Επιβεβαιώνοντας την εικόνα της πλήρους επιστροφής στις ημέρες του επιθετικού εμπορικού πολέμου, η Κίνα βγήκε χθες στην αντεπίθεση εναντίον τόσο της Ε.Ε. όσο και των ΗΠΑ. Ανακοίνωσε έρευνες για πολιτικές τεχνητής μείωσης των τιμών στις εισαγωγές ενός πλαστικού που παράγουν Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ταϊβάν, ενώ απείλησε την Ευρώπη με αδιευκρίνιστα αντίποινα αν οι μεταξύ τους εμπορικές διενέξεις κλιμακωθούν όπως οι σινοαμερικανικές οικονομικές σχέσεις. Οι σχετικές ανακοινώσεις προήλθαν χθες αφενός από το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου και αφετέρου από κρατικά ΜΜΕ της Κίνας.
Οι έρευνες ανακοινώνονται λιγότερο από εβδομάδα μετά την απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να αυξήσει τους δασμούς σε μια σειρά από εισαγωγές κινεζικών προϊόντων. Αφορούν το ενδεχόμενο τεχνητής πτώσης των τιμών στις εισαγωγές πολυοξυμεθυλένιου, ενός είδους πλαστικού που χρησιμοποιείται σε μεγάλο εύρος βιομηχανικών ειδών, από τα ηλεκτρονικά μέχρι τα αυτοκίνητα. Την ίδια στιγμή το Yuyuan Tantian, μέσο κοινωνικής δικτύωσης στενά συνδεδεμένο με τα κρατικά ΜΜΕ της Κίνας, ανέφερε πως το Πεκίνο θα «προχωρήσει στη λήψη σειράς μέτρων και θα αντεπιτεθεί» αν η Ε.Ε. συνεχίσει τις έρευνες που διεξάγει σε κινεζικές εταιρείες.
Οπως αναφέρουν παρατηρητές, το Πεκίνο χρησιμοποιεί συχνά τέτοιου είδους διαύλους για να διαμηνύσει τις προθέσεις του σχετικά με τις εμπορικές του συναλλαγές και τις εμπορικές του διαφωνίες με άλλες χώρες. Εν προκειμένω, πρόκειται για ευθεία προειδοποίηση σχετική με τις έρευνες της Ε.Ε. στις επιδοτήσεις του Πεκίνου σε μια σειρά βιομηχανιών που εμπεριέχουν την απειλή για ενδεχόμενους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτροκίνητα οχήματα και πιθανό αποκλεισμό των εταιρειών σιδηροδρόμων και ενέργειας.
Στο στόχαστρο του Πεκίνου είναι οι εισαγωγές ενός πλαστικού που παράγουν Ευρώπη, ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ταϊβάν.
Η προειδοποίηση περί κινεζικών αντιποίνων δεν διευκρίνιζε το είδος των μέτρων, αλλά παρέθετε την απειλητική επισήμανση νομικού συμβούλου ότι για την Ε.Ε. η Κίνα είναι καθοριστικής σημασίας αγορά για τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα, όπως κρασιά και γαλακτοκομικά είδη, αλλά και για τις πωλήσεις ευρωπαϊκών αεροσκαφών. Την ίδια απειλή απηχούσε, άλλωστε, χθεσινή ανακοίνωση του κινεζικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Ε.Ε., που προειδοποιούσε ότι «τα ευρωπαϊκά κρασιά και τα γαλακτοκομικά ενδέχεται να βρεθούν παγιδευμένα ανάμεσα σε πυρά».
Παράγοντες της αγοράς υπογραμμίζουν, ωστόσο, πως τυχόν αντίποινα της Κίνας με στόχο αυτούς τους τομείς θα έχουν πολύ περιορισμένο αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή οικονομία, δεδομένου ότι αυτές οι τρεις βιομηχανίες δεν αντιπροσωπεύουν παρά μόνον περίπου το 3% των εισαγωγών ευρωπαϊκών προϊόντων στην Κίνα. Αν, πάντως, οι δύο πλευρές αρχίζουν να ανταλλάσσουν δασμούς, όπως έχουν κάνει η Κίνα και οι ΗΠΑ ή αρχίσουν να χρησιμοποιούν άλλου είδους πολιτικές για να περιορίσουν τις διμερείς εμπορικές συναλλαγές και επενδύσεις, θα πρόκειται για μια κλιμάκωση επικίνδυνη για όσες εταιρείες ανά τον κόσμο έχουν ήδη υποστεί τις επιπτώσεις του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου.
Σε ό,τι αφορά την κλιμάκωση της έντασης με την Ουάσιγκτον, το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου σχολίασε πως η αύξηση των δασμών στα κινεζικά προϊόντα «επιδεινώνουν βαρύτατα την ατμόσφαιρα της διμερούς συνεργασίας με τις ΗΠΑ» και χαρακτήρισε την κίνηση «πολιτικοποίηση οικονομικών ζητημάτων». Δεν αρκέστηκε, όμως, στις φραστικές επικρίσεις αλλά παράλληλα επέβαλε κυρώσεις σε τρεις αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες επειδή πωλούν όπλα στην Ταϊβάν. Πρόκειται για τις General Atomics Aeronautical Systems, General Dynamics Land Systems και Boeing Defense, Space & Security, που εφεξής δεν θα μπορούν ούτε να εισάγουν οτιδήποτε από την Κίνα ούτε να της εξάγουν αμυντικό υλικό.
Η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εμπορίου διευκρίνιζε μάλιστα πως και τα στελέχη αυτών των τριών αμυντικών βιομηχανιών δεν μπορούν εφεξής να εισέλθουν στην Κίνα, να εργαστούν ή να ζήσουν στην επικράτειά της. Σημειωτέον ότι την Παρασκευή η Ε.Ε. προσέθεσε ένα ακόμη κινεζικό προϊόν, το ατσάλι από λευκοσίδηρο, στα είδη των οποίων τις τιμές διερευνά.