Η ευρωπαϊκή οικονομία χάνει τη μάχη με ΗΠΑ και Κίνα

Η ευρωπαϊκή οικονομία χάνει τη μάχη με ΗΠΑ και Κίνα

Η κρίση ανταγωνιστικότητας της Ε.Ε. και οι δύσκολες λύσεις

4' 8" χρόνος ανάγνωσης

Το μερίδιο της Ευρώπης στην παγκόσμια οικονομία μειώνεται και ενισχύεται ο φόβος της πως δεν έχει πια καμία δυνατότητα να προλάβει τις ΗΠΑ και την Κίνα. «Είμαστε πολύ μικροί», εκτιμά ο Ενρίκο Λέτα, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο οποίος προσφάτως παρέδωσε στην Κομισιόν έκθεσή του για το μέλλον της ενιαίας αγοράς. «Δεν είμαστε αρκετά φιλόδοξοι», υπογραμμίζει ο Νικολάι Τάνγκεν, επικεφαλής του κρατικού επενδυτικού ταμείου της Νορβηγίας, και συμπληρώνει πως «οι Αμερικανοί δουλεύουν πιο σκληρά». «Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις πρέπει να ανακτήσουν την αυτοπεποίθησή τους», δηλώνει η Ενωση Ευρωπαϊκών Εμπορικών Επιμελητηρίων.

Ατελείωτος ο κατάλογος των αιτίων της «κρίσης ανταγωνιστικότητας» της Ε.Ε.: Εχει υπερβολικά πολλές ρυθμίσεις, η ηγεσία της στις Βρυξέλλες έχει πολύ μικρή δύναμη, οι χρηματαγορές της είναι κατακερματισμένες, οι επενδύσεις περιορισμένες τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα και οι εταιρείες της πολύ μικρές για να ανταγωνιστούν σε διεθνή κλίμακα. Και ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, που έχει αναλάβει να εκπονήσει σχετική μελέτη, τονίζει πως «η οργάνωσή μας, οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων και χρηματοδότησης είχαν σχεδιασθεί για τον χθεσινό κόσμο, τον κόσμο προ πανδημίας κορωνοϊού, προ πολέμου στην Ουκρανία, προ γενικής ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή και προ της επιστροφής της αντιπαλότητας ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις».

Η φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία, οι φθηνές εισαγωγές από την Κίνα και η στρατιωτική προστασία των ΗΠΑ δεν υπάρχουν πια. Επίσης το Πεκίνο και η Ουάσιγκτον διοχετεύουν εκατοντάδες δισ. δολάρια στην ενίσχυση των βιομηχανιών ημιαγωγών, εναλλακτικών πηγών ενέργειας και ηλεκτροκίνητων οχημάτων, και ανατρέπουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων στο εμπόριο. Το 2022, οι μεγάλες επιχειρήσεις της Ευρώπης επένδυσαν 60% λιγότερα από όσα επένδυσαν οι αμερικανικές και αναπτύχθηκαν με αντίστοιχο μικρότερο ρυθμό, σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου McKinsey Global. Σε ό,τι αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα, είναι κατά μέσον όρο 27% μικρότερο από των ΗΠΑ, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας είναι μικρότερη σε σύγκριση με άλλες μεγάλες οικονομίες και οι τιμές της ενέργειας πολύ υψηλότερες.

Το 2022, οι μεγάλες επιχειρήσεις της Ευρώπης επένδυσαν 60% λιγότερα από όσα επένδυσαν οι αμερικανικές και η αύξηση της παραγωγικότητας είναι μικρότερη σε σύγκριση με άλλες μεγάλες οικονομίες.

Η σχετική έκθεσή του θα δημοσιευτεί μετά τις ευρωεκλογές, αλλά ο κ. Ντράγκι έχει ήδη δηλώσει ότι πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξουν «ριζικές αλλαγές»: σημαντική αύξηση των κοινών δαπανών, αναδιάρθρωση του προβληματικού συστήματος χρηματοδότησης της Ευρώπης όπως και των περίπλοκων ρυθμίσεών της και συγχωνεύσεις των μικρών εταιρειών. Το ούτως ή άλλως εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα, η συσπείρωση τόσων χωρών και η προσπάθεια να δράσουν ως ενότητα, είναι πλέον ακόμη δυσχερέστερο καθώς έχουν μεσολαβήσει η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος, η όξυνση των διεθνών συγκρούσεων και η αυξανόμενη προσφυγή των χωρών σε εθνικές πολιτικές για τη στήριξη των δικών τους επιχειρήσεων. Μπορεί να φανταστεί κανείς τι θα γινόταν αν κάθε πολιτεία των ΗΠΑ είχε εθνική κυριαρχία και οι ομοσπονδιακές αρχές είχαν περιορισμένες εξουσίες για να αντλήσουν κεφάλαια.

Το περασμένο έτος, η Ε.Ε. ψήφισε το Βιομηχανικό Σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας για να επισπεύσει την ενεργειακή μετάβαση και προ εβδομάδων πρότεινε για πρώτη φορά μια πολιτική θωράκισης της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Οι προσπάθειές της, όμως, ωχριούν μπροστά στα ιλιγγιώδη κεφάλαια που επιστρατεύουν οι ΗΠΑ και η Κίνα. Κατά τη γνώμη του κ. Ντράγκι, οι επενδύσεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην Ε.Ε. πρέπει να αυξάνονται κάθε χρόνο κατά τουλάχιστον μισό τρισ. ευρώ, προκειμένου να φτάσει η Ευρώπη τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Οπως επισημαίνουν, αν δεν αντλήσουμε χρηματοδότηση από τα δημόσια ταμεία και δεν δημιουργήσουμε μια ενιαία κεφαλαιαγορά, η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να προχωρήσει στο είδος των επενδύσεων στην άμυνα, στην ενέργεια, στους υψηλούς τεχνολογίας υπολογιστές και σε πολλά άλλα απολύτως αναγκαία για να ανταγωνιστεί. Και αν δεν συγχωνευθούν οι μικρότερες εταιρείες, δεν θα μπορούν να φτάσουν στις οικονομίες κλίμακας που διαθέτουν οι κολοσσιαίες ξένες εταιρείες. Για παράδειγμα, η Ευρώπη έχει τουλάχιστον 34 μεγάλα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας όταν η Κίνα έχει τέσσερα και οι ΗΠΑ τρία. Ο κ. Λέττα έχει από πρώτο χέρι γνωρίσει τα μειονεκτήματα της Ευρώπης στη διάρκεια των έξι μηνών που περιόδευε σε 65 ευρωπαϊκές πόλεις κάνοντας έρευνα για την έκθεσή του. Και τονίζει πως «είναι αδύνατον να ταξιδέψει κανείς με τρένο μεγάλης ταχύτητας από τη μια ευρωπαϊκή πρωτεύουσα στην άλλη και αυτό αποτελεί εμβληματική αναπηρία της Ενιαίας Αγοράς».

Λύσεις προτείνονται πολλές, αλλά προσκρούουν σε πολιτικά ζητήματα. Πολιτικοί ηγέτες και ψηφοφόροι ανά την Ευρώπη ανησυχούν για τις θέσεις εργασίας, το βιοτικό επίπεδο και την αγοραστική δύναμη των Ευρωπαίων, αλλά δεν παραχωρούν εξουσίες στις Βρυξέλλες. Συχνά δεν θέλουν να δουν τις εταιρείες των χωρών τους να συγχωνεύονται με ανταγωνίστριές τους ούτε να εξαφανιστούν οι γνώριμες σε αυτούς επιχειρηματικές πρακτικές. Εξαγριωμένοι αγρότες σε Γαλλία και Βέλγιο έκλεισαν αυτοκινητοδρόμους για να εμποδίσουν την εφαρμογή των κανόνων της Ε.Ε. για το περιβάλλον, που διέπουν τη χρήση των παρασιτοκτόνων και των λιπασμάτων.

Την περασμένη δεκαετία, η Ε.Ε. προσπάθησε να δημιουργήσει μια ενιαία κεφαλαιαγορά για να διευκολύνει τις διασυνοριακές επενδύσεις. Πολλές μικρές χώρες, όμως, μεταξύ των οποίων Ιρλανδία, Ρουμανία και Σουηδία, αρνούνται να παραχωρήσουν εξουσίες στις Βρυξέλλες ή να αλλάξουν τις νομοθεσίες τους, φοβούμενες πως μπορεί να βρεθούν σε μειονεκτική θέση οι δικές τους βιομηχανίες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT