ΔΝΤ: Προειδοποίηση για εκρηκτικό δημοσιονομικό συνδυασμό

ΔΝΤ: Προειδοποίηση για εκρηκτικό δημοσιονομικό συνδυασμό

Υψηλά επιτόκια και χαμηλή ανάπτυξη δυσκολεύουν την αποπληρωμή χρέους

3' 37" χρόνος ανάγνωσης

Η συγκυρία των υψηλών επιτοκίων, των χαμηλών ρυθμών ανάπτυξης και των υψηλών επιπέδων χρέους θα ασκήσει πιέσεις στη δημοσιονομική κατάσταση όσων χωρών αντιμετωπίζουν αυτόν τον επισφαλή συνδυασμό, καθώς με τα υψηλά επιτόκια αυξάνεται το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ενώ παράλληλα απειλείται η σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Σε αυτή την προειδοποίηση προέβη χθες το ΔΝΤ σε σχετική έκθεσή του, στην οποία επισημαίνει ότι τα επιτόκια βρίσκονται σε επίπεδα υψηλότερα από εκείνα της περιόδου μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, ενώ την ίδια στιγμή οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν αναιμικοί. Ως εκ τούτου, το ΔΝΤ συνιστά στις κυβερνήσεις να αρχίσουν σταδιακά να συγκεντρώνουν και πάλι δημοσιονομικά πλεονάσματα και να διασφαλίσουν ότι το δημόσιο χρέος τους είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμο.

Οπως τονίζει το Ταμείο, για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν ήταν ανησυχητική η κατάσταση σε ό,τι αφορά τα επίπεδα του κρατικού χρέους, καθώς τα επιτόκια ήταν σαφώς χαμηλότερα από τους ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν υπήρξε, έτσι, πιεστική ανάγκη για δημοσιονομική προσαρμογή και η συνεπακόλουθη χαλαρότητα οδήγησε σε άνοδο τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τα επίπεδα του χρέους. Στο μεταξύ, όμως, μεσολάβησε η πανδημία, στη διάρκεια της οποίας αυξήθηκαν περαιτέρω τα επίπεδα χρέους όταν οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε προγράμματα έκτακτης ανάγκης για να στηρίξουν τις οικονομίες τους και τις κοινωνίες τους. Το αποτέλεσμα είναι η σημαντική αύξηση που έχουν σημειώσει τις τελευταίες δεκαετίες τα επίπεδα του χρέους ως ποσοστό επί του ΑΕΠ τόσο των ανεπτυγμένων οικονομιών όσο και των αναδυόμενων αγορών και οικονομιών μεσαίου εισοδήματος.

Το ΔΝΤ εκτιμά πως τα επίπεδα δημόσιου χρέους αναμένεται να διαμορφωθούν στο εγγύς μέλλον στο 120% του ΑΕΠ των ανεπτυγμένων οικονομιών και στο 80% των αναδυόμενων και των οικονομιών μεσαίου εισοδήματος. Στο μεταξύ, το μακροοικονομικό περιβάλλον επιβαρύνει περαιτέρω την κατάσταση. Οι ρυθμοί ανάπτυξης αναμένεται να υποχωρήσουν περαιτέρω μεσοπρόθεσμα, καθώς η παραγωγικότητα αυξάνεται απογοητευτικά αργά, η δημογραφική εικόνα σε πολλές οικονομίες είναι ανησυχητική λόγω υπογεννητικότητας, οι επενδύσεις ισχνές και η πανδημία δεν έχει πάψει να αποτελεί αρνητικό παράγοντα. Παράλληλα, το ΔΝΤ επισημαίνει πως η μάχη κατά του πληθωρισμού δεν έχει τελειώσει κι ενώ οι κεντρικές τράπεζες συζητούν για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής τους, τα επιτόκια ενδέχεται μεν να μειωθούν, αλλά δεν αποκλείεται να αυξηθούν ξανά λίγο αργότερα. Θα επικρατούν εν ολίγοις αστάθεια και αβεβαιότητα στη νομισματική πολιτική για κάποιο χρονικό διάστημα. Συνεπώς, οι δανειολήπτες τόσο στις ΗΠΑ όσο και στον υπόλοιπο κόσμο θα αντιμετωπίζουν μια νέα κανονικότητα με σαφώς υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης σε σύγκριση με τα επίπεδα της περασμένης δεκαετίας.

Τα χρηματοπιστωτικά συστήματα χωρών με υψηλό χρέος θα δεχθούν έντονες πιέσεις, τονίζει σε έκθεσή του το Ταμείο.

Εξάλλου, αν οι κυβερνήσεις δεν κατορθώσουν να βελτιώσουν τη δημοσιονομική τους κατάσταση ώστε να εξουδετερώσουν τον κίνδυνο από τα υψηλά επιτόκια και τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, το δημόσιο χρέος των χωρών τους θα εξακολουθήσει να αυξάνεται και θα αποτελεί εστία κινδύνου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Το ΔΝΤ τονίζει ιδιαίτερα ότι θα επιδεινωθεί ο ασφυκτικός εναγκαλισμός των τραπεζών με τα δημόσια οικονομικά των χωρών.

Οταν τα επίπεδα του χρέους είναι υψηλά, οι κυβερνήσεις έχουν περιορισμένα περιθώρια ελιγμών για να στηρίξουν τις προβληματικές τράπεζες και αν το κάνουν ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω το κόστος δανεισμού τους. Παράλληλα, όσο περισσότερο κρατικό χρέος κρατούν οι τράπεζες τόσο πιο εκτεθειμένοι είναι οι ισολογισμοί τους σε τυχόν δημοσιονομικά προβλήματα και αδυναμίες. Ο συνδυασμός των υψηλών επιτοκίων, του υψηλού δημόσιου χρέους και του μεγάλου όγκου κρατικών ομολόγων στους ισολογισμούς των τραπεζών καθιστά ευάλωτες τις τράπεζες.

Αυτός ο δεσμός ανάμεσα σε τράπεζες και δημόσια οικονομικά επεκτείνεται πλέον πέραν των ανεπτυγμένων οικονομιών και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες και σε λίγες ευάλωτες αναδυόμενες αγορές. Μπορεί να το διαπιστώσει κανείς βλέποντας ότι κατά μέσον όρο το τραπεζικό σύστημα μιας χώρας χαμηλού εισοδήματος κρατάει στους ισολογισμούς των τραπεζών περίπου το 13% του δημόσιου χρέους της. Πρόκειται για το διπλάσιο ποσοστό σε σύγκριση με εκείνο που ήταν στις χώρες χαμηλού εισοδήματος πριν από 10 χρόνια.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι κυβερνήσεις πρέπει και πάλι να αρχίσουν να συγκεντρώνουν δημοσιονομικά πλεονάσματα, κάτι που θα αποδειχθεί συγκριτικά δύσκολο καθώς δεν είναι ευνοϊκές οι συνθήκες στην αγορά. Είναι σαφώς ευκολότερο να συγκεντρωθούν πλεονάσματα όταν οι συνθήκες χρηματοδότησης είναι ευνοϊκές, η νομισματική πολιτική αναπτυξιακή και οι αγορές εργασίας πλήρεις. Το ΔΝΤ τονίζει επίσης πως μια συνετή και διαρκής δημοσιονομική εξυγίανση θα διευκολύνει και θα επισπεύσει τις μειώσεις των επιτοκίων και έτσι θα περιορίσει τις παρενέργειες των υψηλών επιτοκίων σε μακροοικονομικό επίπεδο. Υπογραμμίζει, πάντως, πως συνιστώντας δημοσιονομική εξυγίανση δεν απευθύνει αυτή τη στιγμή έκκληση για πολιτική λιτότητας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT