Πώς αξιολογούν οι διεθνείς οίκοι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών

Πώς αξιολογούν οι διεθνείς οίκοι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών

Η πολιτική σταθερότητα δεν κινδυνεύει, ανησυχία για μεταρρυθμιστική κόπωση

4' 4" χρόνος ανάγνωσης

Η Ελλάδα δεν αποτέλεσε εξαίρεση στην τάση ενίσχυσης της Ακροδεξιάς, η οποία καταγράφηκε σε όλη την Ευρώπη στις ευρωεκλογές της Κυριακής. Το γεγονός ότι τα κόμματα που εντάσσονται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας συγκέντρωσαν περίπου το 20% των ψήφων, με πάνω από 800.000 ψηφοφόρους από το σύνολο των περίπου 4 εκατ. που προσήλθαν στις κάλπες να επιλέγουν να τα στηρίξουν, αρχίζει και προβληματίζει τους οίκους αξιολόγησης, οι οποίοι βάζουν έπειτα από πολύ καιρό τον παράγοντα «πολιτική σταθερότητα» ξανά στο ραντάρ τους.

Αν και ακόμη δεν παρατηρείται κάποια πόλωση της Ακροδεξιάς στη χώρα μας –κάτι που αποτελεί τάση σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες– και η κυβερνητική σταθερότητα δεν κινδυνεύει, ωστόσο οι χαμηλότερες επιδόσεις της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με αυτό που αναμενόταν στις ευρωκάλπες αρχίζει και δημιουργεί σύννεφα πάνω από τις προοπτικές της Ελλάδας, όπως επισημαίνουν, με το διάστημα έως τις εθνικές εκλογές του 2027 να τίθεται «υπό παρακολούθηση».

Αποχή και δυσαρέσκεια

Προσπαθώντας οι οίκοι να εξηγήσουν το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης στην Ελλάδα, εστιάζουν στην ιστορική αποχή αλλά και στη δυσαρέσκεια που υπάρχει για συγκεκριμένες πολιτικές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. «Η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων πρέπει να “διαβαστεί” λαμβάνοντας υπόψη και τη μεγάλη αποχή, τον νόμο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και το γεγονός ότι το ακροδεξιό κόμμα των Σπαρτιατών (που είχε μπει στη Βουλή στις εκλογές του Ιουνίου του 2023) δεν συμμετείχε σε αυτές τις εκλογές», όπως σημειώνει στην «Κ» ο Κάρλο Καπουάνο, ο νέος επικεφαλής αναλυτής για την Ελλάδα του οίκου αξιολόγησης DBRS.

Οι χαμηλότερες επιδόσεις της Ν.Δ. σε σχέση με αυτό που αναμενόταν δημιουργούν σύννεφα πάνω από τις προοπτικές της Ελλάδας.

Κατά τους οίκους, αν και οι ευρωεκλογές είναι κάτι διαφορετικό από τις εθνικές, ωστόσο καταγράφουν μία τάση η οποία δεν μπορεί να αγνοηθεί. «Οι ευρωπαϊκές εκλογές συχνά διαφέρουν από τις εθνικές λόγω της συνήθως χαμηλότερης συμμετοχής και της εστίασης των ψηφοφόρων σε άλλα ζητήματα που αφορούν την παγκοσμιοποίηση – όπως η μετανάστευση. Σε αυτό το πλαίσιο, η άνοδος των ακροδεξιών κομμάτων στην Ελλάδα στις ευρωεκλογές δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα συμβεί το ίδιο και στις εθνικές εκλογές», όπως σχολιάζει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, επικεφαλής αναλυτής της Scope Ratings. «Ωστόσο, έχουμε κάποιο βαθμό ανησυχίας σχετικά με την πολιτική τροχιά της Ελλάδας –συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης πτώσης της υποστήριξης προς το κυβερνών κόμμα– που θα μπορούσε να γίνει πιο σημαντικό ζήτημα μέχρι τις γενικές εκλογές του 2027 εάν αυτές οι τάσεις ενισχυθούν».

Οι μεταρρυθμίσεις

Ο Σεν επισημαίνει ότι στους κυριότερους λόγους που οδήγησαν τη Scope Ratings να δώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα ήταν η πορεία πολιτικής και μεταρρυθμίσεων που ακολουθεί η κυβέρνηση, με την Ελλάδα να έχει αφήσει πίσω της τις μέρες του 2015. Συνεπώς οτιδήποτε μπορεί να απειλήσει να αλλάξει τη θετική πορεία, βρίσκεται στο ραντάρ της. «Ενας από τους βασικούς κινδύνους που έχουμε επισημάνει στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας (BBB-) είναι η απειλή οποιασδήποτε απότομης στροφής στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής έπειτα από μελλοντικές εκλογές, όπως η στροφή του 2015 σε ένα ακραίο σενάριο, ανοίγοντας εκ νέου παλιές διαφωνίες σχετικά με τη σχέση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση ή/και επαναδημιουργώντας ένα βαθμό δημοσιονομικού και οικονομικού λαϊκισμού».

Ωστόσο, κατά τον Σεν, είναι σημαντικό πως δεν καταγράφεται (ακόμα) κάποια πόλωση στα άκρα, ενώ υπογραμμίζει τις χαμηλές επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ. «Ενας μετριαστικός παράγοντας από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών σχετικά με τον κίνδυνο αυτό που επισήμανε είναι η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ και η έλλειψη ενότητας, προς το παρόν, μεταξύ ακροαριστερών και ακροδεξιών ομάδων», όπως σημειώνει. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχει ανησυχία: «Αν και οι φετινές ευρωεκλογές είναι απίθανο να επηρεάσουν πολύ τη χάραξη εσωτερικής πολιτικής βραχυπρόθεσμα, το εκλογικό αποτέλεσμα κάνει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας ελαφρώς πιο συννεφιασμένες», τονίζει χαρακτηριστικά.

Κατά την DBRS το αποτέλεσμα των εκλογών αναμένεται να αλλάξει το σκεπτικό της κυβέρνησης σε κάποια θέματα και να επηρεάσει ελαφρώς τα δημοσιονομικά. «Παρά τις χαμηλότερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές της Ε.Ε., δεν αναμένεται ριζική αλλαγή στην πολιτική ατζέντα της κυβέρνησης, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει μεγαλύτερη εστίαση στη μετανάστευση και στα μέτρα αντιστάθμισης του πληθωρισμού. Το τελευταίο μπορεί να έχει κάποιο αντίκτυπο στους δημοσιονομικούς λογαριασμούς», όπως τονίζει ο κ. Καπουάνο. Οπως ωστόσο επισημαίνει, η κυβερνητική σταθερότητα δεν κινδυνεύει καθώς δεν υπάρχει ισχυρό κίνητρο για τον Ελληνα πρωθυπουργό να επιλέξει πρόωρες εκλογές αλλά επέλεξε τον δρόμο του ανασχηματισμού.

Οι αλλαγές

Σχολιάζοντας πάντως τον ανασχηματισμό, ο Βολφάνγκο Πικολί, συμπρόεδρος της εταιρείας συμβούλων Teneo, επισημαίνει πως οι αλλαγές που έγιναν με την τοποθέτηση στις κορυφαίες θέσεις πέντε υπουργείων προσώπων που υπήρξαν στο παρελθόν υπουργοί ή υφυπουργοί, αντικατοπτρίζουν την προφανή απροθυμία του πρωθυπουργού να λάβει οποιοδήποτε ρίσκο. «Ανήσυχος από την απροσδόκητα κακή εκλογική απόδοση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε έναν ανασχηματισμό που είναι απίθανο να δώσει νέα ενέργεια και αξιοπιστία στο υπουργικό συμβούλιο», όπως σημειώνει, ενώ προσθέτει χαρακτηριστικά ότι «κανένας ανασχηματισμός υπουργικού συμβουλίου δεν κατάφερε να σταματήσει την “αιμορραγία” ψηφοφόρων οποιασδήποτε κυβέρνησης δεύτερης θητείας από τότε που αποκαταστάθηκε η δημοκρατία στη χώρα το 1974».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT