Κατά τη φετινή 88η Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, η Γερμανία ως τιμώμενη χώρα, αποτελεί διαχρονικά όχι μόνον έναν από τους κυριότερους εμπορικούς εταίρους της χώρας, αλλά και έναν από τους ισχυρότερους ξένους επενδυτές.
Υπολογίζεται ότι περισσότερες από 150 επιχειρήσεις γερμανικών συμφερόντων δίνουν το «παρών» στην Ελλάδα, εμφανίζοντας κύκλο εργασιών της τάξεως των 9,5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Οικονομικών Υποθέσεων της πρεσβείας της Ελλάδας στο Βερολίνο.
Η Fraport Greece, θυγατρική του γερμανικού ομίλου Fraport AG, ανήκει στους μεγάλους επενδυτές στην Ελλάδα, έχοντας επενδύσει, έως σήμερα, περίπου 1,8 δισ. ευρώ για την παραχώρηση των 14 μεγαλύτερων περιφερειακών αεροδρομίων το 2017 και για την υλοποίηση σε αυτά εργασιών αναβάθμισης.
Σε συνέντευξή του στην «Κ», ο διευθύνων σύμβουλος της Fraport Greece Αλεξάντερ Τσινέλ αναφέρεται στις επιδόσεις των μεγαλύτερων αερολιμένων της περιφέρειας, οι οποίοι εμφανίζουν την υψηλότερη επιβατική κίνηση, συγκριτικά με τα υπόλοιπα αεροδρόμια του χαρτοφυλακίου της εταιρείας.
Εξηγεί γιατί η κίνηση στο αεροδρόμιο της Μυκόνου έχει υποχωρήσει, σημειώνοντας ότι η προσέλκυση της ζήτησης σε έναν προορισμό σχετίζεται με σειρά παραγόντων, όπως η ύπαρξη ολοκληρωμένων υποδομών. Aκόμη τονίζει ότι η εγκατάσταση απομακρυσμένων πύργων ελέγχου παρουσιάζει πολλά οφέλη για τα αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων η μείωση των καθυστερήσεων στις πτήσεις.
– Πού αποδίδετε το γεγονός ότι τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια εμφανίζουν τις καλύτερες επιδόσεις, σε σχέση με τα υπόλοιπα του χαρτοφυλακίου του ομίλου Fraport;
– Η Fraport Greece και τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια αποτελούν μία θετική εξαίρεση τόσο για την ελληνική τουριστική βιομηχανία εν συνόλω, όσο και συγκριτικά με άλλες αγορές. Για παράδειγμα, στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης, η επιβατική κίνηση αντιστοιχεί στο 86% των επιπέδων του 2019. Οι αριθμοί του ελληνικού τουρισμού αυξάνονται ετησίως. Βλέπουμε ότι το αεροδρόμιο της Αθήνας ως η βασική πύλη εισόδου της Ελλάδας εμφανίζει, φέτος, πολύ έντονη ανάπτυξη, η οποία είναι αυξητική εδώ και πολλά χρόνια.
Ευρύτερα, παρατηρούμε ότι στον χώρο των αερομεταφορών, η τουριστική ζήτηση αναπτύσσεται πολύ καλά. Μόνο τα επιχειρηματικά ταξίδια ανακάμπτουν αργά, απέχοντας από τα επίπεδα πριν από την εκδήλωση της πανδημίας. Ο τουρισμός στηρίζει, στην πραγματικότητα, το σύνολο της αεροπορικής βιομηχανίας σε ολόκληρη την Ευρώπη.
– Πώς θα εξηγούσατε την υποχώρηση της επιβατικής κίνησης στη Μύκονο;
– Η έλλειψη υποδομών είναι βασικός παράγοντας που πρέπει να λάβουμε υπόψη. Ωστόσο η Μύκονος είναι ένας προορισμός που έχει τοποθετηθεί επιτυχώς ανάμεσα στις πιο πολυτελείς περιοχές του κόσμου. Εχει δομήσει όλα αυτά τα χρόνια την ελκυστικότητά της ως προορισμού και είμαι βέβαιος για τη συνεχή επιτυχία της. Θα διατηρεί πάντα τη διακριτή γοητεία της.
Επιπλέον, η Ελλάδα μαζί με τους τουριστικούς φορείς, έχει επιδείξει σταθερά μια αξιοσημείωτη ικανότητα να καινοτομεί και να προσαρμόζεται στις εξελισσόμενες προτιμήσεις των τουριστών. Η συνεχής ανάπτυξη του τουρισμού στην Ελλάδα μπορεί να αποδοθεί σε αυτή την ευελιξία και τη δημιουργικότητα.
Η ελληνική τουριστική βιομηχανία έχει μια εξαιρετική ικανότητα να δημιουργεί προτάσεις που βρίσκουν απήχηση στην παγκόσμια αγορά και είμαι βέβαιος ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί.
Φυσικά, θα δούμε αυξομειώσεις στη δημοτικότητα διαφορετικών προορισμών, αλλά αυτό έχει οφέλη, διότι ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό και τροφοδοτεί τη συνεχή βελτίωση.
Ο τουρισμός στηρίζει, στην πραγματικότητα, το σύνολο της αεροπορικής βιομηχανίας σε ολόκληρη την Ευρώπη.
– Ποιοι παράγοντες τροφοδοτούν τη ζήτηση για έναν προορισμό;
– Οταν αρχίσαμε να διαχειριζόμαστε τα αεροδρόμια, υπήρχε η προσδοκία ότι θα αυξάναμε σημαντικά την επιβατική κίνηση. Ωστόσο η ζήτηση δεν σχετίζεται μόνο με το αεροδρόμιο ή την αεροπορική εταιρεία, αλλά συνδέεται άμεσα με τον ίδιο τον προορισμό που θέτει τις βάσεις και καθιστά επιτυχημένο ένα επιχειρηματικό σχέδιο.
Ενα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Μυτιλήνη, που αποτελεί τη μεγάλη εξαίρεση του χαρτοφυλακίου των αεροδρομίων μας, όπου το 75% των επιβατών μας είναι διεθνείς και το 25% εγχώριοι. Στη Μυτιλήνη συμβαίνει το αντίθετο, με την κίνηση να προέρχεται κατά 25% από το εξωτερικό και κατά 75% από την Ελλάδα.
Αυτό σημαίνει ότι το νησί έχει σταθερές επιδόσεις, ακόμη και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, παρότι ούτε υψηλή εποχικότητα διαθέτει ούτε αποτελεί πραγματικά τουριστικό προορισμό. Αυτό κυρίως συμβαίνει επειδή οι ξενοδόχοι και οι επιχειρηματίες, συμπεριλαμβανομένης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δεν είχαν ως αυτοσκοπό την προσέλκυση τουρισμού.
Ωστόσο, εδώ και ένα χρόνο βλέπουμε μια εντελώς νέα προσέγγιση ως προς την ενίσχυση του τουριστικού χαρακτήρα της Μυτιλήνης. Και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά πολύ εντυπωσιακό. Βλέπουμε ότι η διεθνής κίνηση στη Μυτιλήνη έχει αυξηθεί σχεδόν 50% από πέρυσι. Μία αεροπορική χρειάζεται ένα λόγο για να πετάει. Οταν αυτός υπάρχει, σε συνδυασμό με τις κατάλληλες επενδύσεις, το πλαίσιο και τις υποδομές, τότε ο τουρισμός μπορεί να απογειωθεί.
– Πώς μπορεί να διασφαλιστεί ο βιώσιμος χαρακτήρας του τουριστικού προϊόντος;
– «Κλειδί» για τον βιώσιμο τουρισμό είναι να υπάρχει ισορροπία μεταξύ αφενός ολοκληρωμένων υποδομών και υπηρεσιών και αφετέρου των επισκεπτών ενός προορισμού. Η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου είναι ένας τρόπος να επιτευχθεί αυτό. Εχουμε πληθώρα επενδύσεων σε ξενοδοχεία, αεροδρόμια και χώρους αναψυχής, οι οποίες δεν συμβαδίζουν με το επίπεδο εκσυγχρονισμού των υποδομών, δηλαδή των δρόμων, του δικτύου ηλεκτρισμού, της διαχείρισης νερού και απορριμμάτων. Για παράδειγμα, η λειψυδρία στα νησιά λόγω κλιματικής αλλαγής είναι πρόβλημα που μπορεί να επιλυθεί, αλλά απαιτεί ολοκληρωμένο σχέδιο και επενδύσεις.
Η Αστυπάλαια, για παράδειγμα, είναι πρότυπο βιώσιμου μετασχηματισμού. Αξιοποιώντας τον άφθονο ήλιο και τον άνεμο, ιδίως κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου, το νησί διασφαλίζει τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και τη μικροκινητικότητα. Η αντικατάσταση των θορυβωδών, ρυπογόνων σκούτερ και τετράτροχων με εναλλακτικές λύσεις μικροκινητικότητας αποτελεί βιώσιμη επιλογή που έχει στηριχθεί στην αφοσίωση της τοπικής κοινωνίας και των αρχών του νησιού.
– Eχει ανακάμψει πλήρως η ζήτηση για ταξίδι;
– Πρώτα απ’ όλα διαπιστώνουμε ότι το ταξίδι και οι διακοπές είναι βασική ανθρώπινη ανάγκη. Ακόμη και σε δύσκολους καιρούς, με πληθωρισμό και μείωση πραγματικού εισοδήματος, οι διακοπές είναι το τελευταίο που σταματούν οι άνθρωποι. Επομένως, νομίζω ότι η επιθυμία για ταξίδι είναι μια θεμελιώδης μακροπρόθεσμη τάση.
Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουμε από το παρελθόν και από την ιστορία ότι ο τουρισμός είναι εξαιρετικά ευμετάβλητος. Αν εμφανιστεί μια απειλή, οι άνθρωποι θα πάνε αλλού. Το διαπιστώσαμε κατά τη διάρκεια πανδημιών και πολέμων. Επομένως, είναι σημαντικό να δημιουργήσουμε ένα σταθερό πλαίσιο και να διασφαλίσουμε ότι οι τουρίστες αισθάνονται ευπρόσδεκτοι, ασφαλείς και έχουν πρόσβαση σε καλής ποιότητας υποδομές.
Οταν υπάρχουν αυτές οι βασικές προϋποθέσεις, νομίζω ότι ο τουρισμός ανθεί, ανεξαρτήτως εξωγενών παραγόντων. Ισως να υπάρχει μια χρονιά πτωτικών επιδόσεων, αλλά νομίζω ότι η γενική τάση παραμένει σταθερή. Βέβαια ο τουρισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με προκλήσεις και αυτό συμβαίνει όταν υπάρχουν υπερβολές οπότε χρησιμοποιούμε, συνήθως, τη λέξη υπερτουρισμός. Βλέπουμε πολύ έντονες αντιδράσεις στη Βαρκελώνη.
Στη Μαγιόρκα, ο υπερβολικός αριθμός τουριστών εκτοπίζει τον τοπικό πληθυσμό. Και συναντούμε περιπτώσεις, όπως η Σαντορίνη, όπου ο δήμαρχος με εμφατικό τρόπο έχει αναφέρει «φτάνει πια, έχουμε πάρα πολύ κόσμο».
Ελκυστική η Ελλάδα για τις αεροπορικές
– Πώς προβλέπετε να διαμορφωθεί η επιβατική κίνηση φέτος;
— Για τα αεροδρόμιά μας αναμένουμε αύξηση της επιβατικής κίνησης της τάξεως του 6%. Πέρυσι η επιβατική κίνηση διαμορφώθηκε σε 34 εκατομμύρια άτομα, τα οποία αναμένεται φέτος να διαμορφωθούν σε 35,5-36 εκατομμύρια. Ευρύτερα αυτό που βλέπουμε είναι ότι, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, οι αεροπορικές εταιρείες ενισχύουν τη χωρητικότητα στην
Ελλάδα έναντι άλλων προορισμών. Και αυτό οδηγεί σε ακόμη καλύτερες επιδόσεις. Στην Ευρώπη έχουμε μια πεπερασμένη αγορά, όπου κυριαρχούν οι πτήσεις μικρών ή μεσαίων αποστάσεων. Οι αεροπορικές κατανέμουν τον στόλο τους εκεί όπου εκτιμούν ότι οι αποδόσεις είναι υψηλότερες. Και φαίνεται ότι για τις περισσότερες αεροπορικές εταιρείες, και φυσικά για τους operators, η Ελλάδα είναι μια περίπτωση όπου η δραστηριότητα των αερομεταφορέων μπορεί να είναι κερδοφόρος. Αυτό είναι νομίζω το γενικό μήνυμα.
Οι απομακρυσμένοι πύργοι ελέγχου θα απογειώσουν τα μικρά αεροδρόμια
– Πώς προχωρούν τα έργα αναβάθμισης των αεροδρομίων;
– Τα τριετούς διάρκειας έργα, συνολικού ύψους 100 εκατ. ευρώ, που υλοποιούμε στα αεροδρόμιά μας έχουν ως στόχο την αναβάθμιση της ασφάλειάς τους, βάσει όσων προβλέπει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφαλείας της Αεροπορίας (EASA). Εισερχόμαστε στην τρίτη κατασκευαστική φάση, αναβαθμίζοντας τους διαδρόμους και τις εκτάσεις που βρίσκονται σε εγγύτητα με αυτούς.
Εκτός από τα συγκεκριμένα έργα, δηλαδή του EASA, βρισκόμαστε στη γραμμή εκκίνησης των εργασιών εγκατάστασης του ραντάρ προσέγγισης στο αεροδρόμιο Χανίων, έχοντας ολοκληρώσει όλες τις μελέτες και όλους τους διαγωνισμούς.
Υπογράψαμε τις συμβάσεις με τις τεχνικές εταιρείες και τους προμηθευτές και αυτή τη στιγμή ολοκληρώνονται τα τελευταία στάδια του σχεδιασμού. Τον χειμώνα θα ολοκληρωθεί η κατασκευή του νέου εξοπλισμού, με την έναρξη της διαδικασίας εγκατάστασης να τοποθετείται την άνοιξη – καλοκαίρι του 2025. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι έχουμε ήδη ξεκινήσει την εκπαίδευση του προσωπικού που θα χρησιμοποιεί αυτά τα συστήματα. Αυτό είναι ζωτικής σημασίας διότι, εκτός από τον εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας, θα πρέπει να υπάρχει και το κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό. Αντίστοιχες ενέργειες υλοποιούμε και για την τοποθέτηση ραντάρ στον σταθμό ελέγχου της Ανδραβίδας.
Υλοποιούμε έργα 100 εκατ. ευρώ με στόχο την αναβάθμιση της ασφάλειας.
– Οι καθυστερήσεις στις πτήσεις φαίνεται ότι επέμειναν και το περασμένο καλοκαίρι. Ποια είναι η αιτία;
– Πανευρωπαϊκά καταγράφονται καθυστερήσεις που οφείλονται κυρίως στη συμφόρηση του εναέριου χώρου. Μέσα σε αυτόν τον χώρο έχουμε 30 διαφορετικές οντότητες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας που είναι υπεύθυνες για τον εναέριο χώρο ισάριθμων χωρών που αντιμετωπίζουν παρεμφερή προβλήματα.
Ως εκ τούτου, βλέπουμε πολλές καθυστερήσεις που προέρχονται, στην πραγματικότητα, από το σύστημα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας, το οποίο χρειάζεται άμεσα αναβάθμιση. Ολες οι χώρες κρατούν τον εναέριο χώρο για ίδια χρήση και διαπιστώνουμε ότι το σύστημα αγγίζει τα όρια κορεσμού, αποτελώντας πηγή καθυστερήσεων. Φυσικά καθυστερήσεις μπορεί να προκύψουν λόγω σειράς απρόβλεπτων παραγόντων, όπως βλάβες στα συστήματα.
Γι’ αυτό, τασσόμαστε υπέρ της εγκατάστασης των απομακρυσμένων πύργων ελέγχου. Σήμερα, ιδίως στα μικρότερα αεροδρόμια, η χρήση απομακρυσμένων πύργων ελέγχου αποτελεί την αιχμή της τεχνολογίας. Αντί για ανθρώπους, που βρίσκονται σε μια εκτεθειμένη καμπίνα και κοιτάζουν με κιάλια, μέσω καμερών υψηλής τεχνολογίας με δυνατότητα λήψης σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, ομίχλης ή βροχής βελτιώνεται η ποιότητα της πληροφορίας που λαμβάνουν οι ελεγκτές.
Αυτή είναι η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας να κάνει ένα κβαντικό άλμα, επενδύοντας στη συγκεκριμένη τεχνολογία. Ταυτόχρονα, καθίσταται εφικτή η αύξηση της χωρητικότητας των αεροδρομίων και βελτιώνονται η ασφάλεια και οι συνθήκες εργασίας για τους εργαζομένους, των οποίων το πολύτιμο έργο υποβοηθείται από την τεχνολογία.