Ατμομηχανή της ελληνικής μεταποίησης τα τρόφιμα – ποτά

Ατμομηχανή της ελληνικής μεταποίησης τα τρόφιμα – ποτά

Παράγουν σχεδόν το 25% του τζίρου του εγχώριου μεταποιητικού κλάδου

Εχοντας επιδείξει ισχυρή ανθεκτικότητα ακόμη και σε περιόδους βαθιάς οικονομικής κρίσης, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών εξακολουθεί να αποτελεί τον μεγαλύτερο κλάδο της εγχώριας μεταποίησης, γεγονός που δεν αποτυπώνεται μόνο στον αριθμό των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, αλλά και στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία των συγκεκριμένων βιομηχανιών στο σύνολο της ελληνικής μεταποίησης. Την ίδια στιγμή, μολονότι οι δαπάνες των ελληνικών επιχειρήσεων σε έρευνα και ανάπτυξη –κλάδος «κλειδί» για την ενίσχυση της καινοτομίας– υπολείπονται σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οι βιομηχανίες τροφίμων και ποτών πρωτοστατούν σε επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα.

Τα παραπάνω ευρήματα αποτυπώνει μελέτη που εκπόνησε το ΙΟΒΕ για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων, σύμφωνα με την οποία η εγχώρια βιομηχανία τροφίμων – ποτών καλύπτει το 28,1% του συνόλου των επιχειρήσεων της ελληνικής μεταποίησης (56.604 επιχειρήσεις), γεγονός που την κατατάσσει πρώτη ανάμεσα στους κλάδους της μεταποίησης, με τα μεταλλικά προϊόντα (13,9%) και την επισκευή μηχανημάτων και εξοπλισμού (8,2%) να ακολουθούν. Να σημειωθεί πως στη μελέτη χρησιμοποιούνται τα διαθέσιμα στοιχεία του 2021. Ενδεικτική της δυναμικής του κλάδου είναι και η αξία παραγωγής, η οποία αντιστοιχεί στο 24,4% του συνόλου της αξίας παραγωγής της μεταποίησης (61,8 δισ. ευρώ). Ακολουθούν ο κλάδος των βασικών μετάλλων (8%), τα μεταλλικά προϊόντα (5,1%), τα χημικά προϊόντα (4,5%) καθώς και ο κλάδος του φαρμάκου (3,9%), στον οποίο ήδη υλοποιούνται επενδύσεις τόσο σε επίπεδο έρευνας και ανάπτυξης όσο και σε επίπεδο παραγωγής φαρμάκων. Παράλληλα, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων – ποτών ανέρχεται στο 26,7%, ενώ το μερίδιο του κύκλου εργασιών των βιομηχανιών αγγίζει το 24,8% του συνόλου της ελληνικής μεταποίησης.

Την ίδια στιγμή, αποτελεί και τον μεγαλύτερο εργοδότη της εγχώριας μεταποίησης, αφού σε αυτήν το 2023 απασχολούνταν το 40% του συνόλου των εργαζομένων. Το μερίδιο της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών στο σύνολο των απασχολουμένων της μεταποίησης έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, εάν ληφθεί υπόψη πως το 2012 το ποσοστό αυτό διαμορφωνόταν στο 30% (103.000 εργαζόμενοι), φτάνοντας το 40% το 2023. Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2023 οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία τροφίμων – ποτών αυξήθηκαν κατά 4,3% ξεπερνώντας τους 163.000, έναντι μικρότερης αύξησης στο σύνολο της μεταποίησης της τάξεως του 1%. Ως προς το μορφωτικό τους επίπεδο, σχεδόν 4 στους 10 είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου ή ΤΕΙ και έχουν μεταπτυχιακές σπουδές, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί και το σύνολο των εργαζομένων που διαθέτουν μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης. Το ποσοστό τους, από 1% το 2014, ανέβηκε σε 16% το 2022.

Ο κλάδος τροφίμων – ποτών αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη της εγχώριας μεταποίησης, καθώς απασχολεί το 40% του συνόλου των εργαζομένων.

Πάντως, από τη μελέτη του ΙΟΒΕ προκύπτει πως και στην υπόλοιπη Ευρώπη (27 κράτη-μέλη), σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, αξίας παραγωγής, κύκλου εργασιών και αριθμού εργαζομένων, τα τρόφιμα και τα ποτά κατατάσσονται πρώτα στους ευρωπαϊκούς κλάδους της μεταποίησης. Σε σύγκριση και με τα οικονομικά μεγέθη της υπόλοιπης Ευρώπης των 27 κρατών-μελών, η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών δείχνει να έχει μεγαλύτερη συμβολή στον τομέα της μεταποίησης σε όλες τις κατηγορίες οικονομικών μεγεθών, κάτι που αντανακλά αφενός τη δυναμική του κλάδου, αφετέρου την υστέρηση άλλων κλάδων της εγχώριας βιομηχανίας. Με βάση στοιχεία της μελέτης του 2021, το υψηλότερο μερίδιο ως προς τον αριθμό των επιχειρήσεων τόσο στα τρόφιμα όσο και στα ποτά έχουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, δηλαδή εκείνες στις οποίες ο αριθμός των εργαζομένων δεν ξεπερνά τα 9 άτομα. Ωστόσο, το υψηλότερο μερίδιο ως προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του κλάδου καταγράφουν, όπως είναι αναμενόμενο, οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, εκείνες στις οποίες ο αριθμός των απασχολουμένων ξεπερνά τα 250 άτομα.

Ως προς τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης, η ελληνική βιομηχανία τροφίμων και ποτών αναδεικνύεται σε έναν από τους μεγαλύτερους επενδυτές στον συγκεκριμένο τομέα, με την ετήσια επένδυση των βιομηχανιών να αντιπροσωπεύει το 10,9% της συνολικής δαπάνης για έρευνα και ανάπτυξη της εγχώριας μεταποίησης στην Ελλάδα. Ακολουθούν η Πορτογαλία (9,8%), η Λετονία (6,4%), η Ισπανία (6,3%), ενώ στην τελευταία θέση βρίσκεται η Σουηδία (0,5%). Σε απόλυτους αριθμούς, η εγχώρια βιομηχανία τροφίμων – ποτών – καπνού δαπάνησε 46,3 εκατ. ευρώ το 2021, από 35,1 εκατ. ευρώ το 2020. Παράλληλα, όπως αναφέρει η ετήσια μελέτη που πραγματοποίησε το ΙΟΒΕ, στη βιομηχανία τροφίμων – ποτών – καπνού το ποσοστό των καινοτόμων επιχειρήσεων ανήλθε κατά μέσον όρο στο 76,2% την περίοδο 2018-2020, γεγονός που κατατάσσει τη χώρα μας στην 4η θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.-27, όπου ο μέσος όρος είναι 48,6%. Προηγούνται η Δανία (82,7%), η Εσθονία (81,6%) και η Φινλανδία (78,6%).

Στο μέτωπο των εξαγωγών, ο κλάδος των τροφίμων και των ποτών σημείωσε σημαντική άνοδο 12,6% το 2023 σε σύγκριση με το 2022, ξεπερνώντας σε αξία τα 6,8 δισ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, όμως, αύξηση κατέγραψαν και οι εισαγωγές φτάνοντας πέρυσι τα 7,9 δισ. ευρώ. Η εικόνα αυτή –ήτοι η σημαντική άνοδος των εξαγωγών και όχι η μείωση των εισαγωγών– συνέβαλε και στην υποχώρηση του εμπορικού ελλείμματος κατά 34%, στο 1,12 δισ. ευρώ το 2023, από 1,7 δισ. ευρώ που είχε φτάσει το 2022. Πάντως οι εξαγωγές των εγχώριων μεταποιημένων τροφίμων και ποτών σημειώνουν εδώ και μία δεκαετία σημαντική άνοδο. Ενδεικτικά, το 2013 η αξία τους ανερχόταν στα 3,04 δισ. ευρώ, με τις αντίστοιχες εισαγωγές ωστόσο να κινούνται σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα (4,8 δισ.).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT