδους.
Οπως φαίνεται άλλωστε και από τον Μηχανισμό Διάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας, η διαφοροποίηση των διάμεσων μισθών από κλάδο σε κλάδο είναι πολύ μεγάλη. Ετσι, ενώ για το σύνολο της απασχόλησης ο διάμεσος μισθός το 2022 (ο μισθός που βρίσκεται ακριβώς στη μέση της κλίμακας των μισθών για το σύνολο των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα) είναι 933,3 ευρώ, στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο είναι 850 ευρώ, στις επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες είναι 1.050 ευρώ, ενώ στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες ανέρχεται σε 1.236 ευρώ και οργανισμών και φορέων που σχετίζονται με το Δημόσιο, ο διάμεσος μισθός είναι 1.400 ευρώ μεικτά.
Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στον κλάδο διαχείρισης ακίνητης περιουσίας, στην εκπαίδευση και σε άλλες δραστηριότητες υπηρεσιών.
Οι κλάδοι (σε 1ο επίπεδο ανάλυσης) στους οποίους αυξήθηκαν περισσότερο οι αποδοχές των απασχολουμένων με καθεστώς εργασίας πλήρους απασχόλησης το 2022 ήταν οι επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, η μεταφορά και αποθήκευση και οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες με ποσοστά αύξησης 17,9%, 17,9% και 15,5% αντίστοιχα.
Οι κλάδοι σε 1ο επίπεδο ανάλυσης στους οποίους αυξήθηκαν περισσότερο οι αποδοχές των απασχολουμένων με καθεστώς εργασίας μερικής απασχόλησης, ήταν οι τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία, διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες και μεταφορά και αποθήκευση με ποσοστά αύξησης 59,4%, 33,7% και 31,1% αντίστοιχα.
Συνολικά, την περίοδο 2015-2022 η μεγαλύτερη αύξηση στις αποδοχές των απασχολουμένων με καθεστώς εργασίας πλήρους απασχόλησης αποτυπώθηκε στους κλάδους (σε 1ο επίπεδο ανάλυσης): Διαχείριση ακίνητης περιουσίας, εκπαίδευση και άλλες δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών με ποσοστά αύξησης 522,2%, 133,2% και 124,4% αντίστοιχα. Στον αντίποδα, σημαντική μείωση των αποδοχών των απασχολουμένων με καθεστώς εργασίας μερικής απασχόλησης αποτυπώθηκε στον κλάδο χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, με ποσοστό μείωσης 35,1%.
Από τα στοιχεία του 2023 φαίνεται πως η αύξηση που κατέγραψαν οι μέσοι μισθοί το 2023 ήταν υψηλότερη για όσους εργάζονται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης από αυτούς που εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης. Ο μέσος μισθός σύμφωνα με την έκθεση του ΙΟΒΕ για το σύνολο των πλήρως απασχολουμένων κατέγραψε αύξηση κατά 4,9% το 2023 σε τρέχουσες τιμές, αγγίζοντας τα 1.439 ευρώ.
Βέβαια, ένα ποσοστό των απασχολουμένων μεταξύ 25% και 35% εμφανίζεται να λαμβάνει μισθό μικρότερο από τον κατώτατο μηνιαίο λόγω της ευρείας εξάπλωσης των ευέλικτων μορφών απασχόλησης αλλά και της υποδηλωμένης απασχόλησης. Ο κλάδος με την υψηλότερη αύξηση είναι η ενημέρωση και επικοινωνία (+106,2 ευρώ), ενώ στους υπόλοιπους κλάδους η αύξηση είναι χαμηλότερη των 100 ευρώ. Την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση καταγράφει ο πρωτογενής τομέας καθώς και οι κατασκευές και οι επαγγελματικές και επιστημονικές δραστηριότητες.
Μεγάλες είναι οι διακυμάνσεις ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης. Οι μικρές επιχειρήσεις, με έως 10 εργαζομένους, κατά μέσον όρο έχουν χαμηλότερους μισθούς σε σχέση με τις πιο μεγάλες. Αυτό στην πράξη σημαίνει πως και η επίδραση του κατώτατου μισθού δεν είναι ομοιογενής. Κατά κανόνα επηρεάζει περισσότερο τις μικρές επιχειρήσεις και συγκεκριμένους κλάδους. Μετά τις αυξήσεις του 2023, οι μισθοί αυξήθηκαν στις μικρές επιχειρήσεις κατά 8,5%, σχεδόν όσο η αύξηση του κατώτατου μισθού (9,4%), ενώ στις μεγάλες, ακριβώς επειδή έδιναν μεγαλύτερους μισθούς, κατά 5,4%.