Το αποτέλεσμα της τελευταίας Διάσκεψης για το Κλίμα (COP28), που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο στο Ντουμπάι, ήταν εξίσου απογοητευτικό και για τις προηγμένες και για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Οι πρώτες είδαν ότι έπρεπε να αμβλύνουν εκφραστικά την επιθυμία τους για μια συμφωνία «σταδιακής κατάργησης» των ορυκτών καυσίμων και να αποδεχθούν αποκαρδιωμένες μια διατύπωση γενικόλογη για μια «μετάβαση». Οι τελευταίες έτρεφαν μεγάλες ελπίδες για τη συγκρότηση γενναιόδωρου ταμείου «απωλειών και αποζημιώσεων» ικανού να καλύψει τις ανάγκες τους. Το ταμείο ναι μεν δημιουργήθηκε, αν και τα κονδύλια του δεν υπερβαίνουν τα 700 εκατ. δολ.
Μόνο αλλάζοντας το υπάρχον αφήγημα και αποσκοπώντας σε μια «επιθυμητή» διαδικασία κοινωνικο-οικονομικού μετασχηματισμού για την πλειονότητα των ανθρώπων στη Γη, θα άνοιγε ο δρόμος για μια ενεργειακή μετάβαση στην κλίμακα που χρειαζόμαστε. Υπό μία έννοια, η μετακίνηση σε ένα σύστημα χαμηλών ρύπων ήδη τελεί εν εξελίξει. Οι τεχνολογικές συνθήκες δεν ήταν ποτέ πιο ευνοϊκές για τη μείωση των εκπομπών και τη μετάβαση προς μια νέα μήτρα ενέργειας. Αυτός ο μετασχηματισμός επιταχύνθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω ενός συνδυασμού βελτιωμένης τεχνολογίας και των πλεονεκτημάτων κλίμακας.
Οι τιμές των ΑΠΕ από τον ήλιο και τον άνεμο εξασθενούν και σε πολλά μέρη του κόσμου πλέον είναι πιο φθηνές από την παραγωγή με χρήση ορυκτών καυσίμων. Συνδυάζοντας αυτό με τις μπαταρίες, των οποίων επίσης το κόστος σημειώνει σημαντική πτώση, ή με τους αεριοστροβίλους ως εφεδρική λύση, θα μπορούμε εντός 15ετίας να κατασκευάσουμε ενεργειακά συστήματα σε πολύ ανταγωνιστικές τιμές. Παρά ταύτα, ο παγκόσμιος μέσος όρος διοξειδίου του άνθρακα (CO2) της ατμόσφαιρας αυξάνεται συνεχώς τα τελευταία δέκα χρόνια, σημειώνοντας υψηλό ρεκόρ το 2022. Φέτος ο κόσμος προβλέπεται να εκπέμψει επιπλέον 40,6 δισ. τόνους CO2, δηλαδή τεράστια ποσότητα, καταστροφική για το κλίμα.
Με τα σημερινά επίπεδα υπάρχουν 50% πιθανότητες ο πλανήτης να φτάσει την παγκόσμια μέση αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,5°C σε μόλις εννέα χρόνια. Τέσσερα υλικά κατατάσσονται υψηλότερα στην κλίμακα της ανάγκης, σχηματίζοντας αυτό που ο Βάτσλαβ Σμιλ αποκαλεί «τέσσερις πυλώνες του σύγχρονου πολιτισμού», ήτοι το τσιμέντο, ο χάλυβας, τα πλαστικά και η αμμωνία, που δεν αντικαθίστανται εύκολα με άλλα. Σύμφωνα με ένα σενάριο, που προβλέπει ότι τα πράγματα θα συνεχίσουν ως έχουν, θα χρειαστούμε στο μέλλον πολύ μεγαλύτερες ποσότητες από αυτά. Η μαζική παραγωγή τους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την καύση ορυκτών καυσίμων, άρα καθίστανται κύριες πηγές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Πάντως, τα πιο καίρια ζητήματα σχετίζονται με την οικονομία της ενεργειακής μετάβασης. Οπως επισημαίνεται στο βιβλίο «Το τίμημα είναι εσφαλμένο» του Μπρετ Κρίστοφερς, αν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας φθηναίνουν ολοένα και περισσότερο έναντι των πόρων των υδρογονανθράκων, δεν είναι μόνο οι σχετικές τιμές που καθορίζουν πόσα κεφάλαια θα επενδυθούν σε αιολικά ή ηλιακά πάρκα. Το πιο σημαντικό έγκειται στο πόσο κερδοφόρες θα είναι αυτές οι επενδύσεις. Και οι αναμενόμενες αποδόσεις δεν είναι ακόμη συγκρίσιμες με αυτές των ορυκτών καυσίμων.
Εάν οι αναπτυσσόμενες χώρες, εν κατακλείδι, θέλουν να οικοδομήσουν αναπτυξιακά μονοπάτια ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή, απαιτείται επειγόντως καλύτερος συνδυασμός διεθνών πόρων και ενισχυμένη παγκόσμια διακυβέρνηση.
* Ο κ. Πιερτζουζέπε Φορτουνάτο είναι οικονομολόγος της Διάσκεψης των Η.Ε. για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη. Το άρθρο δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Φρίντριχ Εμπερτ https://www.ips-journal.eu/.