Αρθρο Γ. Στούμπου στην «Κ»: Από την Κίνα με αγάπη

Αρθρο Γ. Στούμπου στην «Κ»: Από την Κίνα με αγάπη

Η κρατικά κατευθυνόμενη αναπτυξιακή πορεία της Κίνας έχει εντυπωσιακές ομοιότητες με τη βίαιη και εκμεταλλευτική φάση του πρώιμου καπιταλισμού

5' 48" χρόνος ανάγνωσης

Ο κρατικός καπιταλισμός παίρνει την εκδίκησή του. Το «τέλος της ιστορίας» του Φουκουγιάμα χρειάζεται να αναθεωρηθεί ως η «αντιστροφή της ιστορίας». Γι’ αυτό ευθύνεται η Κίνα. Οι πολυδιάστατες παραγωγικές της δραστηριότητες και τα τεχνολογικά της επιτεύγματα αντιστρέφουν μια παράδοση δύο αιώνων, στην οποία οι ελεύθερες οικονομίες της αγοράς εδραίωσαν τον ελεύθερο ανταγωνισμό και τις συνεχείς αυξήσεις της παραγωγικότητας σε όλη την γκάμα των βιομηχανικών, ηλεκτρονικών και καταναλωτικών αγαθών. Από την άλλη πλευρά, οι σοσιαλιστικές οικονομίες είχαν ταυτιστεί με τη σπατάλη πόρων, την κατώτερη ποιότητα προϊόντων και τη χρήση τεχνητών μηχανισμών κόστους και τιμολόγησης, χωρίς να σχολιάσουμε την έλλειψη δημοκρατίας και ατομικών ελευθεριών. Ο κεντρικός σχεδιασμός έχασε τον πόλεμο. Το σοβιετικό μοντέλο κατέρρευσε.

Το 1989 αποτελεί το σημείο καμπής στο οποίο η Δύση θριάμβευσε σε οικονομικό επίπεδο, όπως και η δημοκρατία σε πολιτικό. Οι πανηγυρισμοί όμως αποδείχθηκαν εφήμεροι. Η Κίνα ξαναγράφει την οικονομική ιστορία. Τα τελευταία τριάντα χρόνια έχει αντιστρέψει το σοβιετικό μοντέλο από κρατικό σοσιαλισμό σε κρατικό καπιταλισμό, διατηρώντας τον πολιτικό αυταρχισμό και «τον έλεγχο των μαζών», με τον περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων και προσωπικών ελευθεριών. Τα κινεζικά προϊόντα αρχικά εισέβαλαν στις δυτικές αγορές με τη μορφή καταναλωτικών αγαθών χαμηλής αξίας (και ενίοτε ποιότητας), ενώ τα τελευταία δέκα χρόνια έχουν γίνει ανταγωνιστικά σε όλη την γκάμα βιομηχανικών και καταναλωτικών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας και αξίας.

Ποια είναι η συνταγή επιτυχίας της Κίνας; Φαίνεται ότι η κρατικά κατευθυνόμενη αναπτυξιακή πορεία της Κίνας έχει ορισμένες εντυπωσιακές ομοιότητες με τη βίαιη και εκμεταλλευτική φάση του πρώιμου καπιταλισμού. Το χαμηλό εργατικό κόστος, η σχεδόν ανεξάντλητη προσφορά εργασίας, και το καταπιεστικό και ελεγχόμενο εργασιακό καθεστώς έδωσαν στην Κίνα το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα. O υπόλοιπος κόσμος συνέβαλε με πολλούς τρόπους στο θαύμα της μετάλλαξης, παρέχοντας αρχικά πρώτες ύλες και ενέργεια σε αφθονία και σε χαμηλές τιμές. Σε αυτές τις θεμελιώδεις προϋποθέσεις (φθηνή εργασία και πόροι) πρέπει να προσθέσουμε τις ξένες κεφαλαιακές επενδύσεις και τη μεταφορά τεχνολογίας από τη Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ που χαρακτηρίζουν την περίοδο μετά το 1990.

Η μέση αξία των ξένων άμεσων επενδύσεων (ΞΑΕ) μεταξύ 1993 και 2013 ήταν 4% του ΑΕΠ ετησίως. Μεταξύ 2014 και 2023 κυμάνθηκε γύρω στο 2% ετησίως, ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό δεδομένης της θεαματικής αύξησης του ΑΕΠ. Οι πραγματικές ΞΑΕ μεταξύ 2010 και 2023 ήταν πάνω από 2,5 τρισ. δολ. ΗΠΑ. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Κίνα κατάφερε να σημειώσει μια μετεωρική αναπτυξιακή πορεία, αντιστρέφοντας τη σχέση της με τους «εκμεταλλευτές» της. Κατάφερε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να αποκτήσει σχετική παραγωγική αυτονομία και διαθέτει πλέον ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, το οποίο η Δύση δεν μπορεί να υπερβεί.

Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Κίνας γίνονται όλα και πιο απειλητικά την τελευταία δεκαετία στις νέες τεχνολογίες αιχμής, με ιδιαίτερη έμφαση στην πράσινη οικονομία. Κυριολεκτικά έχει κυριαρχήσει στις δυτικές αγορές σε φωτοβολταϊκά στοιχεία και ανεμογεννήτριες, ενώ πιο πρόσφατα έχει εισβάλει στην αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής μπαταριών. Οι δυτικές χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Γερμανία, αντιμάχονται επιβάλλοντας δασμούς και περιοριστικές τεχνικές προδιαγραφές, αλλά όχι με μεγάλη επιτυχία. Η Κίνα εκμεταλλεύεται εναλλακτικές λύσεις όπως η μετεγκατάσταση παραγωγής σε άλλες ασιατικές χώρες ή ακόμη και η μεταφορά παραγωγής στις χώρες που επιβάλλουν αυτούς τους περιορισμούς.

Είναι η Δύση έτοιμη να παραδοθεί στην Κίνα; Φυσικά και όχι. Τα συλλογικά πλεονεκτήματα της Δύσης υπερβαίνουν κατά πολύ τον ανταγωνισμό τιμών, κάτι που ευνοεί την Κίνα. Είναι το πνεύμα των ανοικτών κοινωνιών και οικονομιών που χαρακτηρίζεται από δημοκρατικές αρχές και λειτουργίες, ένα εκπαιδευτικό σύστημα με τεράστιες ερευνητικές δυνατότητες, η εδραίωση της μεσαίας τάξης σε επίπεδο εισοδημάτων και τρόπου ζωής, καθώς και η παροχή ευκαιριών σε όλους, ακόμη και αν δεν είναι ίσες. Η κυριαρχία του δολαρίου και η εδραίωση του ευρώ είναι εξίσου σημαντικά οχυρά αντίστασης που προστατεύουν τη δυτική κυριαρχία. Συγκριτικά να αναφέρουμε ότι το 2023 η Κίνα είχε κατά κεφαλήν εισόδημα 12.500 δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 20% του κατά κεφαλήν εισοδήματος των ΗΠΑ (η δε αναλογία σε όρους αγοραστικής δύναμης είναι 1 προς 4).

Παρ’ όλα αυτά, η άνοδος της Κίνας, η οποία ακολουθείται από την Ινδία, έχει σημαντικές επιπτώσεις και σε μικρότερες οικονομίες όπως η δική μας, που έχουν μείνει εκτός του αναπτυξιακού κύματος των τελευταίων τριάντα ετών. Διάστημα κατά το οποίο η παγκόσμια παραγωγική δομή ανασυντάχθηκε και συγχωνεύθηκε, ενσωμάτωσε ραγδαία νέες τεχνολογίες, βελτιώνοντας εκθετικά την παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητά της, και διεισδύοντας σε όλες τις αγορές ανεξαρτήτως αγοραστικής δύναμης. Οι ευκαιρίες για νέους παίκτες να εισέλθουν σε αυτές τις αγορές είναι πολύ περιορισμένες, αν όχι ανύπαρκτες. Υπό αυτή την έννοια, οι προοπτικές οικονομιών μεσαίου και μικρού μεγέθους να λειτουργήσουν ως new starters είναι ζοφερές, εκτός αν πληρούν τις προϋποθέσεις για να μιμηθούν το κινεζικό μοντέλο.

Η Τουρκία είναι μια τέτοια χώρα. Διατηρώντας μια επίφαση αστικής δημοκρατίας και λειτουργώντας με όρους ελεύθερης αγοράς κάτω από τον αυταρχικό επιτελικό ρόλο του κράτους, έχει καταστεί η «Κίνα της Ευρώπης». Εχει αποκτήσει μια ευρύτατη παραγωγική βάση τόσο στη βαριά βιομηχανία όσο και στη μεταποίηση. Αναβαθμίζει συνεχώς την ποιότητα παραγωγής διατηρώντας ανταγωνιστικές τιμές. Η συνολική αξία των ΞΑΕ στην Τουρκία μεταξύ 2010 και 2023 έφτασε τα 182 δισ. δολ. ΗΠΑ, με τo 30% να κατευθύνεται στη βαριά βιομηχανία. Η Ελλάδα από την άλλη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, προσέλκυσε μεταξύ 2013 και 2023 39,9 δισ. ευρώ, από τα οποία μόνο 6,7 δισ. (ποσοστό 16,7%) κατευθύνθηκαν στον πρωτογενή και στον δευτερογενή τομέα μαζί, ενώ τα υπόλοιπα κατευθύνθηκαν κυρίως προς τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, τα ακίνητα και τις μεταφορές.

Οι αναπτυσσόμενες οικονομίες όπως η Ελλάδα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αντιμετωπίζουν έναν διπλό εχθρό: α) τα «αδίστακτα μονοπώλια» που αισχροκερδούν και λυμαίνονται τους καταναλωτές, ιδιαίτερα σε χώρες με ανεπαρκείς ελεγκτικούς μηχανισμούς, και β) τον «αδίστακτο ανταγωνισμό» της Κίνας, που έχει διεισδύσει σε όλες πλέον τις αγορές προϊόντων, μειώνοντας δραματικά κάθε προοπτική ανάπτυξης και παραγωγής ανταγωνιστικών προϊόντων. Αυτή η πραγματικότητα οδηγεί σε χρήσιμα συμπεράσματα. Καθίσταται προφανές ότι η θεωρία της σύγκλισης, που εδράζεται στην αντίληψη ότι η χώρα πρέπει να εκβιομηχανιστεί διατηρώντας υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από τους εταίρους της και για μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να συγκλίνει με τις ανεπτυγμένες οικονομίες της Ε.Ε., δεν είναι ούτε ρεαλιστική ούτε εφικτή. Δύο προοπτικές διαφαίνονται ως πιο ρεαλιστικές και υλοποιήσιμες.

Πρώτον, ο εκσυγχρονισμός και η «εκβιομηχάνιση» πρέπει να επικεντρωθούν στο τουριστικό προϊόν, κάτι που απαιτεί δραστική βελτίωση υποδομών, υπηρεσιών, εκπαίδευσης προσωπικού, επέκταση της τουριστικής περιόδου, πάταξη της αισχροκέρδειας και ενδελεχή έλεγχο αναλογικότητας μεταξύ τιμής και προσφερόμενων υπηρεσιών. Στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα brand name με παγκόσμια εμβέλεια στην τουριστική αγορά. Δεύτερον, η σταδιακή ένταξη στο ευρωπαϊκό παραγωγικό μοντέλο, καταμερισμό παραγωγής και εργασίας. Κανένας τομέας στην Ελλάδα, πέραν του τουρισμού, δεν προσφέρεται για παραγωγική αυτονομία με διεθνείς ανταγωνιστικούς όρους. Συμπαραγωγή και συνεκμετάλλευση φαίνονται ως οι μόνες βιώσιμες επιλογές που, εν δυνάμει, μπορούν να μας εκσυγχρονίσουν παραγωγικά, διοικητικά, τεχνολογικά, και να μας απαλλάξουν από τις εργασιακές και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις του παρελθόντος. Εκσυγχρονισμένος μέσω υιοθεσίας, λοιπόν.

Με άλλα λόγια, «ό,τι παλιό να το κάνεις καλύτερα και ό,τι καινούργιο να το μιμηθείς αποτελεσματικά». Ισως εδώ να κρύβεται μια πολύτιμη και σοφή συνταγή ανάπτυξης που διδάσκει η Κίνα.

*Ο κ. Γιώργος Στούμπος διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT