Ακίνητα: Ανεβαίνουν στην Ελλάδα, υποχωρούν στην Ευρωζώνη

Ακίνητα: Ανεβαίνουν στην Ελλάδα, υποχωρούν στην Ευρωζώνη

Για ποιους λόγους οι τιμές κατοικιών ακολουθούν αντίθετη πορεία - «Ταβάνι» η αγορά σπιτιού έως 75 τ.μ. για την πλειονότητα των Ελλήνων

Την τρίτη μεγαλύτερη αύξηση στην Ε.Ε. κατέγραψαν οι τιμές πώλησης κατοικιών στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του φετινού πρώτου τριμήνου. Συγκεκριμένα, η άνοδος άγγιξε το 10,4%, πίσω μόνο από την Πολωνία και τη Βουλγαρία, όπου οι τιμές σημείωσαν ετήσια αύξηση κατά 18% και 16% αντίστοιχα. Από τις άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης, τη μεγαλύτερη άνοδο σημείωσαν οι τιμές των κατοικιών στην Πορτογαλία με 7%, ενώ ακολούθησε η αγορά της Ισπανίας, όπου οι τιμές ενισχύθηκαν κατά 6,4%.

Ωστόσο, συνολικά στην Ευρώπη η εικόνα είναι σχετικά σταθερή, καθώς στη μεν Ε.Ε. καταγράφηκε μικρή αύξηση κατά 1,3%, στη δε Ευρωζώνη οι τιμές υποχώρησαν κατά 0,4%. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, μείωση τιμών πώλησης κατοικιών σημειώθηκε σε επτά χώρες, ενώ σε 19 κατεγράφησαν αυξήσεις. Οι μεγαλύτερες μειώσεις παρατηρούνται στο Λουξεμβούργο με 10,9%, στη Γερμανία με 5,7% και τη Γαλλία με 4,8%. Πτωτικά κινήθηκαν επίσης οι αγορές της Φινλανδίας (-4,3%), της Αυστρίας (-2,2%) και της Σουηδίας (-1,6%).

Σε πρόσφατη ανάλυσή της η Alpha Bank αναφέρει ότι ο δείκτης τιμών πώλησης κατοικιών στην Ελλάδα, όπως αυτός δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), έχει σημειώσει συνολική αύξηση κατά 66% από το τρίτο τρίμηνο του 2017, που ήταν το χαμηλότερο σημείο της αγοράς, μέχρι και το φετινό πρώτο τρίμηνο. Μόνο κατά το 2023 η μέση πανελλαδική αύξηση άγγιξε το 13,8%, προτού υποχωρήσει ελαφρώς σε 10,4% τους πρώτους τρεις μήνες του έτους.

Αντιθέτως, στην υπόλοιπη Ευρωζώνη οι τιμές πώλησης κατοικιών κινούνται ελαφρώς πτωτικά τον τελευταίο χρόνο. Η αντιδιαστολή αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι η ελληνική αγορά βρίσκεται σε εντελώς διαφορετικό σημείο του κύκλου των τιμών, καθώς ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη οι τιμές αυξάνονταν, στην Ελλάδα υποχωρούσαν – και αντίστροφα. Μάλιστα, ακόμα και σήμερα οι τιμές των ακινήτων στη χώρα μας δεν έχουν ανακάμψει πλήρως σε σύγκριση με τα επίπεδα που είχαν καταγραφεί πριν από την οικονομική κρίση. Συγκεκριμένα, οι τιμές των κατοικιών παραμένουν 4% κάτω από το ανώτατο σημείο που είχε καταγραφεί το τρίτο τρίμηνο του 2008. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η περιοχή της Αττικής. Στο λεκανοπέδιο, μετά και την ετήσια αύξηση κατά 9,4% που σημειώθηκε κατά το φετινό πρώτο τρίμηνο, οι τιμές των κατοικιών έχουν καταγράψει συνολική αύξηση 85% σε σχέση με τις αρχές του 2017, όταν ξεκίνησε η πορεία ανάκαμψης της κτηματαγοράς. Ετσι, πλέον βρίσκονται σε επίπεδο κατά 2,4% υψηλότερο από το 2008, όταν είχε καταγραφεί το προηγούμενο ιστορικό υψηλό της αγοράς κατοικίας.

Αυτό είναι εμφανές και με βάση τη σύγκριση των τιμών στο σύνολο της Ευρώπης, που πραγματοποιεί η Eurostat για την περίοδο από το 2010 έως και το φετινό πρώτο τρίμηνο. Συγκεκριμένα, στο σύνολο της Ε.Ε. η μέση αύξηση αγγίζει το 49%, ενώ τα ενοίκια καταγράφουν αύξηση κατά 24%. Τις μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφουν οι χώρες της Βαλτικής, αλλά και της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης. Στην Εσθονία η αύξηση κατά το διάστημα αυτό ανήλθε σε 223%, στην Ουγγαρία οι τιμές αυξήθηκαν κατά 207%, στη Λιθουανία κατά 170% και στη Λετονία κατά 140%. Μεγάλες αυξήσεις σημειώθηκαν επίσης σε Τσεχία (125%), Αυστρία (108%) και Λουξεμβούργο (101%). Πτωτικά κινήθηκαν οι τιμές στην Ιταλία (-8%) και την Κύπρο (-1,2%).

Σύμφωνα με την Alpha Bank, ένας ακόμη λόγος για τον οποίο οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα αυξάνονται πλέον με ταχύτερο ρυθμό έναντι της υπόλοιπης Ε.Ε. είναι ασφαλώς η οικονομική ανάπτυξη της χώρας, που ιδίως την τελευταία τριετία ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τάση που συνεχίζεται και φέτος. Συγκεκριμένα, το πρώτο φετινό τρίμηνο το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση στην Ελλάδα, έναντι 0,5% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.-27.

Σημαντικό ρόλο στην ταχύτερη άνοδο των τιμών των κατοικιών στην Ελλάδα έναντι της υπόλοιπης Ευρώπης έχουν διαδραματίσει επίσης οι επιδόσεις του τουρισμού και η ανάπτυξη της οικονομίας διαμοιρασμού. Oι διανυκτερεύσεις έχουν αυξηθεί από 20,3 εκατ. ευρώ που ήταν το 2018, σε 36,4 εκατ. το 2023. Αντίστοιχα, οι ξένες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων ανήλθαν σε 2 δισ. το 2022 όσο το 2023, έναντι 400 εκατ. ευρώ που ήταν ο ετήσιος μέσος όρος της προηγούμενης δεκαετίας.

«Ταβάνι» η αγορά σπιτιού έως 75 τ.μ. για την πλειονότητα των Ελλήνων

Στροφή σε ακίνητα μικρότερου εμβαδού κάνουν οι Ελληνες αγοραστές, στοχεύοντας κυρίως σε επενδυτικές ευκαιρίες που μπορούν να εξασφαλίσουν μελλοντικές υπεραξίες, ενώ τα μεγαλύτερα ακίνητα επιλέγονται κυρίως για ιδιοκατοίκηση. Οι αγοραστές προτιμούν επίσης μικρότερα ακίνητα, επειδή είναι πιο προσιτά στην τιμή και έχουν λιγότερα έξοδα συντήρησης σε σύγκριση με τα μεγαλύτερα, ενώ στην περίπτωση που επιλέξουν να τα εκμισθώσουν οι αποδόσεις είναι σημαντικές.

Συγκριτικά με πέρυσι, αύξηση του ποσοστού των πωλήσεων ακινήτων εμβαδού έως 50 τ.μ., αλλά και εκείνων που είναι από 51 τ.μ. έως 75 τ.μ. καταγράφεται στην πανελλαδική έρευνα της RE/MAX Ελλάς, του μεγαλύτερου κτηματομεσιτικού δικτύου της χώρας, ενώ το ποσοστό ακινήτων με εμβαδό άνω των 76 τ.μ. παρουσιάζεται ελαφρώς μειωμένο. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της RE/MAX Eλλάς, που διαθέτει 85 γραφεία και περισσότερους από 1.100 συμβούλους ακινήτων σε ολόκληρη την επικράτεια, το 50% των αγοραστών σε όλη τη χώρα προτιμά ακίνητα εμβαδού έως 75 τετραγωνικών μέτρων.

Στην Αττική, το 25% των αγοραστών επέλεξε ακίνητο επιφανείας από 75 τ.μ. έως 100 τ.μ.

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις πανελλαδικές αγοραπωλησίες μέσω της RE/MAX, ένας στους τέσσερις αγοραστές (24,9% επί του συνόλου) επέλεξε ακίνητα εμβαδού από 51-75 τ.μ., ενώ το 24,7% επέλεξε μικρότερου εμβαδού έως 50 τ.μ. Σε σχετικά υψηλά επίπεδα παραμένουν οι αγορές μεγαλύτερων ακινήτων, καθώς ακίνητα εμβαδού από 76 τ.μ. έως 100 τ.μ. αγόρασαν οι 23 από τους 100 ενδιαφερομένους και περίπου ένας στους πέντε αγόρασε ακόμη μεγαλύτερου εμβαδού ακίνητα από 101 έως 150 τετραγωνικά μέτρα. Ακίνητα με εμβαδόν από 151 τετραγωνικά μέτρα και πάνω επιλέχθηκαν από το 8,8% του συνόλου των αγοραστών, παρά το γεγονός ότι τα συγκεκριμένα ακίνητα προσφέρουν μεγαλύτερη άνεση και ευρυχωρία.

Ανάλογη είναι η εικόνα που προκύπτει και στην περιοχή της Αττικής. Συγκεκριμένα, το 27,7% των αγοραστών προτίμησε ακίνητα εμβαδού από 51 έως 75 τ.μ., γεγονός που τα καθιστά τα πιο δημοφιλή στο σύνολο του νομού. Επίσης, ένας στους τέσσερις αγοραστές προτίμησε ακίνητα εμβαδού από 76 έως 100 τ.μ., τα οποία εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλή ζήτηση. Ακολουθούν σε αγοραστική δημοφιλία με ποσοστό 18,7% τα μικρότερα έως 50 τετραγωνικά μέτρα ακίνητα και πολύ κοντά βρίσκονται τα ακίνητα εμβαδού από 101 έως 150 τ.μ. Οσον αφορά τις πολύ μεγάλες κατοικίες (άνω των 151 τ.μ.), τις επέλεξαν μόλις 10 στους 100 αγοραστές.

Στη Θεσσαλονίκη παρατηρήθηκε αντίστοιχη εικόνα με αυτήν της Αττικής, με τους περισσότερους αγοραστές να επιλέγουν ακίνητα από 51 έως 75 τ.μ. Ακίνητα εμβαδού από 76 τ.μ. έως 100 τ.μ. επιλέχθηκαν σε μεγαλύτερο ποσοστό απ’ ό,τι εκείνα που είναι έως 50 τ.μ. και συγκεκριμένα κατά 29% και 15,3% αντίστοιχα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT