Καλωσορίζει η Κομισιόν την επιστολή που έλαβε από τον Ελληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και θα απαντήσει σε εύθετο χρόνο, σχετικά με τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης με στόχο την προστασία των καταναλωτών από «την ασύμμετρη δύναμη που έχουν πολυεθνικοί κολοσσοί ως προς τη διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική που ακολουθούν έναντι μεμονωμένων κρατών-μελών».
Απαντώντας σχετική ερώτηση της «Κ», εκπρόσωπος της Κομισιόν σημειώνει ότι η επιστολή προς την πρόεδρο της Κομισιόν αποτελεί «συμβολή στη γενικότερη συζήτηση για το μέλλον της κοινής αγοράς», στο πλαίσιο μάλιστα και των σχετικών εκθέσεων για την ενίσχυση του ανταγωνισμού των Μάριο Ντράγκι και Ενρίκο Λέτα.
Αναφέρει παράλληλα ότι ήδη από το 2020 σχετική μελέτη της Κομισιόν «επιβεβαίωσε την ύπαρξη αυτών των μη ρυθμιστικών περιορισμών που επιβάλλονται από τους προμηθευτές στους πωλητές λιανικής, εμποδίζοντάς τους να προμηθεύονται στη χώρα της επιλογής τους» και χαρακτηρίζει τις εν λόγω συμφωνίες «παράνομες», ενώ σημειώνει ότι μονομερείς πρακτικές «απαγορεύονται, εάν ο κατασκευαστής κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά εισαγωγής».
Και άλλα κράτη-μέλη έχουν καταθέσει σχετικά αιτήματα, σημειώνει εκπρόσωπος της Κομισιόν, ενώ προσθέτει ότι η Επιτροπή έχει ήδη προτείνει την έναρξη διαλόγου με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές στο πλαίσιο της μελέτης που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2024 σχετικά με την «πορεία μετάβασης του λιανικού οικοσυστήματος» προκειμένου να αναζητηθούν λύσεις.
Αναλυτικά η απάντηση της εκπροσώπου της Κομισιόν Φεντερίκα Μικόλι:
«Λάβαμε την επιστολή από τον πρωθυπουργό της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη, που απευθύνεται στην πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική μας, θα απαντήσουμε στην επιστολή σε εύθετο χρόνο.
Χαιρετίζουμε επίσης την επιστολή ως συμβολή στον συνολικό προβληματισμό για το μέλλον της ενιαίας αγοράς, ο οποίος θα υποστηριχθεί από την έκθεση του Μάριο Ντράγκι για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας και την έκθεση του Ενρίκο Λέτα για το μέλλον της Ενιαίας Αγοράς.
Η Κομισιόν παραμένει σταθερά προσηλωμένη στην κατάργηση αδικαιολόγητων ρυθμιστικών και μη ρυθμιστικών φραγμών για τη διασφάλιση της καλύτερης λειτουργίας της Ενιαίας Αγοράς.
Οι Γεωγραφικοί Εφοδιαστικοί Περιορισμοί (Territorial Supply Constraints – TSCs) αποτελούν μη κανονιστικά εμπόδια για την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.
Η Κομισιόν πραγματοποίησε μελέτη το 2020, η οποία επιβεβαίωσε την ύπαρξη αυτών των μη ρυθμιστικών περιορισμών που επιβάλλονται από τους προμηθευτές στους πωλητές λιανικής, εμποδίζοντάς τους να προμηθεύονται στη χώρα της επιλογής τους.
Σύμφωνα με το δίκαιο του ανταγωνισμού, οι συμφωνίες αυτές είναι παράνομες και οι μονομερείς αυτές πρακτικές απαγορεύονται, εάν ο κατασκευαστής κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά εισαγωγής.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει μια σειρά τέτοιων υποθέσεων. Η Επιτροπή δεν θα διστάσει να προστατεύσει τους καταναλωτές διερευνώντας κατά προτεραιότητα αυτές τις υποθέσεις. Ενώ η επιβολή του ανταγωνισμού ως τέτοια δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του, μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο.
Αρκετά κράτη-μέλη έχουν ζητήσει από την Κομισιόν να εξετάσει αυτό το ζήτημα και να προσδιορίσει μια λύση για την Ενιαία Αγορά πέραν των κανόνων ανταγωνισμού. Η κρίση κόστους ζωής καθιστά ακόμη πιο ευαίσθητο το ζήτημα των τιμών για τους καταναλωτές.
Στην “πορεία μετάβασης για το λιανικό οικοσύστημα” που δημοσιεύθηκε το 2024, η Κομισιόν πρότεινε την έναρξη διαλόγου μεταξύ των ενδιαφερομένων πλευρών, δηλαδή των διεθνών προμηθευτών επώνυμων προϊόντων, των λιανοπωλητών και των καταναλωτών, προκειμένου να αναζητηθούν λύσεις.
Κατά τον ίδιο τρόπο, θα πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω συζητήσεις με τα κράτη-μέλη».