Αρθρο Γιώργου Στούμπου στην «Κ»: Υπερτουρισμός – το πολύ καλό μπορεί να είναι και επιβλαβές

Αρθρο Γιώργου Στούμπου στην «Κ»: Υπερτουρισμός – το πολύ καλό μπορεί να είναι και επιβλαβές

Ο τουρισμός εδώ και αρκετές δεκαετίες αποτελεί πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. Ως κλάδος έχει έντονες διακυμάνσεις, που οφείλονται σε μια σειρά παραγόντων άσχετων μεταξύ τους, όπως: παγκόσμια ύφεση, έντονες πληθωριστικές ανατιμήσεις, ενεργειακή κρίση, κόστος μεταφορών, τοπικές συρράξεις ή εντάσεις με γειτονικές χώρες, πανδημίες – λιγότερο ή περισσότερο ελεγχόμενες.

5' 22" χρόνος ανάγνωσης

Ο τουρισμός εδώ και αρκετές δεκαετίες αποτελεί πυλώνα της ελληνικής οικονομίας. Ως κλάδος έχει έντονες διακυμάνσεις, που οφείλονται σε μια σειρά παραγόντων άσχετων μεταξύ τους, όπως: παγκόσμια ύφεση, έντονες πληθωριστικές ανατιμήσεις, ενεργειακή κρίση, κόστος μεταφορών, τοπικές συρράξεις ή εντάσεις με γειτονικές χώρες, πανδημίες – λιγότερο ή περισσότερο ελεγχόμενες. Η υπέρβαση της ελληνικής κρίσης και το πέρασμα σε περίοδο οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας ανέδειξαν και πάλι την Ελλάδα σε πρωτεύοντα τουριστικό προορισμό. Συνοπτικά, με βάση στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος και το ΙΝΣΕΤΕ (Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων), οι τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις (συμπεριλαμβανομένης της κρουαζιέρας) το 2023 ανήλθαν σε 36,1 εκατ. επισκέπτες και 20,7 δισ. ευρώ αντίστοιχα, καταγράφοντας αύξηση κατά 20,8% και 17% συγκριτικά με το 2022. Οι γενικότερες επιδράσεις στην ελληνική οικονομία είναι καθοριστικές. Η τουριστική βιομηχανία συνεισφέρει 13% στο ετήσιο ΑΕΠ και απασχολεί πάνω από 450.000 εργαζομένους. Το 2023 οι επενδύσεις στον κλάδο ανήλθαν σε 2,8 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας το 1,2% του ΑΕΠ. Οι εισπράξεις από τον εισερχόμενο τουρισμό καλύπτουν πάνω από το 70% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών. Οι προβλέψεις για το 2024 είναι ευοίωνες, με προβλεπόμενη αύξηση αφίξεων άνω του 10%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα άλλα μεγέθη.

Στον αντίποδα, είναι δυσοίωνες οι προοπτικές για άλλους τομείς της οικονομίας, ιδίως στον βιομηχανικό τομέα, με δεδομένη τη σταδιακή αποβιομηχάνιση της χώρας. Την τελευταία πενταετία μια σειρά από μονάδες πανελλαδικά έχουν κλείσει, με πιο εμβληματικές τις περιπτώσεις των εργοστασίων Sonoco (Κιλκίς), Frigoglass (Αχαΐα), ΔΕΛΤΑ (Ημαθία), Schneider Electric (Οινόφυτα), BSH Pitsos (Ρέντη), Tupperware (Θήβα), RecKitt Benckiser (Βασιλικό Χαλκίδας), ΓΙΟΥΛΑ (Αιγάλεω), Crown Hellas Can (Πάτρα). Οι αιτίες είναι πολλές, όπως κόστος ενέργειας, κόστος παραγωγής, πρόσβαση σε αγορές, αναδιάρθρωση εταιρικού δικτύου πολυεθνικών κ.λπ. Η πραγματικότητα είναι μία: η Ελλάδα δεν μπορεί να δημιουργήσει βιομηχανικά προϊόντα, ακόμη και χαμηλής αξίας, σε ανταγωνιστικές τιμές. Επίσης, ο κτηνοτροφικός κλάδος παραμένει ο ασθενής του ελληνικού αγροτικού – πρωτογενούς τομέα, καταγράφοντας ετήσια ελλείμματα ύψους άνω των 2 δισ. ευρώ, εάν συμπεριληφθεί και το έλλειμμα από το εμπόριο ζωοτροφών. Στον τομέα των αγροδιατροφικών προϊόντων, τα δύο τελευταία χρόνια οι εξαγωγές ανέρχονται σε 10 δισ. ευρώ ετησίως, αλλά αντισταθμίζονται από ισόποσες εισαγωγές.

Με αυτά τα δεδομένα, γεννάται ένα ερώτημα: μπορεί η Ελλάδα να δημιουργήσει ένα τουριστικό προϊόν ανταγωνιστικό και βιώσιμο, κάτι που δεν έχει καταφέρει σε άλλους τομείς; Οι πρώτες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Τα τελευταία χρόνια καταγράφεται σταθερή διάβρωση της σχέσης τιμής προς αξία (value for money) του τουριστικού προϊόντος, καθώς προσφέρεται μια τουριστική εμπειρία σε διαρκώς αυξανόμενη τιμή, χωρίς ανάλογη βελτίωση της ποιότητας. Οι πέντε γεωγραφικές περιοχές που προσελκύουν το 90% των τουριστών –Αττική (19%), Ν. Αιγαίο (27%), Κρήτη (26%), Ιόνια νησιά (10%) και Χαλκιδική (8%)– καταγράφουν αύξηση τόσο στο κόστος διαμονής όσο και στο κόστος διατροφής, η οποία και στις δύο περιπτώσεις υπερβαίνει το 35% συγκριτικά με το 2021. Αυτό οφείλεται στην ανισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς και όχι στην ανάλογη βελτίωση της ποιότητας των προσφερομένων υπηρεσιών. Στην πλευρά της προσφοράς και της παροχής υπηρεσιών, το τουριστικό οικοσύστημα δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί επαρκώς στις νέες απαιτήσεις, όπως υποδηλώνουν η έλλειψη δημοσίων υποδομών και υγειονομικών υπηρεσιών, η έλλειψη επαγγελματισμού, οι διακοπές της παροχής νερού και ηλεκτρικού και η απουσία προγραμμάτων ανακύκλωσης. Η απόσταση μεταξύ ζητούμενης τιμής και προσφερόμενης αξίας έχει τα όριά της και, αν αυτά ξεπεραστούν, θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Σύμφωνα με προβλέψεις, η τουριστική κίνηση στη Μύκονο και τη Σαντορίνη θα είναι κατά 9% μειωμένη το 2024. Οι ναυαρχίδες του τουρισμού μας πλήττονται πρώτες.

Ταυτόχρονα, παρατηρείται και μια άλλη εσωτερική διάβρωση, μεγαλύτερης σημασίας και έκτασης. Πρώτον, υπάρχει μια τεράστια ανισορροπία στη διανομή του τουριστικού πλούτου. Ευεργετημένοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, λόγω της υψηλής κερδοφορίας και της εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Βάναυσα πληττόμενη η δημόσια διοίκηση, η οποία με ελλιπή έσοδα –δυσανάλογα προς τον παραγόμενο πλούτο‒ καλείται να αντιμετωπίσει τα υψηλά κόστη αυτών που ονομάζονται στα οικονομικά «εξωτερικότητες» (externalities), δηλαδή τις φθορές σε υποδομές και περιβάλλον, τη διαχείριση των υδάτινων πόρων και της ηλεκτροδότησης, την επιδότηση της εποχικής εργασίας και της ανεργίας. Ακόμη μεγαλύτερες προκλήσεις αφορούν τη στεγαστική κρίση. Το 2023, 212.000 κατοικίες και διαμερίσματα έχουν δηλωθεί από τους ιδιοκτήτες τους για χρήση Airbnb, κάτι που μερικώς τουλάχιστον οδήγησε στην υπέρμετρη αύξηση των ενοικίων και των τιμών των ακινήτων.

Η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να πατάξει την αισχροκέρδεια, απλά μπορεί να την τιμωρήσει. Αυτό γίνεται με τη σταδιακή αλλαγή προτιμήσεων των πελατών σε εναλλακτικούς προορισμούς.

Εξετάζοντας όλα αυτά τα στοιχεία με μια πιο ολιστική ματιά, εύκολα φτάνουμε στα παρακάτω συμπεράσματα: α) τα τελευταία χρόνια έχουμε υιοθετήσει μια εσφαλμένη τιμολόγηση (mispricing) του τουριστικού προϊόντος, αγνοώντας το μέγεθος του ρίσκου που ενέχει μια τέτοια πρακτική, β) η τιμολόγηση αυτή έγινε με βάση συγκυριακά δεδομένα (αύξηση της τουριστικής ζήτησης) και όχι λόγω βελτίωσης του τουριστικού προϊόντος, γ) οι συνεχείς ανατιμήσεις έχουν αγγίξει τα επίπεδα ανταγωνιστικών τουριστικών αγορών με καλύτερη προσφορά υπηρεσιών και μεγαλύτερο εύρος τουριστικής εμπειρίας, με εξαίρεση ίσως τον ήλιο και τη θάλασσα (π.χ. Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Σλοβενία, Κροατία). Αν η ανατίμηση του τουριστικού προϊόντος στη χώρα μας συνεχιστεί, είναι απόλυτα προβλέψιμο ότι η σχέση value for money θα ευνοήσει τους ανταγωνιστές μας, ενώ σε μας θα αφήσει μια υπερτιμημένη αγορά υπηρεσιών, αλλά και ακινήτων. Δεν είναι λίγοι οι αναλυτές που ήδη αποδίδουν στις επικρατούσες συνθήκες χαρακτηριστικά «φούσκας».

Τέλος, αξίζει να επισημάνουμε ότι το φαινόμενο του υπερτουρισμού έχει απασχολήσει και άλλες χώρες και πόλεις. Υπάρχει όμως μια ειδοποιός διαφορά. Η Βαρκελώνη, η Βενετία, το Αμστερνταμ, η Μαγιόρκα, έχουν πάρει μέτρα ώστε να περιορίσουν τον αριθμό των επισκεπτών για λόγους αποφυγής συνωστισμού και προστασίας των μνημείων. Κύρια μέτρα προστασίας είναι η επιβολή φόρου ημερήσιας διαμονής, η απαγόρευση ελλιμενισμού κρουαζιερόπλοιων με πρόσβαση στο κέντρο της πόλης και περιορισμοί στην επισκεψιμότητα ιστορικών μνημείων. Τέτοιου είδους μέτρα έχει πάρει και η Ελλάδα, π.χ. για τον περιορισμό του ελλιμενισμού κρουαζιερόπλοιων στη Σαντορίνη και του ημερήσιου αριθμού επισκεπτών στην Ακρόπολη, καθώς και επιβολή φόρου διανυκτέρευσης. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι διαφορετικό. Ο υπερτουρισμός έχει εκτοξεύσει τις τιμές του τουριστικού προϊόντος, απωθώντας σε πρώτη φάση τον Ελληνα και σε δεύτερη, πολύ πιθανόν, τον αλλοδαπό τουρίστα. Η αγορά από μόνη της δεν μπορεί να πατάξει την αισχροκέρδεια, απλά μπορεί να την τιμωρήσει. Αυτό γίνεται με τη σταδιακή αλλαγή προτιμήσεων των πελατών υπέρ εναλλακτικών τουριστικών προορισμών. Τα κοινωνικά δίκτυα, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση του ελληνικού τουρισμού, είναι τα ίδια που δυνητικά μπορούν να τον αποδομήσουν.

Ο Γουόρεν Μπάφετ έχει πει: «Τιμή είναι αυτό που πληρώνεις, αξία είναι αυτό που παίρνεις». Θα κατανοήσουμε κάποτε τη σχέση τιμής και αξίας στη χώρα μας;

*Ο κ. Γιώργος Στούμπος διετέλεσε καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT