Τα «κλειδιά» για να κλείσει το επενδυτικό χάσμα της χώρας με την Ευρωζώνη

Τα «κλειδιά» για να κλείσει το επενδυτικό χάσμα της χώρας με την Ευρωζώνη

Κρίσιμοι παράγοντες είναι η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, οι στοχευμένες μεταρρυθμίσεις και το σταθερό πολιτικό σκηνικό, λένε τρεις διεθνείς οίκοι

4' 3" χρόνος ανάγνωσης

Τους παράγοντες οι οποίοι θα βοηθήσουν την Ελλάδα να μειώσει, και ίσως κάποια στιγμή να κλείσει, το μεγάλο επενδυτικό χάσμα που τη χωρίζει από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης παραθέτουν οι οίκοι αξιολόγησης. Στους πιο κρίσιμους τοποθετούνται οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, οι στοχευμένες μεταρρυθμίσεις, η αντιμετώπιση των διαρθρωτικών αδυναμιών, το σταθερό πολιτικό σκηνικό αλλά και η «στροφή» της νομισματικής πολιτικής.

Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο τα τελευταία χρόνια βελτιώνοντας την ανθεκτικότητά της σε εξωτερικά σοκ και εφαρμόζοντας οικονομικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, ενώ οι μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης βελτιώνονται λόγω των αυξανόμενων επενδύσεων. Ωστόσο, το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης παραμένει πολύ υψηλό, τη στιγμή που πριν από μερικά χρόνια η Ελλάδα πρωτοστατούσε σε αυτό το μέτωπο.

DBRS

Η DBRS επισημαίνει πως έπειτα από την ένταξη της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ το 2001 και έως το 2008, οι επενδύσεις αυξήθηκαν με ρυθμούς της τάξης του 24%, ενώ το 2007 ήταν έτος κορύφωσης, καθώς οι επενδύσεις έφτασαν το 26% του ΑΕΠ ξεπερνώντας την Ευρωζώνη (23,4% του ΑΕΠ). Ωστόσο, η κρίση δημόσιου χρέους και παράγοντες όπως το χαμηλότερο πολιτικό κόστος της μείωσης των επενδύσεων σε σύγκριση με τη μείωση των δαπανών οδήγησαν σε σημαντική πτώση. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου μειώθηκε στο 12,7% του ΑΕΠ το 2009-2019 σε μέσο όρο, ενώ παρά την αύξηση στο 13,7% το 2022, οι επενδύσεις στην Ελλάδα παραμένουν πολύ χαμηλές. Το μεγαλύτερο χάσμα εντοπίζεται στις επιχειρηματικές επενδύσεις (7,4% του ΑΕΠ το 2022 έναντι 13,4% στην Ευρωζώνη), ενώ οι επενδύσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν επίσης σημαντικά από 10,6% του ΑΕΠ το 2008 σε 2,7% το 2022, έναντι 6,3% που είναι ο μέσος όρος για τη ζώνη του ευρώ. Τα τελευταία χρόνια οι κρατικές επενδύσεις, πάντως, παρέμειναν σχετικά σταθερές (στο 3,5% το 2022 έναντι 3,1% στην Ευρωζώνη).

«O Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να κλείσει το επενδυτικό χάσμα με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης λόγω του υψηλότερου μεριδίου δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ), ωστόσο η ικανότητα της χώρας να γεφυρώσει αυτό το χάσμα θα εξαρτηθεί και από άλλους παράγοντες», τονίζει η Σπυριδούλα Τζίμα, αντιπρόεδρος του τμήματος κρατικών αξιολογήσεων της DBRS.

Συνεπώς, κατά τον οίκο, εκτός από τον RRF, η Ελλάδα θα χρειαστεί: 1) ξένες επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας προκειμένου να επιτευχθούν υψηλότερα επίπεδα επενδύσεων, 2) τη δημιουργία ενός ελκυστικού επενδυτικού κλίματος που θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίζει διαρθρωτικές αδυναμίες (όπως η γραφειοκρατία στις επιχειρηματικές διαδικασίες και καθυστερήσεις στο δικαστικό σύστημα), να προωθεί οικονομίες κλίμακας και να ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση του κτηματολογίου και 3) ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον το οποίο, σε συνδυασμό με την ευρεία πολιτική συναίνεση για τις κύριες οικονομικές πολιτικές, θα ενισχύσει το προφίλ της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού.

Scope Ratings

Ανάλογες είναι και οι θέσεις της Scope Ratings. Οπως σχολιάζει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, επικεφαλής αναλυτής του οίκου, από το ξέσπασμα της COVID-19 η ελληνική οικονομία στηρίζεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και το REPowerEU, παράλληλα με τη χρηματοδότηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου της Ε.Ε. 2021-2027, τα οποία βοηθούν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της και των επενδύσεων, και αυτό είναι ορατό από το γεγονός ότι οι επενδύσεις έφτασαν στο 14% του ΑΕΠ πέρυσι. Αυτό ωστόσο παραμένει πολύ χαμηλό σε σύγκριση τόσο με την Ευρωζώνη όσο και με τα επίπεδα που έφταναν οι επενδύσεις στην Ελλάδα πριν από την κρίση, και συνεπώς αντανακλά μια μέτρια βελτίωση τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τον αναλυτή, η πτώση των εισερχόμενων άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα στο 2,1% του ΑΕΠ το πρώτο δίμηνο του 2024 είναι απογοητευτική και είναι περίπου στο ήμισυ των κορυφών του 2022.

«Περαιτέρω πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις για τη διαφοροποίηση της ελληνικής οικονομίας, την αντιμετώπιση των δυσκαμψιών της αγοράς εργασίας, τον “καθαρισμό” των αυξημένων ληξιπρόθεσμων οφειλών του ιδιωτικού τομέα και την αντιμετώπιση των αυξανόμενων περιβαλλοντικών συνεπειών της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσε να συμβάλει στην ενίσχυση της απήχησης της οικονομίας τόσο στους ξένους όσο και στους εγχώριους επενδυτές», όπως τονίζει ο Σεν, προσθέτοντας πως και η (πιθανή) έναρξη του κύκλου μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ τον επόμενο μήνα θα βοηθήσει τις επενδύσεις. Κατά τον Σεν, οι αλλαγές στις επενδυτικές συνθήκες θα μπορούσαν τελικά να υποστηρίξουν έναν μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας υψηλότερο από 1% ετησίως.

Fitch

Η Fitch, της οποίας η ετυμηγορία για την Ελλάδα αναμένεται στις 31 Μαΐου, έχει επισημάνει πως η πορεία των επενδύσεων αποτελεί βασικό παράγοντα για την περαιτέρω αναβάθμιση της χώρας. Κατά τον οίκο, παρά τη βελτίωση που έχει σημειώσει η Ελλάδα, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν πολύ χαμηλές και θα χρειαστούν πολλά χρόνια ισχυρών επενδυτικών εισροών ώστε να μειωθεί το χάσμα με την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Οι μεταρρυθμίσεις που έχει εφαρμόσει το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση και αυτές που προγραμματίζει στη συνέχεια, σε συνδυασμό με το Ταμείο Ανάκαμψης, θα βοηθήσουν σίγουρα να μειωθεί το επενδυτικό χάσμα, ωστόσο μετά το 2026, όταν και θα έχουν δαπανηθεί τα κεφάλαια του RRF, οι προοπτικές είναι αβέβαιες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT