Χρονόμετρο αντίστροφης μέτρησης μέχρι την λήξη της καταληκτικής προθεσμίας της ελληνικής «χρυσής βίζας» και την αλλαγή των κατώτατων ορίων επένδυσης έχει δημιουργήσει στην ιστοσελίδα της μία από τις μεγαλύτερες διεθνείς συμβουλευτικές εταιρείες για ζητήματα έκδοσης άδειας διαμονής και απόκτησης ιθαγένειας.
Από πέρυσι τον Αύγουστο το ελάχιστο όριο επένδυσης για την απόκτηση «χρυσής βίζας» διπλασιάστηκε σε 500.000 ευρώ, στο κέντρο της Αθήνας, στα βόρεια και στα νότια προάστια, στον Δήμο Θεσσαλονίκης, στη Μύκονο και στη Σαντορίνη.
Τι αλλάζει σε λιγότερο από τέσσερις ημέρες
Στις υπόλοιπες περιοχές, όπως για παράδειγμα ο Πειραιάς, το ποσό αυτό έχει παραμείνει στις 250.000 ευρώ. Ωστόσο, σε λιγότερο από τέσσερις ημέρες, το κατώτατο όριο θα αυξηθεί στις 800.000 ευρώ σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Μύκονο, Σαντορίνη και στα νησιά με πληθυσμό πάνω από 3.100 κατοίκους. Στις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, η ελάχιστη αξία θα διαμορφωθεί στις 400.000 ευρώ, ενώ η επένδυση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σε ένα μόνο ακίνητο επιφάνειας τουλάχιστον 120 τ.μ.
Με τα δεδομένα αυτά, διεθνής συμβουλευτική εταιρεία καλεί τους υποψήφιους επενδυτές να τοποθετηθούν στην Χρυσή Βίζα, προτού το κατώτατο επενδυτικό όριο αλλάξει. «Οι επενδυτές μπορούν να καταθέσουν αίτηση χορήγησης άδειας διαμονής, με το καθεστώς των 250 χιλ. ευρώ (για τις περιοχές όπου αυτό ισχύει), εάν καταθέσουν το 10% της αξίας της ιδιοκτησίας μέχρι τις 31 Αυγούστου και ολοκληρώσουν την επένδυση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2024» αναφέρεται στη σχετική ιστοσελίδα.
Το παράθυρο αυτό ευκαιρίας σπεύδει να προλάβει, προτού αλλάξουν οι κανόνες, ένας υπολογίσιμος αριθμός επενδυτών – υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι προσπαθούν, τελευταία στιγμή, να ενταχθούν στο υφιστάμενο καθεστώς της Χρυσής Βίζας. Ασιάτες, Τούρκοι, Ουκρανοί και Ισραηλινοί ανήκουν στους επενδυτές της «τελευταίας στιγμής», όπως αναφέρουν οι πληροφορίες.
Ενα δύσκολο στοίχημα
«Καταγράφεται σημαντική ζήτηση αυτές τις ημέρες. Ωστόσο, το στοίχημα της ολοκλήρωσης της διαδικασίας έκδοσης Χρυσής Βίζας, λίγο πριν εκπνεύσει η καταληκτική προθεσμία, είναι δύσκολο. Κι αυτό, ως επί το πλείστον, διότι απαιτείται να έχει ολοκληρωθεί σειρά γραφειοκρατικών προαπαιτούμενων, όπως η έκδοση ΑΦΜ, η εύρεση του ακινήτου, η υποβολή δήλωσης στη ΔΟΥ, η έκδοση των βεβαιώσεων μηχανικού, η υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9) από τον πωλητή, η έκδοση πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ και φορολογικής ενημερότητας. Και βέβαια να έχει διαθεσιμότητα η συμβολαιογράφος, προκειμένου να συντάξει το συμβόλαιο, ώστε αμέσως μετά να ακολουθήσει η καταβολή, αρχικά, του 10% της αξίας του ακινήτου με έμβασμα από το εξωτερικό» εξηγεί στην «Κ» ο δικηγόρος Νίκος Σιαμάκης.
Το ελάχιστο όριο των 250 χιλ. ευρώ, ως το χαμηλότερο στη Ευρώπη, είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για τους ξένους επενδυτές, επιτρέποντας την εξασφάλιση πενταετούς διάρκειας άδειας διαμονής.
Ωστόσο, είναι κοινό μυστικό στους γνωρίζοντες ότι η μεγάλη αυτή ζήτηση δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθεί. Έτσι τη «φόρμουλα» της αναγραφής στο συμβόλαιο εικονικού τιμήματος-ανταποκρίνεται μεν στις απαιτήσεις της νομοθεσίας, είναι δε σημαντικά υψηλότερο συγκριτικά με την πραγματική αξία ενός ακινήτου-αποτελεί το plan b ορισμένων από τους επενδυτές που δεν πρόλαβαν τις χαμηλές τιμές.
Εκτόξευση τιμών στον Πειραιά
Την ίδια στιγμή, τους τελευταίους μήνες οι περιοχές, όπου το όριο της Χρυσής Βίζας διατηρήθηκε στα 250 χιλ. ευρώ, έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με εκτόξευση αξιών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο Πειραιάς και τα προάστιά του, όπου ο ρυθμός ανόδου των ζητούμενων αξιών ενισχύθηκε κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2024, σε ετήσια βάση σύγκρισης κατά 28,9% και 23,6% αντίστοιχα. Σύμφωνα με στοιχεία του δικτύου Spitogatos, η μέση ζητούμενη τιμή στον Πειραιά διαμορφώνεται σε 2.471 ευρώ ανά τ.μ., ενώ τα σκήπτρα κρατούν τα νότια προάστια με 3.750 ευρώ ανά τ.μ.
Η επόμενη μέρα, δηλαδή όταν τεθούν σε ισχύ οι αλλαγές, αναμένεται να οδηγήσει σε συρρίκνωση των ντιλ που γίνονται με δέλεαρ τη «χρυσή βίζα». Για παράδειγμα, στο κέντρο της Αθήνας, όταν το ελάχιστο όριο αυξήθηκε σε μισό εκατομμύριο ευρώ, αυτού του είδους οι αγοραπωλησίες περιορίστηκαν σε ένα χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό.