Τα εισοδήματα που δηλώσαμε στην εφορία το 2023 ήταν χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του… 2008. Για φέτος πάντως, το οικονομικό επιτελείο ποντάρει στο ότι θα καταγράψει ιστορικό υψηλό στην «πρώτη ύλη» για την επιβολή του φόρου εισοδήματος.
Η προβλεπόμενη μεγάλη αύξηση δεν εδράζεται μόνο στο πρόσθετο εισόδημα που θα αποτυπωθεί από τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό και στο εισόδημα από τις συντάξεις που έγιναν μέσα στο 2023, αλλά και στην ενεργοποίηση του νέου μηχανισμού φορολόγησης των αυτοαπασχολούμενων, ο οποίος θα «προσθέσει» φορολογητέα ύλη τουλάχιστον 5-5,5 δισ. στους αυτοαπασχολούμενους και στους ελεύθερους επαγγελματίες. Αυτό και μόνο αυξάνει τις πιθανότητες οι φετινές φορολογικές δηλώσεις να καταγράψουν δηλωθέν εισόδημα (ή και φορολογητέο στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η επιβάρυνση των τεκμηρίων) άνω των 100 δισ. ευρώ, κάτι που θα γίνει για πρώτη φορά μετά το 2009.
Η αύξηση των εισοδημάτων από μισθούς και συντάξεις κατά τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς ήταν αναμενόμενο να αποτυπωθεί στις φορολογικές δηλώσεις από τη στιγμή που δόθηκαν ονομαστικές αυξήσεις. Μοιράστηκαν 70,16 δισ. ευρώ, ποσό κατά τουλάχιστον 4 δισ. ευρώ μεγαλύτερο συγκριτικά με τις δηλώσεις του 2022 (65,9 δισ. ευρώ). Το σημαντικό στατιστικό εύρημα είναι ότι άρχισε να καταγράφεται αύξηση και στις υπόλοιπες εισοδηματικές κατηγορίες. Για παράδειγμα, στα ενοίκια, φτάσαμε στα 7,8 δισ. ευρώ για πρώτη φορά από το 2012 και το γεγονός ότι πολλές πληροφορίες (ειδικά για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις) έρχονται πλέον ηλεκτρονικά στην ΑΑΔΕ, έχει βοηθήσει σε αυτό.
Ναι μεν υπάρχει αύξηση των ενοικίων, όμως, υπάρχει και εκτεταμένη διάθεση απόκρυψης των αυξήσεων και καταβολή των χρημάτων κάτω από το τραπέζι. Για την επιχειρηματική δραστηριότητα, καταγράφηκε αύξηση εισοδημάτων στα επίπεδα των 5,13 δισ. ευρώ, ποσό αντίστοιχο με του 2015, πριν δηλαδή καταγραφεί η μεγάλη «βουτιά» στα δηλωθέντα εισοδήματα εξαιτίας της σύνδεσης των ασφαλιστικών εισφορών με το δηλωθέν εισόδημα. Αύξηση, τέλος, είχαμε και στα εισοδήματα από μερίσματα. Τα 6,7 δισ. ευρώ είναι το μεγαλύτερο ποσό από το 2015 και αποδίδεται στη μείωση του συντελεστή φορολόγησης των διανεμόμενων κερδών στο επίπεδο του 5%.
Η αύξηση του δηλωθέντος εισοδήματος αποτυπώνεται έντονα και στη «μισθολογική πυραμίδα». Οι «φτωχοί» των φορολογικών δηλώσεων μειώθηκαν και αριθμητικά αλλά και ως ποσοστό του συνόλου, ενώ η τάση αναμένεται να συνεχιστεί και στις φετινές φορολογικές δηλώσεις, αλλά και –ιδίως- σε αυτές της επόμενης χρονιάς. Πολλοί οι λόγοι:
1. Η αύξηση του κατώτατου μισθού, που επηρεάζει άμεσα τα κατώτερα κλιμάκια.
2. Η επιβολή του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος στους επαγγελματίες, οι οποίοι επίσης κατατάσσονται στην πλειοψηφία τους στη «βάση».
3. Η αύξηση των συντάξεων, η οποία έφερε πολλούς συνταξιούχους με ονομαστική σύνταξη υψηλότερη των 800-900 ευρώ, άρα και πάνω από το φράγμα των 10.000 ευρώ ετησίως.
4. Η αύξηση των ηλεκτρονικών πληρωμών –καταγράφηκε αύξηση της τάξεως των 8 δισ. ευρώ από χρονιά σε χρονιά, με αποτέλεσμα η ΑΑΔΕ να συγκεντρώσει στοιχεία για ηλεκτρονικές πληρωμές καταναλωτικών δαπανών της τάξεως των 54 δισ. ευρώ– κατά περισσότερα από 8 δισ. ευρώ. Αυτή η αύξηση υποχρέωσε και τους αυτοαπασχολούμενους να δηλώσουν περισσότερο φορολογητέο εισόδημα.
Πώς αποτυπώθηκαν αυτά στην πυραμίδα των αποδοχών;
1. Οι έχοντες ετήσιο εισόδημα έως 5.000 ευρώ αντιστοιχούν στο 34,15% του συνόλου, ενώ στις φορολογικές δηλώσεις του 2022 εμφανίζονταν να αντιπροσωπεύουν το 37,74% του συνόλου.
2. Οι έχοντες ετήσιο εισόδημα από 5.000 έως 10.000 ευρώ ανήλθαν στο 27,34% χωρίς να καταγραφεί ουσιαστική αλλαγή συγκριτικά με το 2022 (σ.σ. το αντίστοιχο ποσοστό είχε διαμορφωθεί στο 27,73%).
3. Αλλο ένα 27,36% των φορολογουμένων δήλωσε πέρυσι εισοδήματα από 10 έως 20.000 ευρώ και αυτό το ποσοστό αυξήθηκε συγκριτικά με το 2022, όταν είχε διαμορφωθεί στο 24,72%.
Τι προκύπτει επομένως; Μια μετατόπιση φορολογουμένων από το πρώτο φορολογικό κλιμάκιο (0-10.000 ευρώ) στο δεύτερο κλιμάκιο (10.000-20.000 ευρώ). Ενώ λοιπόν το πρώτο κλιμάκιο έχει φορολογικό συντελεστή 9% (ή και μηδενικό, αν μιλάμε για μισθωτούς και συνταξιούχους), το δεύτερο εισοδηματικό κλιμάκιο έχει υπερδιπλάσιο φορολογικό συντελεστή στο 22%.
Αντίστοιχες «μετατοπίσεις» σε υψηλότερο φορολογικό συντελεστή έχουμε και στα υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια. Για παράδειγμα, ο ένας στους 10 δήλωσε το 2023 εισοδήματα από 20.000 έως 50.000 ευρώ, όταν το αντίστοιχο ποσοστό του 2022 ήταν 8,9%. Και ενώ το 2022 μόλις το 0,9% των φορολογουμένων δήλωνε εισοδήματα άνω των 50.000 ευρώ, το 2023 καταγράφηκε αύξηση και σε αυτό το ποσοστό, στο 1,12%. Τι σημαίνουν αυτά τα ποσοστά σε απόλυτους αριθμούς; Αριθμούμε πλέον 100.221 φορολογουμένους με ατομικό εισόδημα άνω των 50.000 ευρώ, ενώ το 2023 ήταν 80.822.
Η μετατόπιση των φορολογουμένων σε υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια δεν σημαίνει και αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος. Διότι το φορολογητέο εισόδημα δεν αποτυπώνει το γεγονός ότι έχει αυξηθεί –και μάλιστα αναλογικά περισσότερο συγκριτικά με το εισόδημα– ο φόρος εισοδήματος, ενώ επίσης δεν υπάρχει ο παράγοντας «πληθωρισμός». Η μετατόπιση σε υψηλότερο φορολογικό συντελεστή είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους καταγράφεται αξιόλογη αύξηση και των φορολογικών εσόδων από τον φόρο εισοδήματος κατά περισσότερο από 1 δισ. ευρώ ετησίως.
Φέτος, λόγω και των τεκμηρίων στους επαγγελματίες, η συνολική αύξηση αναμένεται ότι θα ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ, φέρνοντας τα συνολικά έσοδα ακόμη και κοντά στα 13,5-14 δισ. ευρώ, ποσό που δεν είχε καταγραφεί ούτε πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης (σ.σ. το 2019 ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων είχε αποφέρει έσοδα 9,97 δισ. ευρώ).