H Moody’s που συνήθως αργεί και η Ελλάδα που δεν βιάζεται

H Moody’s που συνήθως αργεί και η Ελλάδα που δεν βιάζεται

Με μόλις 1,3 δισ. ευρώ να εκκρεμούν, από τα 10 δισ. ευρώ που έχει θέσει στόχο ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να αντληθούν φέτος από τις αγορές, μια νέα έκδοση ομολόγου δεν μπορεί να αποκλεισθεί – ωστόσο σίγουρα δεν είναι απαραίτητη

4' 39" χρόνος ανάγνωσης

Με μόλις 1,3 δισ. ευρώ να εκκρεμούν, από τα 10 δισ. ευρώ που έχει θέσει στόχο ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να αντληθούν φέτος από τις αγορές, μια νέα έκδοση ομολόγου δεν μπορεί να αποκλεισθεί – ωστόσο σίγουρα δεν είναι απαραίτητη. Αυτό το ποσό μπορεί να καλυφθεί άνετα από τις τρεις επανεκδόσεις υφιστάμενων ομολόγων που έχουν ήδη προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο.

Πολλά θα εξαρτηθούν από τις συνθήκες στις αγορές, οι οποίες προς το παρόν διαφαίνονται αβέβαιες και με πιθανότητα έντονης μεταβλητότητας προσεχώς, αφού μπροστά μας έχουμε τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, ενώ μια αναταραχή στην αγορά ομολόγων της Ευρωζώνης δεν μπορεί να αποκλεισθεί δεδομένου ότι περίπου δύο μήνες μετά τις εκλογές η Γαλλία βρίσκεται ακόμη σε πολιτικό αδιέξοδο και μπροστά της έχει την κατάθεση στην Κομισιόν του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού της σχεδίου (20 Σεπτεμβρίου).

Φυσικά, στους θετικούς καταλύτες για μια νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές προσεχώς είναι η νέα μείωση επιτοκίων που αναμένεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις 12 Σεπτεμβρίου, καθώς και ο δεύτερος γύρος αξιολογήσεων της χώρας από τους οίκους που ξεκινούν την επόμενη εβδομάδα (DBRS, 6 Σεπτεμβρίου), με αυτήν της Moody’s (13 Σεπτεμβρίου) να συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.

Σίγουρα μια θετική κίνηση από τη Moody’s θα δώσει στο οικονομικό επιτελείο ένα σημαντικό «λόγο», ώστε να προχωρήσει σε νέα έκδοση ομολόγου. Κι αυτό γιατί ο οίκος, γνωστός για την πιο «αυστηρή» του στάση, είναι ο μόνος από τους πέντε που αναγνωρίζει η ΕΚΤ που δεν έχει δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα ενώ έχει ήδη περάσει πάνω από ένας χρόνος από τότε που ξεκίνησε ο κύκλος αναβάθμισης της χώρας στην επενδυτική κατηγορία.

Δεδομένου ότι η Moody’s έχει προχωρήσει πρόσφατα σε μπαράζ αναβαθμίσεων των ελληνικών τραπεζών, δίνοντας την επενδυτική βαθμίδα έπειτα από 16 χρόνια, έχουν δημιουργηθεί προσδοκίες πως θα κάνει αυτή την κίνηση και για το αξιόχρεο της Ελλάδας σε λίγες μέρες.

Ωστόσο, παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν στην «Κ» πως οι προσδοκίες αυτές είναι μάλλον πολύ υψηλές. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με την πορεία της Ελλάδας, ότι δηλαδή δεν έχει κάνει κάτι «σωστά», αλλά με το «ιστορικό» της ίδιας της Moody’s. Ο οίκος «φημίζεται» για τις πιο αργές κινήσεις του. Πριν αναβαθμίσει την αξιολόγηση της Ελλάδας τον Σεπτέμβριο του 2023 χρειάστηκε να περάσουν τρία χρόνια, καθώς η προηγούμενη αναβάθμιση της αξιολόγησης έγινε τον Νοέμβριο του 2020. Και για να φτάσει στην αναβάθμιση του 2020, ο οίκος περίμενε 20 μήνες.

Ο ΟΔΔΗΧ έχει ουσιαστικά καλύψει τις δανειακές ανάγκες του τρέχοντος έτους και δεν πιέζεται για έξοδο στις αγορές.

Οπως εκτιμούν πηγές της αγοράς, ο οίκος σε δύο περίπου εβδομάδες από σήμερα θα μπορούσε είτε να μην κάνει τίποτα είτε –στην καλύτερη περίπτωση– να αναβαθμίσει τις προοπτικές της Ελλάδας σε θετικές, που σημαίνει αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα σε 12-18 μήνες.

Αλλωστε, κατά τη διπλή αναβάθμιση του Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους, ο οίκος έδωσε σταθερές προοπτικές στην αξιολόγηση της Ελλάδας, που σημαίνει πως δεν αναμένεται αλλαγή στη βαθμολογία της στους επόμενους 12-18 μήνες, δηλαδή έως τον Σεπτέμβριο του 2024 με Μάρτιο του 2025.

Οπως έχει γράψει η «Κ», η τελευταία αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα (από τη Fitch τον Δεκέμβριο 2023) έχει οδηγήσει σε «επιβεβαιωμένες» εισροές ύψους 8-10 δισ. ευρώ στα ελληνικά ομόλογα και όταν η Moody’s προχωρήσει σε παρόμοια κίνηση τότε οι εισροές θα διπλασιαστούν, φτάνοντας έως και τα 20 δισ. ευρώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις.

Κι αυτό θα ήταν ίσως πιο «χρήσιμο» να συμβεί το 2025 παρά φέτος: εκτός του ότι η Ελλάδα έχει πλέον μέση βαθμολογία επενδυτικής βαθμίδας, απολαμβάνει ήδη αρκετές εισροές οι οποίες καλύπτουν πλήρως την εκδοτική δραστηριότητα του 2024. Αντιθέτως, καθώς το 2025 δεν θα υπάρχει πλέον η στήριξη των αγορών ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ (το PEPP τελειώνει τον φετινό Δεκέμβριο), οι εισροές και οι νέοι επενδυτές που θα φέρει η επενδυτική βαθμίδα της Moody’s θα είναι σαφώς πιο «αναγκαία» τότε.

Πλεόνασμα – έκπληξη

Η Ελλάδα πάντως κτίζει το έδαφος ώστε όχι μόνο η Moody’s να δώσει την αναβάθμιση, αλλά και για να «ξεκολλήσει» από το χαμηλό investment grade, που είναι η μέση βαθμολογία της αυτή τη στιγμή, ωθώντας τις S&P, Fitch, DBRS και Scope Ratings να ξεκινήσουν το 2025 νέο γύρο αναβαθμίσεων.

Σε αυτή την κατεύθυνση, «κλειδί» και προτεραιότητα του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης είναι η μείωση του καθαρού χρέους (το ονομαστικό χρέος μείον τα ταμειακά διαθέσιμα που διαθέτει το κράτος), στο οποίο οι οίκοι αξιολόγησης δίνουν αυξανόμενη σημασία, ενώ «μπόνους» θα αποτελέσει και το πρωτογενές πλεόνασμα – έκπληξη.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το 2024 αναμένεται να κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 2,5% του ΑΕΠ, έναντι του στόχου για 2,1%, δηλαδή με υπέρβαση κατά περίπου 880 εκατ. ευρώ τουλάχιστον, χάρη στις υψηλότερες εισπράξεις φόρων.

Mείωση χρέους

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η διαδικασία για να προβεί η Ελλάδα σε νέα πρόωρη αποπληρωμή χρέους (και άρα μείωση του καθαρού χρέους) έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται εντός του Σεπτεμβρίου να ληφθεί το επίσημο πράσινο φως από τις Αρχές της Ευρωζώνης.

Η πρόωρη αποπληρωμή αφορά τρεις ετήσιες δόσεις των διμερών δανείων (GLFs) και συγκεκριμένα του διαστήματος 2026-2028, συνολικού ύψους 7,935 δισ. ευρώ, οι οποίες θα πληρωθούν στις 15 Δεκεμβρίου χρησιμοποιώντας περίπου 2,9 δισ. ευρώ από τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού Δημοσίου, τα οποία σήμερα διαμορφώνονται στα 40 δισ. ευρώ, και περίπου 5 δισ. ευρώ από το σκληρό «μαξιλάρι» (το γνωστό cash buffer) των 15,697 δισ. ευρώ.

Η μείωση του αποθέματος εντόκων γραμματίων κατά περίπου 2 δισ. ευρώ στο σύνολο του 2024 αποτελεί επίσης κίνηση προς την κατεύθυνση της μείωσης του χρέους. Το 2023, το καθαρό χρέος διαμορφώθηκε στα 323,071 δισ. από 325,273 δισ. ευρώ το 2022 και τον Ιούνιο 2024 διαμορφώθηκε στα 321,949 δισ. ευρώ, δηλαδή η μείωσή του φτάνει στα 3,3 δισ. ευρώ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT