Αρθρο του Ανδρέα Αθανασόπουλου στην «Κ»: Ηλεκτρονικό εμπόριο: ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός

Αρθρο του Ανδρέα Αθανασόπουλου στην «Κ»: Ηλεκτρονικό εμπόριο: ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός

Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί το 20% του συνολικού εμπορίου σε παγκόσμιο επίπεδο με ανοδικές τάσεις, αλλά πτωτικό ρυθμό

3' 34" χρόνος ανάγνωσης

Το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί το 20% του συνολικού εμπορίου σε παγκόσμιο επίπεδο με ανοδικές τάσεις, αλλά πτωτικό ρυθμό. Παρόλο που προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για ανάπτυξη, απασχόληση και καινοτομία, η αδιαφάνεια και η φοροδιαφυγή αποτελούν σοβαρά προβλήματα. Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε αυξανόμενα περιστατικά όπου οι οικονομικές υπηρεσίες της χώρας ανακαλύπτουν εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου που υποπίπτουν σε κολοσσιαίες φορολογικές παραβάσεις. Κάποιες φορές οι εταιρείες δεν είχαν καν ανοίξει φορολογικά βιβλία.

Τα περιστατικά αυτά καταδεικνύουν την ύπαρξη ενός παράνομου υποστρώματος σε αυτόν τον κλάδο. Η παρανομία αυτή, όχι μόνο βλάπτει τα κρατικά έσοδα, αλλά δημιουργεί και ανισότητες στην αγορά, καθώς οι νόμιμες επιχειρήσεις βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με όσες παρανομούν. Επιπλέον, οι καταναλωτές ενδέχεται να πέφτουν θύματα απάτης, αγοράζοντας προϊόντα από μη αξιόπιστες πηγές. Η πολιτεία διαφαίνεται να επιδεικνύει αποφασιστικότητα για ένα φαινόμενο παρανομίας που υπάρχει πολλά χρόνια στη χώρα μας.

Ενώ πριν από χρόνια υπήρχε διαφοροποίηση στις τιμές μεταξύ φυσικού και ηλεκτρονικού καταστήματος, σήμερα αυτές οι διαφορές δεν υπάρχουν πλέον στις επιχειρήσεις που έχουν και τις δύο υπηρεσίες. Εκεί που τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά είναι όταν εταιρείες ψηφιακής μόνο παρουσίας δίνουν τιμές 20%, 30% ή και 40% χαμηλότερες από ό,τι σε καταστήματα με φυσική και ηλεκτρονική παρουσία. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα, που κάνει πολλούς πελάτες να ενδιαφέρονται και να κάνουν αντίστοιχες αγορές. Ποια είναι όμως τα ρίσκα για τους καταναλωτές και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν;

1. Το ρίσκο του προϊόντος. Πολλές φορές το προϊόν ενώ φαίνεται να είναι φυσιολογικό έχει προέλθει από παρτίδα προϊόντων που έχουν κατασκευαστεί για άλλες ανάγκες πελατών, π.χ. διαφορετική κλιματική ζώνη στα κλιματιστικά ή διαφορετικό πληκτρολόγιο ή διαφορετικό βάθος φούρνου, ανάλογα με τις διατροφικές συνήθειες της περιοχής. Ολα αυτά δεν είναι πάντα κατανοητά για τον πελάτη, που κάνει εξ αποστάσεως αγορές.

2. Το ρίσκο της επιστροφής του προϊόντος. Τα ηλεκτρονικά καταστήματα δεν έχουν πάντα ξεκάθαρες πολιτικές επιστροφής του προϊόντος και αν πάει κάτι λάθος το πρόβλημα το έχει ο πελάτης, καθώς οι διαδικασίες που απαιτούνται για την επιστροφή μπορεί να είναι χρονοβόρες και δαπανηρές.

3. Το ρίσκο της μη έκδοσης παραστατικών για το προϊόν. Εάν δεν έχουν εκδοθεί πραγματικά παραστατικά τότε η συναλλαγή είναι σαν να μην έχει γίνει ποτέ, ενώ παράλληλα ο πελάτης δεν θα μπορέσει να διεκδικήσει εγγύηση του προϊόντος από τον κατασκευαστή του. Σε ό,τι αφορά τους παρανομούντες, η λίστα των παραβάσεων ξεπερνά τον αστικό κώδικα και εμπλέκει ακόμη και θέματα ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος διότι η διακίνηση αυτών των ποσών είναι αγνώστου προελεύσεως, αλλά και αποστολής.

Εάν δεν έχουν εκδοθεί πραγματικά παραστατικά, ο πελάτης δεν θα μπορέσει να διεκδικήσει εγγύηση του προϊόντος από τον κατασκευαστή του.

Και, τέλος, υπάρχει και ένα ηθικό θέμα από όλους όσοι κάνουν συναλλαγές χωρίς να πληρώνουν είτε τον αναλογούντα ΦΠΑ είτε τον φόρο εισοδήματος. Ολο αυτό οδηγεί σε έναν κραυγαλέο αθέμιτο ανταγωνισμό, που θέτει υγιείς επιχειρήσεις σε μία δύσκολη κατάσταση, επιχειρήσεις που απασχολούν άνω του 35% των εργαζομένων στη χώρα μας.

Κάθε φορά που βλέπουμε «ευκαιρίες» που είναι πολύ καλές για να είναι αληθινές, θα πρέπει να κάνουμε δεύτερες σκέψεις και να προβληματιζόμαστε για το εάν αξίζει να ρισκάρουμε την αγορά ενός προϊόντος, που πιθανότατα δεν θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μας ως προς τα χαρακτηριστικά ή την ποιότητα, αλλά ούτε και θα μας παρέχει επαρκείς εγγυήσεις αντικατάστασης – επιδιόρθωσης – επιστροφής, απλά και μόνο από το δέλεαρ μιας «δυσανάλογα» χαμηλής τιμής. Οι καταναλωτές έχουν δύναμη μέσα από τις επιλογές τους και, υποστηρίζοντας νόμιμες και διαφανείς επιχειρήσεις, μπορούν να συμβάλουν στην προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικονομικής σταθερότητας και της βελτίωσης της ποιότητας των προϊόντων και υπηρεσιών που λαμβάνουν.

Σε παγκόσμιο επίπεδο αναδεικνύεται –μετά και την περίοδο της COVID– ως κυρίαρχη μορφή λιανεμπορίου αυτή κατά την οποία συνυπάρχει το φυσικό και ψηφιακό κατάστημα έτσι ώστε οι πελάτες να έχουν ασφαλή πρόσβαση στα πλεονεκτήματα και των δύο.

Η μάχη κατά της παρανομίας στον χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου είναι σύνθετη. Απαιτούνται ισχυρότεροι μηχανισμοί ελέγχου, τεχνολογικά εργαλεία παρακολούθησης και αυστηρότερες ποινές για τους παραβάτες. Παράλληλα, η ενίσχυση της διαφάνειας και της ενημέρωσης των καταναλωτών μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των κινδύνων που συνδέονται με τις ηλεκτρονικές αγορές. O,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, και ο κλάδος του ηλεκτρονικού εμπορίου δεν αποτελεί εξαίρεση. Η συνεχής επαγρύπνηση και η αποφασιστικότητα των Aρχών είναι απαραίτητες για να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα παρανομίας που υπονομεύουν την αξιοπιστία και τη βιωσιμότητα του κλάδου.

*Ο κ. Ανδρέας Αθανασόπουλος είναι CEO του Olympia Group.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT