Ο πόλεμος δίνει ώθηση στη ρωσική οικονομία

Ο πόλεμος δίνει ώθηση στη ρωσική οικονομία

Αυξάνεται η παραγωγή βιομηχανιών αλλά και το εισόδημα φτωχών Ρώσων

3' 45" χρόνος ανάγνωσης

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν ίσως δυσκολευτεί ιδιαιτέρως να δώσει τέλος στον πόλεμο στην Ουκρανία, καθώς έχει πολύ ισχυρά κίνητρα για να τον συνεχίζει. Είναι έτσι κι αλλιώς παράδοξο το γεγονός ότι ο πόλεμος αυτός έχει δώσει ώθηση στη ρωσική οικονομία αντί να την καταστρέψει. Προκύπτει, όμως, πως τα οφέλη του πολέμου είναι πολλά και διάφορα και αφορούν όχι μόνο τις αμυντικές βιομηχανίες, αλλά και ολόκληρα τμήματα της χώρας και στρώματα του πληθυσμού. Και τα ιδιαίτερα στοιχεία του δεν είναι μόνον η αύξηση της παραγωγής κατά 60% σε όσες βιομηχανίες σχετίζονται με τον πόλεμο ούτε μόνον η ανάπτυξη 3,6% που σημείωσε πέρυσι η ρωσική οικονομία χάρη στη δραματική αύξηση των αμυντικών δαπανών.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει επιφέρει μια ανακατανομή του εισοδήματος προς όφελος φτωχότερων περιοχών και φτωχότερων στρωμάτων της Ρωσίας. Στις φτωχές περιοχές της χώρας, από τις οποίες επιστρατεύθηκαν περισσότεροι άνδρες, οι καταθέσεις στις τράπεζες αυξήθηκαν, εν μέρει χάρη στους γενναιόδωρους μισθούς και στα μπόνους που προσφέρει το ρωσικό κράτος στους στρατευμένους, ενώ παράλληλα έχουν αυξηθεί και οι μισθοί των εργαζομένων στον πετρελαϊκό κλάδο.

Οπως προκύπτει από στοιχεία της Ρωσίας, η ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας οφείλεται στις ανάγκες του πολέμου, καθώς αυτές αυξάνουν τη ζήτηση για αμυντικό εξοπλισμό και υπηρεσίες, για επιδοτήσεις που σταθεροποιούν την οικονομία και για αποφασιστική χάραξη πολιτικής. Σε σχετική έκθεσή του που έδωσε στη δημοσιότητα στη διάρκεια του Μαΐου, το Κέντρο Ερευνών Οικονομικής Πολιτικής (CEPR) επισήμανε πως «η ρωσική οικονομία γίνεται όλο και περισσότερο στρατιωτική οικονομία», αλλά τόνισε ότι «ορισμένοι τομείς της οικονομίας όπως και ορισμένες γεωγραφικές ζώνες της Ρωσίας αναδεικνύονται νικητές αυτής της στρατιωτικής οικονομίας».

Οι ερευνητές του CEPR διαπίστωσαν ειδικότερα ότι ορισμένες από τις πιο φτωχές περιοχές της Ρωσίας ωφελούνται τώρα από την αναδιανομή του εισοδήματος. «Ο πόλεμος έχει δημιουργήσει ευκαιρίες κοινωνικής κινητικότητας που δεν υπήρχαν τις προηγούμενες δεκαετίες, στη διάρκεια των οποίων η Ρωσία ενσωματωνόταν στην παγκόσμια οικονομία», αναφέρουν σχετικά και υπογραμμίζουν πως χάρη στον πόλεμο ορισμένοι φτωχοί Ρώσοι είχαν την ευκαιρία να αναρριχηθούν στην κοινωνική κλίμακα.

Στις φτωχές περιοχές της χώρας, οι καταθέσεις στις τράπεζες αυξήθηκαν, εν μέρει χάρη στους γενναιόδωρους μισθούς που προσφέρει το ρωσικό κράτος στους στρατευμένους.

Ειδικότερα, τα νοικοκυριά στις περιοχές από τις οποίες επιστρατεύτηκαν περισσότεροι άνδρες έχουν αυξήσει τις καταθέσεις τους σαφώς περισσότερο από άλλες περιοχές της χώρας. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Τράπεζας της Φινλανδίας, στις περιοχές αυτές οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 30% το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2022 μέχρι τον Αύγουστο του περασμένου έτους, όταν στην υπόλοιπη χώρα το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 20%. Και όπως τονίζει ο οικονομολόγος Αντρέι Γιάκοβλεφ του Κέντρου Ρωσικών και Ευρασιατικών Μελετών στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, οι στρατευμένοι από τις φτωχές περιοχές που τώρα πολεμούν στην πρώτη γραμμή ίσως αντιμετωπίσουν μεγάλη δυσχέρεια όταν λήξει ο πόλεμος και επιστρέψουν στις εστίες τους, αφού εκεί δεν θα έχουν ουσιαστικές ευκαιρίες.

Οι ευκαιρίες που τους προσφέρει ο πόλεμος συνοδεύονται από κινδύνους. Σχετική έρευνα του βρετανικού υπουργείου Αμυνας, που δόθηκε προσφάτως στη δημοσιότητα, κατέληξε στην εκτίμηση ότι έχουν ήδη χάσει τη ζωή τους ή τραυματιστεί πάνω από μισό εκατομμύριο Ρώσοι στρατιώτες από την έναρξη του πολέμου έως τον Μάιο. Οι απώλειες αυτές σε συνδυασμό με τη γνωστή αιμορραγία εγκεφάλων, τη φυγή πτυχιούχων και εξειδικευμένων νέων στο εξωτερικό, έχουν δημιουργήσει σοβαρό έλλειμμα ανδρών στη Ρωσία. Το αποτέλεσμα είναι να καταβάλλει υψηλότερο μισθό ο στρατός, αλλά το ίδιο συμβαίνει και στις ρωσικές βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ο ρωσικός στρατός προσφέρει στους μόνιμους στρατιωτικούς μπόνους ύψους 195.000 ρουβλίων, ποσό αντίστοιχο περίπου των 2.200 δολ. τον μήνα, ενώ ο καθαυτό μισθός αρχίζει από 210.000 ρούβλια, ποσό αντίστοιχο των 2.500 δολ. τον μήνα. Σύμφωνα, άλλωστε, με υπολογισμούς του Bloomberg, οι εργαζόμενοι στις βιομηχανίες υδρογονανθράκων, από τους πλέον καλοπληρωμένους της χώρας, αμείβονται με περίπου 125.200 ρούβλια τον μήνα, ποσό αντίστοιχο περίπου των 1.500 δολ. Ολα αυτά έχουν, βέβαια, ένα τίμημα και όπως προδίδουν στοιχεία της ίδιας της Ρωσίας, η χώρα εγκλωβίζεται όλο και περισσότερο σε ένα πλέγμα από προβλήματα και προκλήσεις συνεπακόλουθα του πολέμου και του αντικτύπου του στην οικονομία.

Η πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιουλίνα, και οι συνεργάτες της έχουν κατορθώσει να σταθεροποιήσουν τη ρωσική οικονομία, που, ωστόσο, παρουσιάζει όλο και περισσότερες ρωγμές. Ενδεικτική ήταν η δήλωση στην οποία προέβη προ ημερών ο Χέρμαν Γκρεφ, διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης ρωσικής τράπεζας από πλευράς ενεργητικού, Sberbank, ότι η ρωσική οικονομία «έχει σαφώς υπερθερμανθεί». Την περασμένη εβδομάδα, εξάλλου, ο Ιγκόρ Σετσίν, διευθύνων σύμβουλος του ρωσικού πετρελαϊκού κολοσσού Rosneft, επισήμανε με ανησυχία πως οι επιχειρήσεις της χώρας δυσκολεύονται πολύ να διασφαλίσουν χρηματοδότηση και αιτία είναι τα υψηλά επιτόκια στα οποία κατέφυγε η κεντρική τράπεζα για να ανακόψει τον πληθωρισμό.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT